Ιδιαίτερα ευάλωτες στην κρίση είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), λόγω του μεγέθους τους, αλλά και της αδυναμίας ταχείας προσαρμογής στις συνθήκες λειτουργίας που διαμόρφωσε το πανδημικό shock στην οικονομία. Οι ΜμΕ απορροφούν αναλογικά το μεγαλύτερο ποσοστό εργαζομένων σε πληττόμενους κλάδους της Ελληνικής Οικονομίας. Όπως αναφέρει η τράπεζα, το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το 85% και είναι από τα υψηλότερα μεταξύ των επιλεγμένων ευρωπαϊκών χωρών. Ως εκ τούτου, προκύπτει η αδήριτη ανάγκη επαναπροσδιορισμού της επιχειρηματικής τους στρατηγικής στις νέες συνθήκες.
Στη συνέχεια, η τράπεζα εξετάζει τις κυριότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ΜμΕ μετά την πανδημία και συζητά τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης σε αυτό το πεδίο, καθώς και το ρόλο του τραπεζικού συστήματος στην παρούσα συγκυρία.
Οι μεγαλύτερες προκλήσεις για τις ΜμΕ, μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, λόγω της πανδημίας και την επανεκκίνηση της οικονομίας, είναι τα ζητήματα της ρευστότητας, της εφοδιαστικής αλυσίδας και της διατήρησης των θέσεων εργασίας.
Μεταξύ άλλων παραγόντων, η επιβίωσή τους εξαρτάται από την ανθεκτικότητα των επιχειρηματικών μοντέλων των ΜμΕ και την ευελιξία τους να προσαρμοστούν στη “νέα κανονικότητα”. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ, “COVID-19: SME policy responses”, Μάιος 2020), τα κυριότερα θέματα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι ΜμΕ έχουν ως ακολούθως:
Πρώτον, οι ΜμΕ αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες από τη διάσπαση της εφοδιαστικής αλυσίδας, εξαιτίας του περιορισμένου αριθμού προμηθευτών τους, σε σύγκριση με τις μεγάλες επιχειρήσεις. Σε περίπτωση δε, που βασίζονται σε προμηθευτές από χώρες που επλήγησαν έντονα από την πανδημία (όπως π.χ. η Κίνα κατά την έναρξη της μετάδοσης της πανδημίας, η Ιταλία κ.ά.), τότε αυξάνεται ο βαθμός της ευπάθειάς τους. Η απρόσκοπτη λειτουργία των αλυσίδων εφοδιασμού και η ανάθεση εργασιών σε εξωτερικούς συνεργάτες (outsourcing) είναι κρίσιμες παράμετροι για την αποδοτικότητά τους. Τους επόμενους μήνες, μπορεί να είναι δύσκολο για πολλές ΜμΕ να “ξαναχτίσουν” τη σύνδεση με τις προηγούμενες αλυσίδες εφοδιασμού, καθώς το κόστος σύναψης νέων συμφωνιών μπορεί να είναι υψηλότερο.
Δεύτερον, η απώλεια εισοδήματος ενός ποσοστού των απασχολουμένων, οι αυστηροί κανόνες “κοινωνικής αποστασιοποίησης” και η υψηλή αβεβαιότητα είχαν αρνητική επίδραση στην καταναλωτική δαπάνη και κατ’ επέκταση στη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών, σχεδόν για όλο το φάσμα των επιχειρήσεων. Ωστόσο, για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, το πλήγμα ήταν μεγαλύτερο επειδή είναι πιο ευάλωτες, λόγω μικρού μεγέθους. Επιπρόσθετα, αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η Ελληνική Οικονομία εξαρτάται από κλάδους, όπως ο τουρισμός, στους οποίους η συντριπτική πλειονότητα είναι ΜμΕ, μπορεί να αναλογισθεί κανείς την έκταση της εν δυνάμει ζημίας.
Τρίτον, οι ΜμΕ παρουσιάζουν συχνά χαμηλότερη ανθεκτικότητα και ευελιξία στην αντιμετώπιση της απότομης αύξησης του κόστους που συνεπάγονται τέτοιου είδους διαταραχές. Για παράδειγμα, το κόστος των απαιτούμενων, διαδικαστικών αλλαγών, όπως η μετάβαση στην τηλεργασία, μπορεί να είναι σχετικά υψηλότερο για τις ΜμΕ, δεδομένου του μικρότερου μεγέθους τους, αλλά και λόγω του χαμηλού βαθμού ψηφιοποίησής τους και υιοθέτησης νέων τεχνολογιών. Ακόμη και τα οφέλη από την υιοθέτησή τους είναι μικρότερα, αφού δεν μπορεί να γίνει πλήρης αξιοποίηση των οικονομιών κλίμακας που αυτές συνεπάγονται.
Επιπλέον, στις περιπτώσεις που η παραγωγή μειωθεί κατακόρυφα, όπως στο lockdown, το κόστος της υποαπασχόλησης της εργασίας και του κεφαλαίου είναι αναλογικά μεγαλύτερο για τις ΜμΕ συγκριτικά με τις μεγάλες εταιρείες, λόγω μικρών οικονομιών κλίμακος. Προς αυτή την κατεύθυνση, είναι σημαντικά τα μέτρα στήριξης των ΜμΕ για την απρόσκοπτη υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών και την ενίσχυση της απασχόλησης (ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ, SURE).
Τέλος, η απότομη και έντονη πτώση της ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών και επομένως των εσόδων για τις ΜμΕ επηρέασε δυσμενώς τη λειτουργία τους, προκαλώντας σοβαρή έλλειψη ρευστότητας. Το πρόβλημα της ρευστότητας επιδεινώνεται περαιτέρω από τη μεγαλύτερη δυσκολία κάλυψης των πιστωτικών κριτηρίων, σε σχέση με τις μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά και από τις περιορισμένες, συγκριτικά, εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης (π.χ. άντληση κεφαλαίων από τις χρηματαγορές).
Συνεκτιμώντας τις ανωτέρω παραμέτρους και δεδομένου ότι ο χρονικός ορίζοντας επιβίωσης των ΜμΕ μετά το αρχικό shock είναι μικρότερος σε σχέση με τις μεγάλες επιχειρήσεις, η παροχή χρηματοδοτικής στήριξης από το τραπεζικό σύστημα, καθώς και φορολογικών κινήτρων και άλλων μέτρων από το Κράτος οφείλουν να λάβουν τη μορφή του “επείγοντος”, προκειμένου οι ΜμΕ να διατηρηθούν σε λειτουργία.
Η Κυβέρνηση, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκτός από την προαναφερθείσα επιδότηση της απασχόλησης), θα στηρίξει τις ΜμΕ με νέα χρηματοδοτικά εργαλεία και φορολογικά κίνητρα, ώστε να καταστούν βιώσιμες και να αναπτυχθούν.
Συγκεκριμένα, το συνολικό πακέτο στήριξης της οικονομίας που έχει ανακοινώσει η Ελληνική Κυβέρνηση περιλαμβάνει την παροχή εγγυήσεων από την Ελληνική Τράπεζα Επενδύσεων ύψους Ευρώ 2 δισ., για τη χρηματοδότηση κεφαλαίων κίνησης και την επιδότηση τόκων υφιστάμενων ενήμερων επιχειρηματικών δανείων συνολικού ύψους Ευρώ 0,8 δισ., ενώ, σε συνεργασία με τις τράπεζες, προβλέπεται η αναβολή πληρωμής των χρεολυσίων των ενήμερων δανείων μέχρι τον Σεπτέμβριο.
Τέλος, η Ελληνική Κυβέρνηση έθεσε σε εφαρμογή μία νέα ψηφιακή πλατφόρμα με σκοπό, μεταξύ άλλων, τη στήριξη των ΜμΕ (www.digitalsolidarity.gov.gr), στην οποία παρέχονται δωρεάν ψηφιακά εργαλεία και υπηρεσίες, για θέματα μάρκετινγκ, συνδεσιμότητας (π.χ. δημιουργία διαφημιστικού λογαριασμού, τεχνική υποστήριξη για εξ αποστάσεως εργασία, παροχή λογισμικού κ.λπ.), κ.ά.
Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) έχει συστήσει ένα πανευρωπαϊκό ταμείο εγγυοδοσίας, με σκοπό τη χρηματοδοτική μόχλευση έως και Ευρώ 200 δισ. προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ ο όμιλος της ΕΤΕπ αναμένεται να αυξήσει την παρεχόμενη χρηματοδότηση προς τις ΜμΕ, στο πλαίσιο των ήδη υπαρχόντων προγραμμάτων στήριξης. Τέλος, η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα αναμένεται να στηριχθεί και από το νέο ΕΣΠΑ (2021-2027), το οποίο προβλέπεται να τεθεί σε εφαρμογή από τις αρχές του επόμενου έτους.
Επισυνάπτεται στα συνημμένα αρχεία ολόκληρο το εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων της Alpha Bank
- ALPHA_BANK_WEEKLY (2).pdf (209 Λήψεις)
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr