Συγκεκριμένα, η τιμή του ΣΜΕ Μαΐου για τον τύπο πετρελαίου West Texas Intermediate (WTI), υποχώρησε στα -40,32 δολάρια/βαρέλι, ενώ στις αρχές του έτους διαπραγματευόταν στα 65 δολάρια/βαρέλι. Τι σημαίνει, όμως, το αρνητικό πρόσημο στην τιμή του συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης πετρελαίου; Τα ΣΜΕ πετρελαίου είναι συμβόλαια φυσικής παράδοσης πετρελαίου, ενώ, κοντά στην ημερομηνία λήξης τους, η τιμή του συμβολαίου τείνει να συγκλίνει με τη φυσική τιμή του πετρελαίου, αφού οι τελικοί κάτοχοι των συμβολαίων (διυλιστήρια, αεροπορικές εταιρείες) επιθυμούν τη φυσική παράδοση του πετρελαίου. Στην περίπτωση των αρνητικών τιμών, αυτές ερμηνεύονται ως εξής: ορισμένοι παραγωγοί πετρελαίου είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν τους αγοραστές προκειμένου να αγοράσουν το πετρέλαιο, εξαιτίας της πολύ χαμηλής ζήτησης και της πληρότητας των χώρων αποθήκευσης. Επισημαίνεται ότι, στην αγορά των ΣΜΕ, οι συμμετέχοντες διακρίνονται σε δυο κατηγορίες, σε αυτούς που επενδύουν ή κερδοσκοπούν με τα συμβόλαια, προεξοφλώντας άνοδο ή πτώση των τιμών και σε εκείνους που κάνουν χρήση του υποκείμενου εμπορεύματος, όπως αναλύει η Alpha Bank στο Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων με τίτλο «Η ερμηνεία της καθοδικής πορείας της τιμής του πετρελαίου».
Η ζήτηση
Η διακοπή της παραγωγικής διαδικασίας που επιβλήθηκε σε πολλές χώρες από τις κυβερνήσεις για τον έλεγχο της πανδημίας του κορονοϊού, έχει οδηγήσει στην απότομη πτώση της ζήτησης πετρελαίου, καθώς οι αεροπορικές εταιρείες μείωσαν τον αριθμό των πτήσεών τους, ενώ οι οδηγοί αυτοκινήτων δεν χρησιμοποιούν στον ίδιο βαθμό τα οχήματα τους, λόγω των περιοριστικών μέτρων. Η ζήτηση πετρελαίου θα αρχίσει να ανακάμπτει μόλις οι κυβερνήσεις αποφασίσουν να χαλαρώσουν τα μέτρα περιορισμού που έχουν λάβει, προκειμένου να εμποδίσουν την εξάπλωση του κορονοϊού. Οι συμμετέχοντες στην αγορά πετρελαίου δεν αποκλείουν η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου να υποχωρήσει κατά 30% τον Απρίλιο.
Η προσφορά
Το καρτέλ του ΟΠΕΚ και οι σύμμαχοί του συμφώνησαν να πραγματοποιήσουν μια άνευ προηγουμένου περικοπή σχεδόν 10% της παγκόσμιας προσφοράς πετρελαίου από τον ερχόμενο μήνα, προκειμένου να εμποδιστεί η κατάρρευση της αγοράς, χωρίς, ωστόσο, όπως υποδηλώνουν οι μέχρι σήμερα εξελίξεις, να είναι αρκετό εύκολο να αντιστραφεί το αρνητικό κλίμα που έχει προκαλέσει η πτώση της κατανάλωσης. Οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης πετρελαίου στις ΗΠΑ έχουν αρχίσει να αγγίζουν τα όρια της πληρότητάς τους, εξαιτίας της τεράστιας υπερπροσφοράς αργού πετρελαίου. Η εξέλιξη αυτή προκαλεί μεγάλες πιέσεις στην κατακερματισμένη αγορά σχιστολιθικού πετρελαίου της Βόρειας Αμερικής, όπου πολλοί μικροί παραγωγοί αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης. Η βιομηχανία παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ, σύμφωνα με την Rystad Energy, θα συρρικνωθεί το 2020 κατά 2,1 εκατ. βαρέλια την ημέρα ή 2% της παγκόσμιας προσφοράς. Σημειώνεται ότι, πριν την εμφάνιση του Covid-19, η παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ αναμενόταν να αυξηθεί κατά 650.000 βαρέλια την ημέρα. Μία από τις μεγαλύτερες αμερικανικές εταιρείες πετρελαίου, η ConocoPhillips, σχεδιάζει να μειώσει την παραγωγή πετρελαίου της Βόρειας Αμερικής κατά 225.000 βαρέλια την ημέρα και να μειώσει τις προγραμματισμένες δαπάνες της κατά 25%. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ, εκμεταλλευόμενη τη χαμηλή τιμή του πετρελαίου, ενισχύει τα στρατηγικά της αποθέματα στις πολιτείες Λουϊζιάνα και Τέξας, υποστηρίζοντας παράλληλα τους αμερικανικούς παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου και προσπαθώντας να τονώσει τη ζήτηση σε μια δύσκολη περίοδο.
Η υποχώρηση των τιμών θα επιφέρει σφοδρό πλήγμα στις αμερικανικές επιχειρήσεις του κλάδου, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει μεγάλη ζημία στην οικονομία των ΗΠΑ, καθώς, σύμφωνα με το Αμερικανικό Ινστιτούτο Πετρελαίου (ΑΡΙ), συνεισφέρει το 10% του ΑΕΠ, ενώ ταυτόχρονα ενδέχεται να συρρικνώσει τη βιομηχανία ενέργειας, η οποία καλείται εντός της περιόδου 2020-24 να αποπληρώσει ομολογιακές εκδόσεις ύψους 32 δισ. δολαρίων (Moody’s Investors Service). Ωστόσο, στην περίπτωση του πετρελαίου τύπου Brent, η κατάσταση διαφοροποιείται, καθώς το συγκεκριμένο είδος πετρελαίου αντλείται κυρίως από τη θάλασσα, με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να μπορούν ευκολότερα να το αποθηκεύσουν σε πλοία για να το μεταφέρουν σε σημεία με υψηλή ζήτηση και κατά συνέπεια επηρεάζεται λιγότερο από τα προβλήματα αποθήκευσης που επιβαρύνουν το WTI. Σημειώνεται ότι η παγκόσμια ημερήσια παραγωγή πετρελαίου αγγίζει περίπου τα 100 εκατ. βαρέλια.
Με γνώμονα την αντιμετώπιση της εξάπλωσης της πανδημίας του κορονοϊού, οι μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη έχουν αναγκαστεί να διακόψουν τη λειτουργία παραγωγικών μονάδων, με αποτέλεσμα η παγκόσμια ημερήσια ζήτηση να προσδιορίζεται τώρα περί τα 70 εκατ. βαρέλια. Οι χώροι αποθήκευσης παγκοσμίως υπολογίζεται ότι καλύπτουν μια ποσότητα πετρελαίου της τάξης των 4,4 δισ. βαρελιών και οι συμμετέχοντες στην αγορά εκτιμούν ότι έχει καλυφθεί ήδη το 65% αυτής της ποσότητας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις (Kayrros Analytics), απομένουν περίπου 100 ημέρες για να εξαντληθεί και ο εναπομείναντας χώρος, εφόσον συνεχιστεί ο σημερινός ημερήσιος ρυθμός αποθήκευσης (περίπου 10 εκατ. βαρέλια).
Πως έχει αντιδράσει η αγορά του αργού πετρελαίου τύπου Brent;
Η τιμή του αργού πετρελαίου τύπου Brent υποχώρησε στα 15,98 δολάρια/βαρέλι την περασμένη εβδομάδα, καταγράφοντας το χαμηλότερο επίπεδο, από τα μέσα του 1999, ενώ, στις αρχές του έτους, διαμορφωνόταν στα 71,75 δολάρια/βαρέλι. Ωστόσο, η πτώση των τιμών του πετρελαίου ξεκίνησε την 8 Μαρτίου, όταν η Σαουδική Αραβία αποφάσισε να μειώσει αιφνιδιαστικά την τιμή του πετρελαίου κατά 6-8 δολάρια/βαρέλι, για ορισμένες χώρες στην Ευρώπη, την Ασία και τις ΗΠΑ, προκειμένου να αυξήσει την ημερήσια παραγωγή της κατά 25%, σηματοδοτώντας την έναρξη ενός πολέμου τιμών με κύριο στόχο τη Ρωσία, αλλά με δυνητικά καταστροφικές συνέπειες για τη Βενεζουέλα, το Ιράν και τις αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες.
Οι συνέπειες από την υποχώρηση της τιμής του πετρελαίου
Η υποχώρηση της τιμής θα μειώσει τις πληθωριστικές πιέσεις. Οι τιμές του πετρελαίου κατέρρευσαν τον Μάρτιο-Απρίλιο 2020, στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων 20 ετών. Η υποχώρηση των τιμών αποδίδεται, κυρίως, στην πτώση της ζήτησης, ως απόρροια της μείωσης της οικονομικής δραστηριότητας και ιδιαίτερα των ταξιδιωτικών μετακινήσεων, εξαιτίας της πανδημικής κρίσης. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στην πρόσφατα δημοσιευθείσα έκθεσή του (World Economic Outlook, April 2020), εκτιμά ότι ο παγκόσμιος πληθωρισμός θα υποχωρήσει από 3,6% το 2019, σε 3,0% το 2020. Επομένως, υπάρχει η προσδοκία ότι οι χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου θα έχουν άμεσα θετικό οικονομικό αποτέλεσμα, καθώς το χαμηλότερο κόστος παραγωγής μετακυλίεται στις τιμές των τελικών προϊόντων, ασκώντας αποπληθωριστικές πιέσεις. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι προκειμένου οι καταναλωτές να «καρπωθούν» τα οφέλη των χαμηλότερων τιμών αγαθών και υπηρεσιών, βραχυχρόνια, θα πρέπει να αυξήσουν την κατανάλωση από τα τρέχοντα επίπεδα. Η πτώση των τιμών του πετρελαίου δεν επαρκεί για την επαναφορά σε τροχιά οικονομικής μεγέθυνσης, καθώς υπάρχουν και λοιποί παράγοντες που την επηρεάζουν.
Επιπτώσεις στο ισοζύγιο πληρωμών. Οι χώρες που είναι καθαροί εισαγωγείς πετρελαίου θα επωφεληθούν από την πτώση της τιμής του, καθώς η αξία των εισαγωγών πετρελαίου θα μειωθεί, με αποτέλεσμα να μειωθεί το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Η εξέλιξη αυτή είναι σημαντική για μια χώρα όπως η Ινδία που εισάγει το 75% της κατανάλωσης πετρελαίου και επί του παρόντος παρουσιάζει μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Ωστόσο, για τους εξαγωγείς πετρελαίου, η πτώση της τιμής του πετρελαίου θα έχει τα αντίθετα αποτελέσματα, καθώς όσο μειώνεται η αξία των εξαγωγών τους τόσο προκαλείται χαμηλότερο εμπορικό πλεόνασμα. Πολλές χώρες που είναι εξαγωγείς πετρελαίου βασίζονται σε φορολογικά έσοδα από την παραγωγή πετρελαίου για τη χρηματοδότηση των κρατικών τους δαπανών. Για παράδειγμα, η Ρωσία κερδίζει το 70% των φορολογικών της εσόδων από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Η πτώση των τιμών του πετρελαίου θα οδηγήσει σε έλλειμμα του δημόσιου προϋπολογισμού και θα απαιτήσει είτε υψηλότερους φόρους είτε περικοπές στις δημόσιες δαπάνες. Άλλοι εξαγωγείς πετρελαίου, όπως η Βενεζουέλα, στηρίχτηκαν στο παρελθόν στα έσοδα από το πετρέλαιο για τη χρηματοδότηση κοινωνικών δαπανών. Η πτώση των τιμών του πετρελαίου θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντικά δημοσιονομικά ελλείμματα και κοινωνικά προβλήματα. Η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας ενδεχομένως να θελήσει να δανειστεί χρήματα για να καλύψει τη διαφορά μεταξύ δαπανών και εσόδων. Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, απαιτείται μια τιμή πετρελαίου περί τα 82 δολάρια/βαρέλι προκειμένου να ισοσκελιστεί ο προϋπολογισμός της χώρας. Στην περίπτωση αύξησης του δημοσιονομικού ελλείμματος, θα ασκηθεί σημαντική πίεση στην οικονομία και πιθανώς να καταγραφούν καθυστερήσεις σε μεγάλα επενδυτικά προγράμματα ή και αναστολή τους επ' αόριστον, προκαλώντας αναταραχή στους εμπλεκόμενους φορείς. Η Ρωσία δεν αντιμετωπίζει τις ίδιες δυσκολίες με τη Σαουδική Αραβία σε επίπεδο προϋπολογισμού, καθώς έχει τη δυνατότητα να επιτύχει τους στόχους της με την τιμή του πετρελαίου πολύ χαμηλότερα από ότι επιτρέπει ο προϋπολογισμός της Σαουδικής Αραβίας. Ο προϋπολογισμός της Ρωσίας ισοσκελίζεται με ένα επίπεδο τιμής στα 40 δολάρια/βαρέλι, ενώ η χώρα μπορεί να αυξήσει ταχύτερα τις εξαγωγές της συγκριτικά με τη Σαουδική Αραβία, λόγω του δικτύου που διαθέτει στο ευρωπαϊκό έδαφος.
Μείωση των μερισματικών αποδόσεων για συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά ταμεία. Οι εταιρείες πετρελαίου θεωρούνται από τους σημαντικότερους φορείς καταβολής μερισμάτων στις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές, αποτελώντας σημαντική πηγή εισοδήματος για πολλά συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά ταμεία αλλά και μεμονωμένους επενδυτές. Εάν οι τιμές του πετρελαίου παραμείνουν για μακρό χρονικό διάστημα σε χαμηλά επίπεδα, ενδεχομένως, να αναγκαστούν να περιορίσουν τα μερίσματά τους, να διακόψουν τα προγράμματα εξαγοράς ιδίων μετοχών και να μειώσουν τις κεφαλαιουχικές τους δαπάνες. Ήδη η Equinor της Νορβηγίας αποτελεί την πρώτη πετρελαϊκή εταιρεία που αποφάσισε να μειώσει το μέρισμά της, με αφορμή την εξαιρετικά δυσμενή κατάσταση της αγοράς.
Καθυστέρηση στη χρήση εναλλακτικών πηγών ενέργειας. Τα τελευταία χρόνια, υπήρξαν κίνητρα για επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σε ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Η παρατεταμένη πτώση των τιμών του πετρελαίου θα μειώσει αυτά τα κίνητρα και θα ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές να διατηρήσουν τη χρήση του πετρελαίου. Η πτώση των τιμών του πετρελαίου μπορεί να καθυστερήσει τις επενδύσεις σε εναλλακτικές «πράσινες» μορφές ενέργειας, με αρνητικές συνέπειες για το περιβάλλον.
Οι προοπτικές της τιμής του πετρελαίου
Η πανδημική κρίση του κορονοϊού έχει προκαλέσει απώλειες θέσεων εργασίας, διακοπή λειτουργίας επιχειρήσεων και ταξιδιωτικούς περιορισμούς, με τεράστιες επιπτώσεις στην παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου. Η κρίση που αντιμετωπίζει η αγορά πετρελαίου είναι πολύ διαφορετική με άλλες που εμφανίστηκαν στο παρελθόν, καθώς στην τρέχουσα συγκυρία έχει αρχίσει να προξενείται πολύ σημαντική διαταραχή στη ζήτηση, με ταυτόχρονη, όμως, διαταραχή και στην πλευρά της προσφοράς που έχει προκληθεί από τον πόλεμο των μεριδίων. Λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες που επιδρούν στην προσφορά και στη ζήτηση πετρελαίου, είναι σαφές ότι η τιμή του πετρελαίου θα διατηρηθεί σε χαμηλά επίπεδα για μακρό χρονικό διάστημα. Η όποια ανάκαμψη της τιμής του πετρελαίου μπορεί να προέλθει από την πλευρά της ζήτησης, η οποία στην παρούσα συγκυρία επηρεάζεται από τη χρονική διάρκεια της πανδημίας Covid-19. Σύμφωνα με την Υπηρεσία Ενέργειας (ΕΙΑ) των ΗΠΑ, η μέση τιμή του πετρελαίου τύπου Brent για το 2020 εκτιμάται σε 33,04 δολάρια/βαρέλι και σε 45,62 δολάρια/βαρέλι το 2021, από 64,36 δολάρια/βαρέλι το 2019.
Βρείτε ολόκληρη την ανάλυση της Alpha Bank στο συνοδευτικό υλικό.
- Alpha_Bank_petrelaio.docx (81 Λήψεις)
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr