Οι δύο προτάσεις, μια για τις ψηφιακές υπηρεσίες και μία για τις online αγορές, εξυπηρετούν έναν συγκεκριμένο σκοπό. Αφενός τη διασφάλιση ότι, ως χρήστες, θα έχουμε πρόσβαση σε ευρύ φάσμα ασφαλών προϊόντων και υπηρεσιών στο Διαδίκτυο. Και αφετέρου ότι οι επιχειρήσεις θα μπορούν να ανταγωνίζονται ελεύθερα και δίκαια στο Διαδίκτυο, όπως ακριβώς offline.
Η πρώτη πρόταση, που εγκρίθηκε, αφορά τις ψηφιακές υπηρεσίες. Το τοπίο των ψηφιακών υπηρεσιών διαφέρει σημαντικά από αυτό που επικρατούσε πριν από 20 χρόνια, όταν εκδόθηκε η Οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο, με τις ψηφιακές πλατφόρμες να έχουν πλέον κυρίαρχο ρόλο στην αγορά.
Σύμφωνα με τα νέα μέτρα, οι πλατφόρμες που έχουν απήχηση σε περισσότερο από το 10% του πληθυσμού της Ε.Ε. (45 εκατομμύρια χρήστες) θεωρούνται συστημικού χαρακτήρα. Έτσι, υπόκεινται όχι μόνο σε συγκεκριμένες υποχρεώσεις ελέγχου των κινδύνων τους, αλλά και σε μια νέα δομή εποπτείας.
Αυτό το νέο πλαίσιο λογοδοσίας θα αποτελείται από ένα συμβούλιο εθνικών συντονιστών ψηφιακών υπηρεσιών, με ειδικές εξουσίες για την Επιτροπή όσον αφορά την εποπτεία των πολύ μεγάλων πλατφορμών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας άμεσης επιβολής κυρώσεων στις εν λόγω πλατφόρμες.
Ψηφιακές υπηρεσίες
Συνολικά, η πρόταση εισάγει δεσμευτικές υποχρεώσεις για όλες τις ψηφιακές υπηρεσίες, που συνδέουν τους καταναλωτές με αγαθά, υπηρεσίες ή περιεχόμενο. Συγκεκριμένα, θα εισαγάγει μια σειρά νέων, εναρμονισμένων υποχρεώσεων σε επίπεδο Ε.Ε. για τις ψηφιακές υπηρεσίες, διαβαθμισμένων προσεκτικά με βάση το μέγεθος και τον αντίκτυπο των εν λόγω υπηρεσιών.
Με τους νέους κανόνες προβλέπεται η αφαίρεση παράνομων αγαθών, υπηρεσιών ή περιεχομένου από το Διαδίκτυο. Επίσης, προβλέπονται διασφαλίσεις για χρήστες, των οποίων το περιεχόμενο έχει εσφαλμένα διαγραφεί από πλατφόρμες.
Το νομοθετικό πλαίσιο προβλέπει νέες υποχρεώσεις για πολύ μεγάλες πλατφόρμες σχετικά με τη λήψη μέτρων βάσει κινδύνου για την πρόληψη της κατάχρησης των συστημάτων τους. Εισάγει μέτρα διαφάνειας, μεταξύ άλλων, όσον αφορά την διαδικτυακή διαφήμιση και τους αλγόριθμους που χρησιμοποιούνται για να προτείνεται περιεχόμενο στους χρήστες.
Παράλληλα, προβλέπονται νέοι κανόνες σχετικά με την ιχνηλασιμότητα των επιχειρηματικών χρηστών στις ηλεκτρονικές αγορές, ώστε να διευκολύνεται ο εντοπισμός των πωλητών παράνομων αγαθών ή υπηρεσιών.
Πράξη για τις ψηφιακές αγορές
Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές αντιμετωπίζει τις αρνητικές συνέπειες που προκύπτουν από συγκεκριμένες συμπεριφορές πλατφορμών. που λειτουργούν ως ψηφιακοί ρυθμιστές της πρόσβασης στην ενιαία αγορά. Μερικές φορές, οι εταιρείες αυτές ελέγχουν ολόκληρα οικοσυστήματα πλατφορμών.
Όταν οι εν λόγω ρυθμιστές της πρόσβασης ασκούν αθέμιτες πρακτικές, μπορούν να αποτρέψουν ή να επιβραδύνουν την πρόσβαση του καταναλωτή σε πολύτιμες υπηρεσίες των επιχειρηματικών χρηστών και ανταγωνιστών τους. Οι πρακτικές αυτές περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, την αθέμιτη χρήση δεδομένων από επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις εν λόγω πλατφόρμες ή καταστάσεις εγκλωβισμού των χρηστών σε μια συγκεκριμένη υπηρεσία και ύπαρξης περιορισμένων δυνατοτήτων μετάβασης σε άλλη υπηρεσία.
Η πράξη για τις ψηφιακές αγορές θεσπίζει εναρμονισμένους κανόνες για την απαγόρευση αυτών των αθέμιτων πρακτικών και προβλέπει έναν μηχανισμό επιβολής με βάση τη διερεύνηση της αγοράς. Η πράξη θα εφαρμόζεται μόνο στους μεγαλύτερους παρόχους πλατφορμών, οι οποίοι είναι περισσότερο επιρρεπείς στην άσκηση αθέμιτων πρακτικών. Αφορά μηχανές αναζήτησης, κοινωνικά δίκτυα ή διαδικτυακές υπηρεσίες διαμεσολάβησης, που πληρούν τα αντικειμενικά νομοθετικά κριτήρια για να οριστούν ως ρυθμιστές της πρόσβασης,
Η πράξη θα καθορίζει ποσοτικά όρια ως βάση για τον προσδιορισμό των εταιρειών, που ενδέχεται να παίζουν ρόλο ρυθμιστών της πρόσβασης. Η Επιτροπή θα έχει επίσης την εξουσία, μετά από διερεύνηση της αγοράς, να αποδίδει την ιδιότητα του ρυθμιστή της πρόσβασης σε εταιρείες.
Αθέμιτες πρακτικές
Με τα νέα μέτρα θα απαγορεύονται ορισμένες πρακτικές που είναι ξεκάθαρα αθέμιτες, όπως η παρεμπόδιση χρηστών από το να απεγκαταστήσουν οποιοδήποτε προεγκατεστημένο λογισμικό ή εφαρμογές. Θα απαιτείται, επίσης, από τους ρυθμιστές της πρόσβασης να θέτουν σε εφαρμογή ορισμένα μέτρα με δική τους πρωτοβουλία, όπως στοχευμένα μέτρα που επιτρέπουν στο λογισμικό τρίτων να λειτουργεί ορθά και να είναι συμβατό με τις δικές τους υπηρεσίες.
Η πράξη προβλέπει κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση, οι οποίες θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν πρόστιμα έως και 10 % του παγκόσμιου κύκλου εργασιών των ρυθμιστών της πρόσβασης, ώστε να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των νέων κανόνων.
Για τους υπότροπους, οι κυρώσεις ενδέχεται να περιλαμβάνουν την υποχρέωση λήψης διαρθρωτικών μέτρων, που μπορούν να επεκταθούν και στην εκποίηση ορισμένων επιχειρήσεων, σε περίπτωση που δεν υπάρχει άλλο εξίσου αποτελεσματικό εναλλακτικό μέτρο για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr