Η ανάπτυξη της ιδιωτικής υγείας έχει βασιστεί στην υψηλή κερδοφορία των επιχειρήσεων και στη γρηγορότερη απόσβεση των επενδύσεων σε σχέση με άλλους κλάδους. Όμως το 2009 παρατηρήθηκε η τήρηση στάσης αναμονής αναφορικά με την περαιτέρω επέκταση σε Ελλάδα και εξωτερικό, ενώ δόθηκε περισσότερη έμφαση στον έλεγχο των δαπανών.
Αναφορικά με τη στρατηγική που ακολουθήθηκε το τελευταίο έτος, επισημαίνουμε την υλοποίηση προγραμμάτων αναβάθμισης ξενοδοχειακών υπηρεσιών και εξοπλισμού, την επέκταση των δραστηριοτήτων σε νέους τομείς και τη διεύρυνση των συνεργασιών με ασφαλιστικές εταιρείες.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τομέας των μαιευτηρίων, όπου η αγορά είναι έντονα συγκεντρωμένη γύρω από το «Ιασώ», το «Μητέρα» και το «Λητώ». Στον τομέα αυτό εντοπίζονται υψηλότερα περιθώρια κερδοφορίας έναντι των γενικών κλινικών, γεγονός που συντηρεί τον ανταγωνισμό σε υψηλά επίπεδα.
Το 2009 στην αγορά εισήλθε το μαιευτήριο «Γαία» μέσω συνεργασίας του Ιατρικού Κέντρου με το Ερρίκος Ντυνάν, ενώ το δεύτερο εξάμηνο του 2010 θα λειτουργήσει και το «Ρέα» στα νότια προάστια. Η πρώτη μονά-δα έχει ήδη εντείνει τον τιμολογιακό ανταγωνισμό, κάτι το οποίο ενδέχεται να ενταθεί με την είσοδο του «Ρέα».
Προβλήματα
Οι απαιτήσεις της αγοράς για επέκταση και εκσυγχρονισμό έχουν οδηγήσει στη δέσμευση σημαντικών κονδυλίων για επενδύσεις, επιφέροντας όμως αύξηση της δανειακής επιβάρυνσης (κυρίως μακροπρόθεσμης), άνοδο των χρηματοδοτικών δαπανών και υποβάθμιση της ικανότητας κάλυψης τόκων.
Οι κλινικές μικρότερου μεγέθους υστερούν σε ανταγωνιστικότητα, αφού δεν έχουν τη δυνατότητα να προβούν στις απαραίτητες επενδύσεις εκσυγχρονισμού, ενώ παρέχουν περιορισμένο φάσμα υπηρεσιών.
Επίσης, διαπιστώνονται μακροχρόνιες καθυστερήσεις στην είσπραξη των οφειλών από τα ασφαλιστικά ταμεία λόγω των υπέρογκων ελλειμμάτων των τελευταίων.
Τα εγχώρια θεραπευτήρια υφίστανται σημαντικά κόστη, καθώς τα τιμολόγια των ταμείων παραμένουν στάσιμα εδώ και αρκετά χρόνια, ενώ οι τιμές των ειδών ιατρικού εξοπλισμού, αναλώσιμων και φαρμάκων διαμορφώνονται σε πολύ υψηλότερα έναντι άλλων χωρών επίπεδα.
Αναφορικά με το θεσμικό περιβάλλον της αγοράς, επισημαίνουμε την αναντιστοιχία των προδιαγραφών λειτουργίας των κλινικών με σύγχρονα δεδομένα, καθώς και την έλλειψη πιστοποίησης παροχής υπηρεσιών από κεντρικό φορέα.
Τονίζουμε επίσης την πρόσθετη επιβάρυνση των κλινικών λόγω των υψηλότερων φόρων και της μη έκπτωσης του επιβαλλόμενου ΦΠΑ από μελλοντικά έσοδα.
Τέλος, διαπιστώνεται έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού, ενώ μέρος των νοσηλευτών κατά περιόδους μετακινείται στο δημόσιο τομέα.
Προοπτικές
Στη μελέτη της Hellastat προκύπτει ότι η ανελαστική φύση των δαπανών υγείας δημιουργεί αισιοδοξία περαιτέρω ενίσχυσης των μεγεθών του κλάδου, αν και με μια τάση επιβράδυνσης.
Σημαντικές προοπτικές εξακολουθεί να προσφέρει η ανάπτυξη εκτός συνόρων, ιδίως σε βαλκανικές χώρες, όπου οι δημόσιες υποδομές υγείας βρίσκονται σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο.
Οι εταιρείες του κλάδου πρέπει να εστιάσουν σε στοχευμένες κινήσεις, όπως εκσυγχρονισμό και παροχή εξειδικευμένων υπηρεσιών (μονάδες ογκολογίας, κέντρα αποθεραπείας και αποκατάστασης, υπηρεσίες μιας ημέρας κλπ.). Επίσης, άμεση προτεραιότητα αποτελεί ο περιορισμός των μη παραγωγικών δαπανών.
Βασικό παράγοντα πάντως περαιτέρω ανόδου θα αποτελέσει η ενίσχυση της διείσδυσης των ιδιωτικών ασφαλιστηρίων υγείας, γεγονός που θα επιτρέψει την πρόσβαση σε ευρύ πελατολόγιο.
Αναφορικά με τον τομέα των μαιευτηρίων, εκτιμάται ότι η αγορά της Αττικής θα κορεστεί, δεδομένης και της πρόβλεψης για στασιμότητα των γεννήσεων τα επόμενα έτη. Συνεπώς, το ενδιαφέρον των ιδιωτών θα στραφεί στην περιφέρεια, όπου η παρουσία τους μέχρι στιγμής δεν είναι ιδιαίτερα οργανωμένη.
Χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου
Στη μελέτη της Hellastat αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 134 επιχειρήσεων. Τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης συνοψίζονται στα εξής:
Ο συνολικός Κύκλος Εργασιών του δείγματος των 134 κλινικών το 2008 συνέχισε να αυξάνεται, αν και με μια ελαφρά τάση υποχώρησης. Το τελευταίο έτος ανήλθε στα €1,49 δισ. (+7,7% από το 2007), με το μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής την τελευταία 7ετία να διαμορφώνεται σε 14,5%.
Περίπου 9 στις 10 εταιρείες το 2008 βελτίωσαν το επίπεδο των Πωλήσεών τους, οδηγώντας τη μέση μεταβολή του δείγματος στο 9,1%.
Το τελευταίο έτος η κερδοφορία του κλάδου χαρακτηρίστηκε από τάση συγκράτησης: τα ΚΠΤΦΑ αυξήθηκαν ελαφρώς στα €214,20 εκ., ενώ τα ΚΠΦ υποχώρησαν κατά 22,4%, στα €97,27 εκ.
Περίπου το 68% των εταιρειών (συνολικά 79) το 2008 εμφάνισε θετικά ΚΠΦ. Οι 34 από αυτές υπέστησαν κάμψη, ενώ 30 βελτίωσαν τα αποτελέσματα του 2007, ενώ η αντίστοιχη μέση μεταβολή διαμορφώθηκε σε -1,7%.
Αν και το περιθώριο μικτού κέρδους παρέμεινε σταθερό στο 22,6%, τα περιθώρια λειτουργικής και προ φόρων κερδοφορίας υποχώρησαν σε 13,2% και 5,5% αντίστοιχα.
Η επενδυτική δραστηριότητα σε εγκαταστάσεις και εξοπλισμό αντανακλάται στην επιβάρυνση της κεφαλαιακής μόχλευσης σε 1,6 προς 1. Οι Βραχυπρόθεσμες Υποχρεώσεις αυξήθηκαν κατά 56%, χρηματοδοτώντας το 36,6% των κεφαλαίων.
Η γενική ρευστότητα τις τελευταίες χρήσεις δια-γράφει τροχιά ελαφράς βελτίωσης, φθάνοντας το 2008 στο 1,15.
Ο Εμπορικός Κύκλος κυμαίνεται σε αρνητικά επίπεδα, διαμορφούμενος την τελευταία χρήση στις -8 ημέρες.
Η αποδοτικότητα των Ιδίων Κεφαλαίων μειώθηκε από 13,1% σε 11,6%, συνιστώντας άμεση συνέπεια της υποχώρησης των περιθωρίων κερδοφορίας, διατηρείται ωστόσο σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr