Άρθρο του Προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών (Ε.Ε.Α.) και Επίτιμου Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πειραιώς (ΠΑ.ΠΕΙ.), Ιωάννη Χατζηθεοδοσίου
Δημοσιεύθηκε στο Reporter Inside Information Magazine - Δεκέμβριος 2022
Πριν ακόμη προλάβουν να καλύψουν τις απώλειες που προκάλεσε η πανδημία, βρέθηκαν αντιμέτωπες με τη δραματική επιδείνωση των ταμειακών ροών τους, λόγω της εκτίναξης των τιμών της ενέργειας, της ακρίβειας στις πρώτες ύλες και του αυξημένου κόστους παραγωγής, αλλά και της μειωμένης ζήτησης, καθώς το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών συμπιέζεται.
Οι ασφυκτικές συνθήκες, που επικρατούν από τις αρχές του έτους, σήμερα κινδυνεύουν να γίνουν μη βιώσιμες, μετά την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ως μέτρο αναχαίτισης του πληθωρισμού. Η εξέλιξη αυτή ήδη προκαλεί σοβαρές ανησυχίες στη χώρα μας – αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη – για ένα νέο κύμα κόκκινων δανείων, καθώς το ύψος των δόσεων αυξάνεται σε σημείο μη διαχειρίσιμο για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Παράλληλα, γίνεται όλο και πιο δυσβάσταχτο το βάρος των υποχρεώσεων, που συσσωρεύθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποίησε πρόσφατα η ΑΑΔΕ, τα ληξιπρόθεσμα χρέη στην εφορία φθάνουν συνολικά τα 113 δισ. ευρώ κι από αυτά σχεδόν 74 δισ. ευρώ αφορούν επιχειρήσεις.
Απέναντι σε όλες αυτές τις πιέσεις, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν έχουν κανένα εργαλείο αντίδρασης, καθώς παραμένουν αποκλεισμένες από το τραπεζικό σύστημα, αλλά και από τις χρηματοδοτικές δράσεις του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του νέου ΕΣΠΑ. Σύμφωνα με έρευνα του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ, λιγότερες από 4 στις 100 έχουν πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό, ενώ μόνο 6 στις 100 μικρομεσαίες επιχειρήσεις κατορθώνουν να χρηματοδοτήσουν επενδυτικά σχέδια μέσω προγραμμάτων του ΕΣΠΑ.
Η δυσκολία εκπλήρωσης των κριτηρίων τραπεζικής χρηματοδότησης, αλλά και οι προϋποθέσεις ένταξης σε πολλές δράσεις ενίσχυσης, «απαγορεύουν» ουσιαστικά την πρόσβαση στο μοναδικό εργαλείο υποστήριξης των μικρών επιχειρήσεων, για την υλοποίηση των σχεδίων τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η δράση για τον Βασικό Ψηφιακό Μετασχηματισμό των ΜμΕ, από την οποία αποκλείονται εκ προοιμίου πάνω από 7 στις 10 επιχειρήσεις, λόγω της αδυναμίας κάλυψης ενός συγκεκριμένου κριτηρίου ένταξης.
Η υποβάθμιση ή υποεκτίμηση της κατάστασης που επικρατεί σήμερα στην αγορά θα ήταν ολέθριο λάθος, με ανυπολόγιστες συνέπειες για απασχόληση και την οικονομία. Είναι γνωστό ότι η έλλειψη ταμειακών ροών μπορεί να οδηγήσει πολύ γρήγορα στην πτώχευση βιώσιμες, ακόμη και κερδοφόρες επιχειρήσεις. Εάν δεν υπάρξουν, επομένως, σοβαρές κινήσεις για την ανακούφιση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, δεν αποκλείεται να έχουμε ένα κύμα λουκέτων, το οποίο θα σήμαινε μαζική απώλεια θέσεων εργασίας και επιδείνωση των συνθηκών φτώχειας στην κοινωνία.
Εξίσου σοβαρός είναι ο κίνδυνος για τη μελλοντική ανάπτυξη του τόπου, αφού χωρίς ρευστότητα και χρηματοδοτικά εργαλεία, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της ψηφιακής και πράσινης μετάβασης. Αυτό σημαίνει ότι στο επόμενο διάστημα, οι επιχειρήσεις που αποτελούν το 99,9% του συνόλου των επιχειρήσεων και συνεισφέρουν το 85% της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, θα συνεχίσουν να αποδυναμώνονται σε όρους παραγωγικότητας και εξωστρέφειας. Χωρίς ισχυρή τη «ραχοκοκαλιά» της η ελληνική οικονομία δεν θα μπορέσει να κερδίσει την πρόκληση του παραγωγικού μετασχηματισμού και της βιώσιμης ανάπτυξης.
Είναι, επομένως, υπαρξιακής σημασίας η ανάγκη για μέτρα πραγματικής στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, προκειμένου να καταφέρουν να επιβιώσουν και να συμβάλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας στα επόμενα χρόνια.
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι απαραίτητο να εφαρμοστεί άμεσα ρύθμιση για εξόφληση του συνόλου των οφειλών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε 120 δόσεις. Η κίνηση αυτή θα βοηθήσει χιλιάδες επιχειρήσεις να παραμείνουν ζωντανές και να συνεχίσουν να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους, ακόμη και με μικρότερες δόσεις.
Παράλληλα, θα πρέπει να αυξηθούν οι διαθέσιμοι πόροι και να αναβαθμιστούν οι συνθήκες πρόσβασης των επιχειρήσεων στις δράσεις του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του ΕΣΠΑ 2021 – 2027. Απαιτείται διεύρυνση των επιλέξιμων κλάδων και επενδυτικών σχεδίων, προσκλήσεις προσαρμοσμένες στα μεγέθη και στις δυνατότητες της μικρής επιχείρησης, απλοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών και δημιουργία ενός ολοκληρωμένου μηχανισμού ενημέρωσης και υποστήριξης, για την προετοιμασία επιλέξιμων προτάσεων. Είναι, τέλος, καιρός να δοθεί λύση στο πρόβλημα της άντλησης χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα.
Οφείλουν, στο πλαίσιο αυτό, και οι τράπεζες να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και αναλάβουν πιο ενεργό ρόλο στη χρηματοδότηση της επιχειρηματικότητας και της ανάπτυξης. Θα πρέπει να αυξήσουν την παρεχόμενη ρευστότητα προς την αγορά, να προσαρμόσουν τα κριτήρια δανειοδότησης, ώστε να ανταποκρίνονται στα πραγματικά δεδομένα και τις ανάγκες της αγοράς, αλλά και να αναθεωρήσουν την τιμολογιακή τους πολιτική – περιορίζοντας τη διαφορά μεταξύ επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων.
Για να μπορέσουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να παραμείνουν ζωντανές, χρειάζονται άμεσα μέτρα στήριξης της ρευστότητάς τους και πρόσβαση σε σύγχρονα χρηματοδοτικά εργαλεία. Αν θέλουμε η ελληνική οικονομία να μπει σε θετική τροχιά, δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr