«Η Νέα Δημοκρατία έχει επανειλημμένα κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με τις καθυστερήσεις της κυβέρνησης στην πάταξη του λαθρεμπορίου καυσίμων.
Στην υπ’ αρ. 2936/27.01.2017 ερώτησή μας περί «πειραγμένων» αντλιών σε πρατήρια, το Υπουργείο Οικονομικών απάντησε ότι η πολυπλοκότητα των ελέγχων και η ανάγκη συντονισμού με άλλες υπηρεσίες απαιτεί χρόνο.
Αργότερα, στην υπ’ αρ. 4165/14.03.2017 ερώτηση για το ίδιο θέμα, το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης απάντησε ότι οι έλεγχοι στην αγορά θα γίνουν πιο αποτελεσματικοί μόλις ολοκληρωθεί το κεντρικό πληροφοριακό σύστημα αξιολόγησης δεδομένων και διασυνδεθεί με τις ελεγκτικές υπηρεσίες.
Καθώς οι καθυστερήσεις της κυβέρνησης στην αντιμετώπιση του φαινομένου ήταν πρωτοφανείς, επανήλθαμε με την υπ’ αρ. 4681/31.03.2017 ερώτηση περί ενίσχυσης του λαθρεμπορίου καυσίμων μετά τη νέα αύξηση των ειδικών φόρων κατανάλωσης.
Η απάντηση του Υπουργείου Οικονομικών περιορίστηκε στην αναλυτική περιγραφή των ελεγκτικών μηχανισμών, χωρίς να υπάρχει η παραμικρή αναφορά στο πρόβλημα του λαθρεμπορίου που απασχολεί εμπόρους και καταναλωτές καυσίμων.
Δεν υπήρχε καμία αναφορά στην εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για το λαθρεμπόριο καυσίμων παρά μόνο προθέσεις και ευχολόγια.
Στο μεταξύ, αποκαλύφθηκε ότι οι παλινωδίες δεν έχουν τελειωμό. Μετά από πολύμηνη απραξία, το Δεκέμβριο του 2016 υπεγράφησαν υπουργικές αποφάσεις που αφορούν στην υποχρεωτική τοποθέτηση συστημάτων εισροών – εκροών στις ελεύθερες εγκαταστάσεις των εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών και πωλητών θέρμανσης, καθώς και στα πλωτά μέσα μεταφοράς πετρελαιοειδών.
Όπως ορθώς είχε επισημάνει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων, οι υπουργικές αποφάσεις ήταν ασαφείς και ουσιαστικά ανεφάρμοστες. Ενάμιση χρόνο αργότερα, το φετινό Αύγουστο, εκδίδεται νέα απόφαση με σκοπό την άρση των ασαφειών.
Μόνο που και τώρα η κυβερνητική αδιαφορία είναι πρωτοφανής: από το κείμενο της νέας απόφασης απουσιάζει η αναφορά σε δημιουργία μητρώου δεξαμενών.
Στην ουσία, η κυβέρνηση αρνείται να καταγράψει τους χώρους αποθήκευσης καυσίμων. Έτσι, με την ανοχή των αρμοδίων, οι λαθρέμποροι μπορούν να διαθέτουν αδήλωτους αποθηκευτικούς χώρους απ’ όπου κάνουν την παράνομη διακίνηση καυσίμων.
Επιπλέον, η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων δεν διαθέτει το απαιτούμενο προσωπικό για να διασταυρώνει τα στοιχεία που συλλέγει από το σύστημα εισροών – εκροών των 5000 πρατηρίων που λειτουργούν στην επικράτεια.
Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση δεν έχει ακόμα προετοιμάσει την πολυδιαφημισμένη πλατφόρμα κεντρικής παρακολούθησης και αξιοποίησης παραγόμενων στοιχείων.
Το λαθρεμπόριο καυσίμων οδηγεί σε απώλεια δημοσίων εσόδων ύψους 300.000.000 ευρώ, δηλαδή ποσού ίσου με την περικοπή του ΕΚΑΣ για το 2018.
Η κυβέρνηση, σε πανηγυρικό τόνο, είχε υποσχεθεί έσοδα 1,5 δισ. από την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου και τελικά κατάφερε να εισπράξει λιγότερα από 3.000.000 ευρώ το χρόνο.
Κι ενώ τα δημόσια ταμεία αιμορραγούν εξαιτίας των πλημμελών ελέγχων στην αγορά καυσίμων, η κυβέρνηση αφαιμάζει τους νομοταγείς φορολογουμένους μέσω της υπερφορολόγησης και πλήττει τους χαμηλοσυνταξιούχους μέσω των κοινωνικών περικοπών.
Ερωτώνται οι κ.κ. υπουργοί:
1. Υπάρχει ολοκληρωμένος σχεδιασμός για την πάταξη του λαθρεμπορίου καυσίμων και την αύξηση των δημοσίων εσόδων;
2. Υπάρχουν στοιχεία των ελεγκτικών υπηρεσιών σχετικά με τους διεξαχθέντες ελέγχους και τα αποτελέσματά τους, από το 2015 μέχρι και σήμερα;
3. Πότε θα ολοκληρωθεί και θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία η πλατφόρμα κεντρικής παρακολούθησης και αξιοποίησης παραγόμενων στοιχείων;
4. Ποια τα αποτελέσματα των διασταυρώσεων στο σύστημα εισροών – εκροών των πρατηρίων καυσίμων;».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr