Ο ίδιος αναφέρει ότι π.χ. η ιταλική Monte Dei Paschi ανακοίνωσε ήδη το σχέδιο της για την ενίσχυση των ιδίων κεφαλαίων της μέσω του χρηματοπιστωτικού τομέα και των αγορών. Σημειώνει ότι η στήριξη με κρατικά κεφάλαια δεν τον βρίσκει σύμφωνο. «Επενδυτές και πιστωτές πρέπει να φέρνουν την ευθύνη. Αυτή είναι και η πολιτική της Ευρώπης. Η εξωτερική εξυγίανση θα σήμαινε ιδιωτικοποίηση κερδών, κοινωνικοποίηση απωλειών. Δεν είναι αυτή η σωστή εικόνα για την οικονομία» τονίζει.
Στην ερώτηση γιατί στην περίπτωση της κρίσης οι τράπεζες σώθηκαν από τους φορολογούμενους χωρίς τη συμμετοχή των πιστωτών, απάντησε ότι «τότε οι εποχές ήταν πολύ ταραχώδεις και δεν είχε συγκροτηθεί το κανονιστικό πλαίσιο για την εξυγίανση. Αυτό το πλαίσιο είναι και το μάθημα που πήρε η Ευρώπη από την κρίση. Τώρα όλοι είναι πιο προσεκτικοί, γιατί γνωρίζουν ότι το κράτος δεν θα τρέξει να σώσει τις τράπεζες».
Για την άποψη του ΔΝΤ ότι η σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος εξαρτάται εν πολλοίς (και είναι πολύ επίφοβη) από την Deutsche Bank, η οποία δεν «πέρασε» το test και ότι Γερμανία και Ευρώπη τηρούν για αυτό σιγή ιχθύος, είπε «ότι για λόγους αρχής δεν θα εκφράσει γνώμη για μεμονωμένο ίδρυμα. Τόνισε όμως ότι η μελέτη του ΔΝΤ ερμηνεύτηκε εσφαλμένα. Λόγω της μεγάλης δικτύωσης που έχει η DB είναι λογικό να σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με το συνολικό σύστημα».
Στο ερώτημα αν τα προγράμματα διάσωσης για την Ελλάδα και τις άλλες χώρες ήταν ουσιαστικά τρόποι να σωθούν οι τράπεζες από την πίσω πόρτα, αφού τουλάχιστον οι γερμανικές βγήκαν κερδισμένες λέει: «Καταρχάς τα προγράμματα πρόσφεραν κάτι στους πολίτες αυτών των χωρών από τη στιγμή που απέτρεψαν την κατάρρευση των εθνικών τραπεζών. Αποφεύχθηκε το ντόμινο – γι' αυτό τότε η Ιταλία υποστήριζε πολύ τα προγράμματα διάσωσης- αλλά σαφώς ήταν προσανατολισμένα να διασφαλίσουν την σταθερότητα στην ευρωζώνη σε ένα πλαίσιο παγκόσμιας κρίσης. Έτσι κέρδισαν και οι πιστωτές – μεταξύ των οπίων και γερμανικές τράπεζες- ακόμα και αν στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους είχαν απώλειες».
Για τις γερμανικές τράπεζες είπε ότι είναι πιο σταθερές σε σχέση με την αρχή της κρίσης αλλά έχουν προβλήματα στα κέρδη τους που οφείλονται από τη μια μεριά στη δομή τους και από την άλλη στο μηδενικό επιτόκιο που επιδεινώνει αυτή τη δυνατότητα. Στο μέλλον όταν τελειώσουν τα παλιά με ψηλό επιτόκιο δάνεια, θα είναι πιο δύσκολα όσον αφορά τη κερδοφορία. Σε δημοσκόπηση σε 1500 μικρές τράπεζες φάνηκε ότι η διατήρηση χαμηλού επιτοκίου για χρόνια και μετά απότομη αύξηση δεν θα ήταν το καλύτερο που θα μπορούσε να συμβεί.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr