Η κεντρική τράπεζα βρίσκεται ήδη σε διαδικασία μείωσης του ρυθμού εκτύπωσης χρήματος, ωστόσο μέχρι στιγμής έχει αποφύγει να δεσμευτεί για την ακριβή ημερομηνία λήξης του εν λόγω προγράμματος, καθώς ανησυχεί ότι ο πόλεμος και οι υψηλές τιμές της ενέργειας θα μπορούσαν να αλλάξουν ξαφνικά τον χρονικό ορίζοντα λήξης.
Προς το παρόν, η ΕΚΤ σχεδιάζει να τερματίσει τις αγορές ομολόγων -γνωστές και ως ποσοτική χαλάρωση- εντός του γ’ τριμήνου του 2022, με την αύξηση των επιτοκίων να αποτελεί την αμέσως επόμενη στρατηγική κίνηση.
Το χαλαρά διατυπωμένο χρονοδιάγραμμα της ΕΚΤ εγκρίθηκε τον προηγούμενο μήνα, ωστόσο ήδη αμφισβητείται, δημιουργώντας δεύτερες σκέψεις στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής ως προς την ταχύτητα της αύξησης των επιτοκίων. Από τη μία πλευρά, ο πληθωρισμός βρίσκεται ήδη στο 7,5% που αποτελεί ιστορικό υψηλό κι ενώ βρίσκονται επί ποδός νέες αυξήσεις. Από την άλλη πλευρά, η οικονομία της ευρωζώνης είναι στην καλύτερη περίπτωση στάσιμη, με τον αντίκτυπο του πολέμου να πλήττει τόσο τα νοικοκυριά όσο και τις επιχειρήσεις.
Μερικοί από τους συντηρητικούς παράγοντες χάραξης πολιτικής -τα λεγόμενα «γεράκια»- συμπεριλαμβανομένων των διοικητών των κεντρικών τραπεζών της Γερμανίας, της Ολλανδίας, της Αυστρίας και του Βελγίου, έχουν ταχθεί υπέρ της αύξησης επιτοκίων, ανησυχώντας ότι ο υψηλός πληθωρισμός δεν είναι προσωρινός. Συγκεκριμένα, το σενάριο των «γερακιών» κάνει λόγο για πληθωρισμό άνω του στόχου της ΕΚΤ για 2% για μεγάλο χρονικό διάστημα, συν του ότι οι μισθοί δεν έχουν ανταποκριθεί ακόμη στις υψηλότερες τιμές.
Ταχύτερες αυξήσεις επιτοκίων;
Παρά το γεγονός ότι η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ θα παραμείνει αμετάβλητη μετά το πέρας της σημερινής συνεδρίασης, η επικεφαλής της τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, ενδέχεται να δεχτεί πιέσεις ώστε να αποσύρει γρηγορότερα τις όποιες στηρίξεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, σύμφωνα με το Reuters, οι αγορές προβλέπουν συνδυασμένες αυξήσεις των επιτοκίων κατά 70 μονάδες βάσης φέτος, παρόλο που κανένας από τους 25 υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ δεν έχει ζητήσει τόσο επιθετική αυστηροποίηση.
Παράλληλα, η προσοχή των υπευθύνων χάραξης πολιτικής τροφοδοτεί τις οικονομικές προοπτικές, οι οποίες επιδεινώνονται γρήγορα. Οι υψηλές τιμές ενέργειας απομυζούν τις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και η αβεβαιότητα του πολέμου βάζει «φρένο» στις εταιρικές επενδύσεις. Οι τράπεζες περιορίζουν την πρόσβαση στις πιστώσεις, ως είθισται κατά τη διάρκεια των πολέμων, επιδεινώνοντας ενδεχομένως την ύφεση.
Από την πλευρά τους, οι πιο προοδευτικοί παράγοντες χάραξης πολιτικής υποστηρίζουν ότι το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης του πληθωρισμού είναι αποτέλεσμα εξωτερικών κλυδωνισμών της προσφοράς, οπότε ο πληθωρισμός θα πέσει με την πάροδο του χρόνου. Στην πραγματικότητα, οι υψηλές τιμές ενέργειας τείνουν να γίνονται αποπληθωριστικές μακροπρόθεσμα, καθώς εμποδίζουν την ανάπτυξη, επομένως υπάρχει κίνδυνος ο πληθωρισμός να υποχωρήσει απότομα και σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Η ΕΚΤ πιθανώς θα σταθεί περισσότερο στους κινδύνους του υψηλού πληθωρισμού, οπότε οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αναμένεται να ετοιμάσουν το έδαφος ώστε να αλλάξουν πορεία σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Αριστοτέλης Παππάς
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr