Η διετής ανάκριση για την υπόθεση στην οποία κατηγορείται για ξέπλυμα μαύρου χρήματος από μίζες ύψους 2,5 εκατομμυρίων ευρώ (με βάση το αδίκημα της απιστίας) έχει προσφάτως ολοκληρωθεί.
Και εναπόκειται πλέον στον εισαγγελέα και εν συνεχεία στο δικαστικό συμβούλιο να αποφασίσουν στο αμέσως προσεχές διάστημα είτε αν ο πρώην υπουργός δεν εμπλέκεται, είτε να θέσουν την υπόθεση στο αρχείο είτε να τον παραπέμψουν σε δίκη εντός του 2020.
Μέχρις ότου κριθούν αυτά, υπάρχει το ζήτημα της παρατεινόμενης προφυλάκισης του πρώην υπουργού. Είναι ενδεχομένως ο μοναδικός πολιτικός ευρωπαϊκής χώρας με τέτοια προϊστορία, που βρίσκεται επί σχεδόν έναν χρόνο στην φυλακή υπό αυτές τις συνθήκες.
Σήμερα, ο πρώην υπουργός των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ μιλάει για σκευωρία σε βάρος του, «στο πλαίσιο ενός ευρύτερου σχεδίου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ να εξοντώσει τους αντιπάλους της ηθικά και πολιτικά».
Υποστηρίζει ότι «το σχέδιο περιλάμβανε άσκηση διώξεων με εικασίες χωρίς στοιχεία, κατάργηση του τεκμηρίου αθωότητας και προαγγελία δικαστικών αποφάσεων από τον Πρωθυπουργό και άλλα μέλη της κυβέρνησης» και δηλώνει: «Με στοχευμένες τοποθετήσεις προσώπων σε καίριες θέσεις του δικαστικού συστήματος και την εκτεταμένη άσκηση πειθαρχικών διώξεων εναντίον δικαστών, η προηγούμενη κυβέρνηση επιδίωξε και, σε πολλές περιπτώσεις εξασφάλισε, την συμμόρφωση της δικαιοσύνης προς τις επιθυμίες της».
Οι κατηγορίες σε βάρος του κ. Παπαντωνίου στηρίζονται στο ότι:
α) προώθησε ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα που δεν εξυπηρετούσε τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου και ότι «συναποφάσισε την υλοποίηση του Προγράμματος Εκσυγχρονισμού Μέσης Ζωής 6 φρεγατών τύπου S» από τη THALES NEDERLAND BV, έναν υποκατασκευαστή, και δεν επέλεξε τη «σταδιακή απόκτηση νέων φρεγατών», παρότι γνώριζε ότι «το Ελληνικό Δημόσιο θα χρειαζόταν σύντομα να αποκτήσει νέες φρεγάτες» και
(β) σημειώθηκαν καθυστερήσεις στην υλοποίηση του εκσυγχρονισμού των έξι φρεγατών και άρα «τα λειτουργικά οφέλη που ανεμένετο να αποκομίσει το Ελληνικό Ναυτικό ήταν, αν όχι μηδενικά, τουλάχιστον πολύ λίγα και, σε κάθε περίπτωση, δυσανάλογα προς το κόστος του Προγράμματος Εκσυγχρονισμού» των παλαιών φρεγατών.
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι η υλοποίηση του προγράμματος για τον εκσυγχρονισμό των έξι φρεγατών διαφύλαξε πλήρως τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου και ενίσχυσε την εθνική ασφάλεια.
Όπως εξηγεί, «η ακύρωση ή η διακοπή του προγράμματος θα επέφερε κατ’ αρχάς μείωση της περιουσίας του Δημοσίου λόγω ταχείας επιχειρησιακής απαξίωσης των έξι φρεγατών και εν συνεχεία τη δέσμευση περίπου του δεκαπλάσιου ποσού για την υλοποίηση του εναλλακτικού προγράμματος για την κατασκευή νέων φρεγατών (3,0 έως 3,5 δισ. ευρώ έναντι 380 εκ. ευρώ για τον εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων φρεγατών). Λέει ότι ο στόχος αυτός δεν ήταν εφικτός, ιδίως υπό το πρίσμα των οικονομικών δεσμεύσεων της χώρας εντός της Ευρωζώνης και επιπλέον ότι θα υπέσκαπτε την εθνική ασφάλεια λόγω της απώλειας του ελέγχου στο Αιγαίο για μία περίπου δεκαετία, δεδομένης της αναμενόμενης χρονικής υστέρησης άνω των 10 ετών για την παραγγελία-κατασκευή-παράδοση νέων φρεγατών, σε σχέση με τα 3 έτη περίπου που απαιτούνταν για την παράδοση των εκσυγχρονισμένων φρεγατών – χρόνος ο οποίος τηρήθηκε.
Σημειώνει επίσης και ότι το Ελληνικό Δημόσιο δεν έχει αγοράσει νέες φρεγάτες έως τώρα και ότι οι ανάγκες φύλαξης των συνόρων καλύπτονται από τις υφιστάμενες εκσυγχρονισμένες φρεγάτες, για τις οποίες κατηγορείται.
Εν αναμονή της απόφασης για το αίτημα αποφυλάκισής του και της κρίσης του εισαγγελέα και του δικαστικού συμβουλίου, ο κ. Παπαντωνίου αναφέρει:
«Η απόφαση της ελληνικής ανακριτικής αρχής για προσωρινή κράτηση της συζύγου μου και εμού του ιδίου βασίστηκε στον ισχυρισμό ότι “είχαμε καταθέσει έφεση στις 22/12/2017 κατά της ενεργοποιημένης απόφασης του Εισαγγελέα της Βέρνης για τη διαβίβαση των τραπεζικών δεδομένων στην Ελλάδα παρά τη δήλωση συναινέσεως που δώσαμε γι' αυτή τη διαβίβαση”».
Όπως λέει, αυτό αποδείχθηκε ψέμα που διατυπώθηκε από τους Ελβετούς Εισαγγελείς: ένα έγγραφο «με ημερομηνία 11/11/2018 του Ομοσπονδιακού Ποινικού Δικαστηρίου της Ελβετίας δείχνει ότι ποτέ δεν ασκήθηκε κανένα ένδικο μέσο κατά της απόφασης (του Εισαγγελέα της Βέρνης) για να ικανοποιηθεί το αίτημα της Ελλάδας για δικαστική συνδρομή», σχετικά με τη διαβίβαση των τραπεζικών δεδομένων μας».
Προσθέτει δε ότι «για τον λόγο αυτό, υποβάλαμε Ποινική Μήνυση (Plainte pénale) κατά των Ελβετών Εισαγγελέων στα ελβετικά δικαστήρια. Επιπλέον, έχουμε παράσχει την ανεπιφύλακτη συγκατάθεσή μας για το άνοιγμα όλων των τραπεζικών λογαριασμών μας ανά τον κόσμο».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr