Αφορμή για να γράψει ο Δ. Βικέλας το ιστορικό αυτό μυθιστόρημα, υπήρξε η γνωριμία του στο Λονδίνο με τον Λουκά Ζίφο. Λίγο καιρό πριν πεθάνει, ο Ζίφος διηγήθηκε τη ζωή του στον Βικέλα κι εκείνος τον παρότρυνε να την καταγράψει ώστε να συγκρατηθεί από τα εγγόνια του και να μην ξεχαστεί στο πέρασμα του χρόνου. Μετά το θάνατο του Ζίφου ο Βικέλας έλαβε από τους κληρονόμους του τις ιδιόχειρες σημειώσεις με την αυτοβιογραφία του και τις επεξεργάστηκε, πλουτίζοντάς τις με τη δημιουργική του φαντασία. Από τις αρχές του 1878 αφοσιώθηκε στη συγγραφή ενός από τα σημαντικότερα ελληνικά πεζογραφήματα.
Όταν ξέσπασε η επανάσταση του ’21, ο Λουκάς βρισκόταν στη Σμύρνη με τον πατέρα του, για δουλειές. Εκεί ο πατέρας του, Γεώργιος Ζίφος, διατηρούσε μαζί με δύο θείους του εμπορικό κατάστημα. Κατάφεραν να ξεφύγουν από την ανάστατη Σμύρνη χάρις τον εφοπλιστή της εποχής και ενθουσιώδη πατριώτη καπετάν-Βισβίζη, ο οποίος τους φυγάδευσε με το πλοίο του. Πέρασαν απέναντι, στη Χίο.
Οι αναταραχές δεν άργησαν να έλθουν και στη Χίο, όταν στις 10 Μαρτίου του 1822 ο Λυκούργος Λογοθέτης και ο Χατζη-Αντώνης Μπουρνιάς αποβιβάστηκαν στο νησί με 1.500 έλληνες στρατιώτες. Στις 30 Μαρτίου ο τούρκος αντιναύαρχος Καρά-Αλής κατέπλευσε στη Χίο και κατέστειλε την εξέγερση τιμωρώντας παραδειγματικά τους Χιώτες, σε μια στρατιωτική επιδρομή που έμεινε γνωστή στην Ιστορία ως «η Σφαγή της Χίου». Η οικογένεια του Λουκά έκρυψε πολλά από τα πολύτιμα υπάρχοντα κάτω από μια μηλιά στην αυλή του σπιτιού τους και μαζί με άλλους Χιώτες πέρασαν στα Ψαρά κι έπειτα στη Τήνο.
Εκεί ο Λουκάς ασχολήθηκε με το εμπόριο. Αγόραζε χονδρικώς αγαθά, όπως λάδι, ψάρια, σαπούνια, χαβιάρι, κ.λπ. από τα πλοία που έφταναν στα γύρω νησιά και τα μεταπωλούσε στους λιανεμπόρους της Τήνου. Όταν κόπασε ο πόλεμος, αποφάσισε να γυρίσει στη Χίο για να αναζητήσει το θαμμένο οικογενειακό θησαυρό. Όταν έφτασε βρήκε το σπίτι του με καμένη την οροφή και κατοικημένο από τούρκους εποίκους. Για κακή του τύχη, ο θησαυρός ήταν παρμένος. Όπως μάλιστα αναφέρει στα απομνημονεύματά του: «Εμβήκα από τους τοίχους των γειτονικών μας χωραφιών, ανέβην τον τοίχον, κατέβην, έσκαψα όπου η κρύπτη μας. Δεν εύρον τίποτε. Ήσαν όλα παρμένα». Απογοητευμένος ο Λουκάς πήρε το δρόμο της επιστροφής.
Ο Ζίφος συνέχισε να εμπορεύεται ό,τι του τύχαινε και κάποια στιγμή εισχώρησε στον κλάδο των μεταλλουργών. Στα Ψαρά γνώρισε κάποιον αργυροχρυσοχόο, ο οποίος του έμαθε να αναγνωρίζει την ποιότητα του ασημιού. Ο Λουκάς, έχοντας γίνει μεσίτης νομισμάτων, αναχώρησε το Μάρτιο του 1831 για την Κωνσταντινούπολη. Αργότερα πήγε στην Τεργέστη της Ιταλίας. Τον Οκτώβριο του 1833 έφυγε με την οικογένειά του στην Αγγλία, όπου έμεινε αρχικά στο Μάντσεστερ, αργότερα στο Λίβερπουλ ενώ εγκαταστάθηκε οριστικά στο Λονδίνο. Εκεί ίδρυσε εμπορικό γραφείο υπό την ονομασία “L. Ziffo & Sons” στη διεύθυνση Leinster Gardens Hyde Park, London.
Ο Λουκάς Ζίφος έχαιρε ιδιαίτερου σεβασμού στους κύκλους των λονδρέζων εμπόρων, καθώς παρ’ ότι αναγκάστηκε –λόγω αδυναμίας– να κηρύξει στάση πληρωμών στους δανειστές του, αυτός τους υποσχέθηκε πως θα τους εξοφλήσει μέχρι τελευταίου οβολού, έστω και μετά την πάροδο πολλών ετών. Έτσι και έκανε, έστω και μετά από 15 χρόνια. Ξεπέρασε γι’ ακόμη μια φορά τις ατυχίες στη ζωή του και έφτιαξε ξανά περιουσία. Έχοντας ιδρύσει υποκατάστημα στη Νότια Ρωσία, πλέον, είχε ως βασική απασχόληση την εμπορία σιτηρών. Προς τη δύση της ζωής του δραστηριοποιήθηκε έντονα και σε άλλα επιχειρηματικά πεδία: υπήρξε μεγαλομέτοχος της τράπεζας της Αλεξάνδρειας “Bank of Alexandria Ltd” και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου στη αγγλική ασφαλιστική εταιρεία “Archangel Marine Insurance Company”.
Ο Λουκάς Ζίφος χρηματοδότησε την Αρχαιολογική Εταιρεία, την Αθηναϊκή Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία και υποστήριξε πολλούς εράνους στα πατρογονικά του εδάφη, όπως για παράδειγμα εκείνον υπέρ των θυμάτων της πυρκαγιάς στη Σμύρνη, το 1845. Συνετέλεσε δραστικά στη δημιουργία της ελληνικής εκκλησίας της Αγίας Σοφίας στο Bayswater του Λονδίνου και υπήρξε επίτιμος διευθυντής του Ελληνικού Κολλεγίου στο Λονδίνο. Το 1868 ενίσχυσε με γενναίο χρηματικό ποσό την Κρητική Επανάσταση για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και χρηματοδότησε το τμήμα ελληνικών σπουδών στο πανεπιστήμιο του Παρισιού. Η γυναίκα του, Δέσποινα Ζίφου, επίσης διακρίθηκε για τη φιλανθρωπική της δράση και υπήρξε μία εκ των βασικών συνιδρυτριών του Αμαλίειου Ορφανοτροφείου.
Ο Λουκάς Ζίφος ετάφη στο ελληνορθόδοξο κομμάτι του κοιμητηρίου Norwood του Λονδίνου. Η οικογένειά του ανέγειρε μεγαλοπρεπές μαρμάρινο μαυσωλείο το οποίο σώζεται μέχρι σήμερα.
Του Χρήστου Μπουτάτου*
* Ο κ. Μπουτάτος είναι επιχειρηματίας, Αντιπρόεδρος Δ.Σ. της DMN A.E., κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στο Μάνατζμεντ και τη Στρατηγική Επιχειρήσεων από το LSE. Αρθρογραφεί σε ιστολόγιο της οικονομικής εφημερίδας “Voria.gr”.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr