«Οι υδρογονάνθρακες είναι απαραίτητοι και δεν μπορούν να τους καλύψουν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εκτίμησε ο Δρ. Κωνσταντίνος Νικολάου, αντιπρόεδρος της Energean και εταίρος του ΙΕΝΕ. Όπως επεσήμανε, τα ορυκτά καύσιμα θα κυριαρχήσουν στο ενεργειακό ισοζύγιο και πέραν του 2050 και η Ελλάδα θα συνεχίζει να εισάγει ορυκτά καύσιμα και πέραν του συγκεκριμένου έτους για να καλύπτει πάγιες ανάγκες της, θέτοντας σε επισφάλεια την ενεργειακή της ασφάλεια και ανεξαρτησία, δαπανώντας πάνω από 25-30 δισ. ευρώ ανά έτος για εισαγωγή καυσίμων.
Ο κ. Νικολάου επεσήμανε τις πολλές καθυστερήσεις που παρατηρούνται στις αδειοδοτήσεις για τη διεξαγωγή ερευνών, καθώς και τα εμπόδια που θέτει μια μικρή – όπως επεσήμανε – ομάδα ακτιβιστών για το περιβάλλον, οι οποίοι προσφεύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας, παρακωλύοντας τις διαδικασίες. Στάθηκε ιδιαίτερα επίσης στις κυβερνητικές παλινωδίες, κάνοντας πρωτίστως λόγο για πολιτικό θέμα.
«Σταθερότητα, συνέχεια και συνέπεια» είναι απαραίτητες για να γίνουν έρευνες, επεσήμανε, καταλήγοντας ότι «αν υπάρχουν υδρογονάνθρακες οφείλουμε να τους βρούμε».
«Τελευταία ευκαιρία για τη χώρα»
Από την πλευρά του, ο Γιάννης Γρηγορίου, αντιπρόεδρος του Continental Europe Energy Council (CEEC) και εταίρος του ΙΕΝΕ επεσήμανε ότι το 2024 είναι κομβικό και η τελευταία ευκαιρία για τη χώρα να βρει και να παράξει υδρογονάνθρακες, εκτιμώντας ότι το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο θα συνεχίσουν να έχουν σημαντική ενεργειακή συμβολή και τις επόμενες δεκαετίες.
Επεσήμανε ότι οι υποδομές υπάρχουν και το επόμενο βήμα είναι η γεώτρηση, αλλά παρατηρούνται καθυστερήσεις από πλευράς Πολιτείας, η οποία δεν δίνει εγγυήσεις στις εταιρείες που θέλουν να επενδύσουν.
«Τα αποθέματα μπορούν να αλλάξουν το παιχνίδι ως χώρα και να αποφέρουν τεράστια γεωπολιτικά και οικονομικά οφέλη», τόνισε.
Μετ΄ εμποδίων οι έρευνες
Ο κ. Γρηγορίου έκανε μια μικρή αναδρομή στην πορεία των ερευνών στον τομέα τα τελευταία χρόνια, επισημαίνοντας αρχικά για την περίοδο 2011-2014 ότι, έπειτα από αδράνεια τουλάχιστον 15 ετών, το Ελληνικό Δημόσιο, μέσω του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας με τότε υπουργό τον Γιάννη Μανιάτη και της ΕΔΕΥ με τότε επικεφαλής την Σοφία Σταματάκη, προκήρυξε διαγωνισμούς στη Δυτική Ελλάδα για έρευνα και παραγωγή υδρογονανθράκων.
Η Ελληνικά Πετρέλαια και η Energean συμμετείχαν ενεργά στις διαδικασίες, ενώ η διεθνής αγορά παρακολουθούσε με δισταγμό.
Από το 2015 μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2019, σε όλες τις περιοχές διεξήχθησαν γεωχημικές, γεωλογικές και γεωφυσικές εργασίες και περιβαλλοντικές μελέτες, με όλες τις μελέτες και τις ερευνητικές εργασίες να είναι απολύτως θετικές.
Μάλιστα, στις περιοχές του Πατραϊκού, με ερευνητική γεώτρηση για 140 MMBIs, και του Κατάκολου (παραγωγή), το επόμενο βήμα είναι η εκτέλεση γεωτρήσεων.
Παράλληλα, στη βορειοδυτική Πελοπόννησο σχεδιάζεται η εκμετάλλευση βιογενούς φυσικού αερίου, με τις ανακαλύψεις να έχουν γίνει τη δεκαετία του ’80.
Τότε, οι Τεχνικές Συμβουλευτικές Επιτροπές, αποτελούμενες από μέλη από ΕΔΕΥ, ΥΠΕΝ και ακαδημαϊκούς, βασισμένες στις τεκμηριωμένες εισηγήσεις των εταιρειών, εξέφρασαν ομόφωνη θετική άποψη.
Με την αλλαγή κυβέρνησης, όμως, το δεύτερο μισό του 2019, το κλίμα για τις έρευνες υδρογονανθράκων έγινε, όπως σημείωσε ο κ. Γρηγορίου, αρνητικό.
Με επίκληση την κλιματική αλλαγή, παρά τις αρχικές θετικές κινήσεις τους, όλα σχεδόν τα πολιτικά κόμματα αντιτίθενται στις έρευνες με προφανείς αρνητικές επιδράσεις στον κρατικό μηχανισμό, π.χ. περιβαλλοντικές άδειες.
Οικολογικές οργανώσεις καθυστερούν τις έρευνες με εκδηλώσεις και προσφυγές στο ΣτΕ, με τις εταιρείες που είχαν αναλάβει σχετικά έργα να επιστρέφουν περιοχές και να αποχωρούν από αυτές που είχαν αναλάβει. Χαρακτηριστικά, η ΕΛΠΕ επέστρεψε τις περιοχές Πατραϊκού, Άρτας- Πρέβεζας και βορειοδυτικής Πελοποννήσου, χωρίς να έχει εκπληρώσει τις συμβατικές εργασίες, ενώ η Repsol αποχωρεί από τις περιοχές του Ιονίου, των Ιωαννίνων και της Αιτωλοακαρνανίας και η Total από τις περιοχές δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης χωρίς καν να εκπληρώσει τις συμβατικές έρευνες.
Παραμένουν τα αντιφατικά μηνύματα
Με την ενεργειακή κρίση ήδη σε εξέλιξη και τον πόλεμο στην Ουκρανία να την επιτείνει, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε τον Απρίλιο του 2022 την επανεκκίνηση των ερευνών, παρά τις αντίθετες δηλώσεις επιφανών υπουργών, όπως, για παράδειγμα, του τότε υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, που είχε δηλώσει ότι «η Ελλάδα δεν θα γίνει χώρα παραγωγής υδρογονανθράκων και δεν θα αρχίσει να σκάβει τον βυθό της Μεσογείου».
Και πάλι, όμως, τα μηνύματα είναι αντιφατικά, με την αγορά να «παγώνει» και να προβληματίζεται όταν στη συνέχεια ο Κυριάκος Μητσοτάκης διεμήνυσε ότι δεν θα παραχωρηθούν άλλες περιοχές για έρευνα και αν ανακαλυφθεί πετρέλαιο δεν θα παραχθεί.
Έτσι, όπως σημείωσε ο κ. Γρηγορίου, ενώ το 2019 η ΕΔΕΥ, δια στόματος του τότε προέδρου της, Γιάννη Μπασιά, είχε ανακοινώσει νέες σεισμικές έρευνες και προκήρυξη διαγωνισμών για νέες περιοχές, αυτές, όχι μόνο δεν έχουν υλοποιηθεί, αλλά πριν καν γίνουν ουσιαστικές έρευνες, οι παραχωρηθείσες περιοχές στη Δυτική Ελλάδα έχουν μειωθεί δραματικά, σε μόλις 6.
Θετικά τα αποτελέσματα, μεγάλες προοπτικές
Η κωλυσιεργία «ενοχλεί» ακόμα περισσότερο την αγορά, συμφώνησαν οι ομιλητές, καθώς τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα των ερευνών είναι άκρως θετικά. Όπως είπε ο κ. Γρηγορίου, όλες οι ανάδοχες εταιρείες εξεπλήρωσαν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις για γεωφυσικές έρευνες σε όλες τις περιοχές, με κάποιες, μάλιστα, να καλύπτουν και επόμενες φάσεις.
Στην Κρήτη, για παράδειγμα, στις δύο παραχωρήσεις, οι καταγραφές των 2D σεισμικών είναι τόσο πυκνές, επιπλέον των συμβατικών, που προοιωνίζουν εκτέλεση γεωτρήσεων. Την ίδια ώρα, η Energean αναμένει έγκριση περιβαλλοντικών μελετών για γεωτρήσεις σε Ιωάννινα και Κατάκολο.
Όπως επισημαίνει, μάλιστα, ο κ. Γρηγορίου, υπάρχουν ακόμα τεράστιες θαλάσσιες εκτάσεις που παραμένουν ανεξερεύνητες, με τη χώρα να έχει μεγάλες προοπτικές για την ανακάλυψη σημαντικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, εκ των οποίων το 85% εκτιμάται ότι είναι φυσικό αέριο.
Με βάση υπάρχουσες ελάχιστες 2D σεισμικές διασκοπήσεις μέχρι το 2021, έχουν χαρτογραφηθεί μέχρι σήμερα περισσότερες από 40 γεωλογικές δομές, οι οποίες χρήζουν περαιτέρω έρευνας για την ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Τα εν δυνάμει αποθέματα της χώρας εκτιμώνται σε περίπου 2-2,5 TCM φυσικού αερίου.
Άλλωστε, και από επίσημα χείλη (ΥΠΕΝ και ΕΔΕΥΕΠ) σημειώνεται ότι τα αποτελέσματα των μελετών είναι ιδιαιτέρως θετικά. Όπως είπε η Κατερίνα Τσιώνα, δικηγόρος-νομική εμπειρογνώμονας σε θέματα Ενεργειακού Δικαίου της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων, αυτή τη στιγμή υπάρχουν 8 συμβάσεις μίσθωσης και υπολογίζεται ότι η αξία των αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου μπορεί να ανέλθει στα 250 δισ. ευρώ.
Η κα. Τσιώνα επεσήμανε ότι οι υδρογονάνθρακες είναι σημαντικός μοχλός για την ενεργειακή μετάβαση που θα μπορέσουν να οδηγήσουν τη χώρα στον στόχο της μηδενικής εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα μέχρι το 2050 και την ενεργειακή ασφάλεια.
Η ίδια διαφώνησε με τους συνομιλητές της όσον αφορά το κλίμα, σημειώνοντας ότι τα τελευταία χρόνια είναι θετικό, υπενθυμίζοντας και τη στρατηγική «Υδρογονάνθρακες 2.0». Επεσήμανε ότι έχουν παρθεί σημαντικές πρωτοβουλίες και μέσα σε έναν μόνο χρόνο έχουν γίνει 7 θαλάσσιες σεισμικές έρευνες και πλέον βρισκόμαστε στη φάση της επεξεργασίας των δεδομένων.
Σημείωσε με τη σειρά της ότι στο μπλοκ της Κρήτης διπλασιάστηκαν τα σεισμικά από ExxonMobil και ΕΛΠΕ.
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, το 2024-2025 υπολογίζουμε να έχουμε αποτελέσματα, το 2025-2026 γεωτρήσεις και το 2026-2027 τα πρώτα αποτελέσματα από τα κοιτάσματα.
Η κα. Τσιώνα επεσήμανε ότι η ιδανική λύση είναι η αρμονική σύζευξη όλων των παραγόντων, υδρογονανθράκων και ανανεώσιμων, κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά και στα υπεράκτια αιολικά πάρκα, εξηγώντας, βέβαια, ότι κάθε αλλαγή χρειάζεται χρόνο.
Στενεύουν τα χρονικά περιθώρια
Η αγορά, λοιπόν, παραμένει σε εγρήγορση και περιμένει το «πράσινο φως» από το Δημόσιο. Και δεν μπορεί να περιμένει για πολύ, καθώς, όπως σημείωσε ο κ. Νικολάου, ο χρόνος δεν είναι απεριόριστος.
«Χρειάζεται ξεκάθαρα πολιτική στήριξη και βούληση. Αν εκμεταλλευτούμε τα κοιτάσματά μας θα είμαστε πιο ανεξάρτητοι και αν το είχαμε πράξει ήδη δεν θα μας προβλημάτιζε το ουκρανικό», είπε.
«Η ενεργειακή κρίση οδήγησε σε ανάγκη βίαιης μετάβασης για την οποία δεν ήμασταν έτοιμοι τεχνικά και οικονομικά», είπε από την πλευρά του ο κ. Γρηγορίου.
«Οι επενδυτές έχουν εκπληρώσει τις συμβατικά υποχρεωτικές επενδύσεις και παραπάνω. Το 80% των πολιτών είναι υπέρ των ερευνών. Το πρόβλημα είναι πλέον η Πολιτεία», κατέληξε, καλώντας σε open door για τις ελεύθερες και τις επιστραφείσες περιοχές, καθώς και σε προκήρυξη νέων περιοχών, π.χ. σε Θερμαϊκό και Κρήτη, ώστε να προσελκύσει το κράτος και νέους επενδυτές.
Νατάσα Παπαδημητροπούλου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr