Μέχρι χθες ήταν διάχυτη η εντύπωση ότι οι ελληνικές τράπεζες, με εξαίρεση - ίσως- μίας μόνο τράπεζας που ανήκει στο Δημόσιο, πέρασαν στις «εξετάσεις». Σημειωτέον, ότι τόσο ο υπουργός Οικονομικών, όσο και ο πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας κ.κ. Γ. Παπακωνσταντίνου και Β. Ράπανος εμφανίζονταν καθησυχαστικοί ως προς τη συγκεκριμένη εξέλιξη. Στο ενδεχόμενο που τα αποτελέσματα δεν είναι θεμιτά, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, θα πρέπει να αναμένονται άμεσα εξελίξεις.
Ο υπεύθυνος ανάλυσης της Guardian Trust κ. Β. Σωτηρόπουλος τονίζει ότι «το τελευταίο διάστημα υπάρχει ροή κεφαλαίων προς στις τράπεζες, οι οποίες και καθοδηγούν τα πράγματα και τις εξελίξεις στο ταμπλό». Ο ίδιος θεωρεί ότι, «βραχυπρόθεσμα θα συνεχιστούν τα οφέλη για τους επενδυτές».
Από την πλευρά του ο υπεύθυνος ανάλυσης της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ κ. Κ. Βέργος επισημαίνει ότι, «αφενός μεν η τάση έχει αλλάξει και προκαλεί αισιοδοξία, αφεταίρου οι επενδυτές θα πρέπει να παραμείνουν προσεκτικοί, αφού η επόμενη αντίσταση βγαίνει στην περιοχή των 1.700 μονάδων».
Από εκεί και πέρα, οι εξελίξεις που έρχονται στις τράπεζες, σχολιάζουν παράγοντες της αγοράς θα είναι καθοριστικές με ορόσημο τη σημερινή μέρα, Παρασκευή 23 Ιουλίου. Τυχόν απογοητευτικά αποτελέσματα θα αποτελέσουν τον προάγγελο για γενναίες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, αν και οι πρώτες κρούσεις που έγιναν στα μέσα Ιουνίου από μεγάλες ελληνικές τράπεζες προς στην αγορά του Λονδίνου στέφθηκαν από αποτυχία. Το επόμενο βήμα που θα γίνει -κάτι που θεωρείται βέβαιο- είναι να προχωρήσουν οι ανακατατάξεις στον κλάδο. Σήμερα συνέρχεται η διϋπουργική επιτροπή αποκρατικοποιήσεων, η οποία θα ασχοληθεί με την πρόταση Σάλλα για την απόκτηση της συμμετοχής του Δημοσίου σε Τ.Τ. και ΑΤΕ.
Θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει στην πρόσληψη συμβούλων που θ' ασχοληθούν τόσο με τη θέση των τραπεζών στην εγχώρια αγορά, όσο και με την αξιολόγηση της πρότασης από την Πειραιώς. Με αυτά τα δεδομένα, τίποτα δεν αποκλείει τις αυτόνομες προσπάθειες συγκέντρωσης στον κλάδο. Δεν είναι και λίγοι εκείνοι που έριξαν στο τραπέζι την προσέγγιση της Εθνικής με τη Eurobank, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο, κατά την ισχύουσα φημολογία, να συνδέσουν την άνοδο κατά 7,69% με τη βελτίωση της αποτίμησης ενόψει ανταλλαγής μετοχών.
Σε σχέση με τις κινήσεις των υπολοίπων «παικτών» της ελληνικής αγοράς η Credit Suisse σε πορόσφατη έκθεσή της αναρωτιέται αν θα υπάρξουν άλλες προσφορές για τις συμμετοχές του Δημοσίου στις τράπεζες, επισημαίνοντας ότι θέση στο ΤΤ έχουν τόσο η Εθνική Τράπεζα όσο και η Εurobank ΕFG. Σύμφωνα με την Credit Suisse, η συγχώνευση της Εθνικής Τράπεζας με οποιαδήποτε άλλη στην Ελλάδα θα οδηγούσε στον σχηματισμό ενός ομίλου με πολύ μεγάλο μερίδιο ειδικά στη στεγαστική πίστη. Συγκεκριμένα στην περίπτωση της συνένωσης με τη Εurobank θα υπάρξει υπερβολικά μεγάλη επικάλυψη στην καταναλωτική πίστη, ενώ το μερίδιο στα στεγαστικά δάνεια θα διαμορφωθεί στο 39%. Αν προκύψει «προξενιό» με την Αlpha Βank, το μερίδιο στη στεγαστική πίστη θα φτάσει το 39%, ενώ το νέο σχήμα θα διαθέτει το 30% επί του συνόλου των τραπεζικών καταστημάτων στην Ελλάδα. Παράλληλα τονίζεται ότι δεν μπορεί η ίδια να αποτελέσει στόχο εξαγοράς λόγω του μεγάλου μεγέθους της.
Στ. Κ. Χαρίτος
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr