Όλα αυτά δημιουργούν προβληματισμό στους ασφαλισμένους, που βλέπουν ότι θα αργήσουν να πάρουν μία σύνταξη, η οποία τελικά θα είναι της πείνας. Και μόνο αν δεν καταρρεύσει τελείως η οικονομία και τα δημόσια ταμεία. Το γεγονός αυτό, ίσως, υπό προϋποθέσεις να αποτελούσε μια ευκαιρία για τον ιδιωτικό τομέα, ώστε να αυξήσει τη συμμετοχή του στις υπηρεσίες ασφάλισης. Άλλωστε, υπάρχει ήδη ένα κενό στο συγκεκριμένο κλάδο, σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Οι Έλληνες εργαζόμενοι ξοδεύουν πολύ λιγότερα από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους για την ασφάλιση τους σε ιδιωτικές εταιρείες. Στην Ελλάδα, η παραγωγή ασφαλίστρων ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένει σταθερή στο 2,1% -από τα χαμηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη, όπου ο μέσος όρος των 27 μελών κυμαίνεται στο 8%. Υπάρχει, λοιπόν, μεγάλο περιθώριο δυνητικής αύξησης των εσόδων για τις ιδιωτικές ασφαλιστικές- εφόσον αρχίσουμε να καλύπτουμε την συγκεκριμένη υστέρηση μας σε σχέση με τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Θεωρητικά. Πρακτικά όμως πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη τα εξής:
Κατ’ αρχάς, οι ασφαλιστικές έχουν να αντιμετωπίσουν τον φόβο που δημιούργησε στους πολίτες η χρεοκοπία του μεγάλου ασφαλιστικού οργανισμού Ασπίς Πρόνοια. Βέβαια, η ύπαρξη, πλέον, των αυστηρών κανονισμών του νέου καθεστώτος φερεγγυότητας Solvency II και η δημιουργία Εγγυητικού Κεφαλαίου Ζωής, σε συνδυασμό με την εποπτεία του κλάδου από την Τράπεζα της Ελλάδος, καθησυχάζουν σε ένα σημαντικό βαθμό τους φόβους του κοινού.
Ταυτόχρονα, το ιδιωτικό, στο θέμα της ασφάλισης, στη χώρα μας κάπως ξενίζει. Η ασφάλιση υγείας και σύνταξης θεωρείται κοινωνική παροχή, ένα ευεργέτημα, το οποίο προσφέρεται από το κράτος πρόνοιας, χωρίς να αναμένεται ανταποδοτικό όφελος. Αυτό, βέβαια, στην πράξη δεν ισχύει ούτε για τα δημόσια ταμεία, τα οποία επιβιώνουν, χάρη στις εισφορές ασφαλισμένων και εργοδοτών.
Το κυριότερο όμως πρόβλημα για τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, είναι η ίδια η οικονομική κρίση, που υποτίθεται ότι θα μπορούσε να είναι η ευκαιρία τους. Ο κόσμος δεν ανησυχεί μόνο για την επιβίωση του κράτους και των ταμείων του, αλλά και για την επιβίωση των τραπεζών. Επιπλέον, οι πολίτες, που δύσκολα τα βγάζουν πέρα σήμερα, δεν θέλουν ή δεν μπορούν να επιβαρύνονται με τα έξτρα οικονομικά βάρη της ιδιωτικής ασφάλισης. Αλλά το βασικότερο όλων είναι πως η κατάσταση, όπως είναι σήμερα, ρευστή κι επικίνδυνη, δεν αφήνει περιθώρια για μακροχρόνιους σχεδιασμούς. Όλοι κοιτάζουν τι το αμέσως προσεχές διάστημα κι αφήνουν κατά μέρος οικονομικές επενδύσεις που θα τους ωφελήσουν σε βάθος αρκετών δεκαετιών.Έτσι ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης, μέχρι στιγμής, δεν έχει κερδίσει από τα προβλήματα των δημόσιων ταμείων. Σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος, από το 2000 μέχρι το 2009 τα ασφάλιστρα ως ποσοστό του ΑΕΠ κυμαίνονται σταθερά κοντά στο 2%, μην παρουσιάζοντας αξιόλογες μεταβολές. Αυτή η στασιμότητα αποτελεί μειονέκτημα για την ελληνική οικονομία, καθώς μεγαλύτερη ανάπτυξη του συγκεκριμένου κλάδου μπορεί να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα για την άνοδο της ελληνικής οικονομίας. Όπως δηλώνει η πρόεδρος της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος κα. Μαργαρίτα Αντωνάκη: "Η ανάπτυξη της Ιδιωτικής Ασφάλισης θα φέρει αύξηση των θέσεων εργασίας και των επενδύσεων, καθώς τα αποθέματα των ασφαλιστικών εταιριών επενδύονται και τονώνουν την οικονομία. Δεν είναι τυχαίο που διεθνώς η Ιδιωτική Ασφάλιση αποκαλείται «ατμομηχανή της οικονομίας»".
Γιώργος Σμυρνής
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr