Της Νατάσας Παπαδημητροπούλου
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Reporter Inside Information Magazine - Ιούλιος 2023
Ο Kανονισμός που εκδόθηκε από το Συμβούλιο της ΕΕ στις 16 Μαΐου 2023, συνιστά «την πρώτη ad hoc νομοθετική αντίδραση απέναντι στη διαρκή ανατροφοδότηση των αγορών κρυπτοστοιχείων με νέες βελτιωμένες εκδοχές αυτών και την πάντα επίκαιρη συζήτηση σχετικά με τα πλεονεκτήματά τους, αλλά και τους κινδύνους που απορρέουν από τη χρήση τους, η οποία οριοθετείτο ως τώρα μόνο διά της εθνικής, ενωσιακής και διεθνούς νομοθεσίας για τη νομιμοποίηση προϊόντων παρανόμων πράξεων», λέει στο Reporter Magazine η Μαρία Παρασκευοπούλου-Κόλλια, δικηγόρος, νομική συνεργάτης του Συμβουλίου Διοίκησης της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, υποψήφια Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Κολονίας και συν-συγγραφέας με τον Ανδρέα Παπαστάμου του βιβλίου «Κρυπτονομίσματα & Ευρωπαϊκή Οικονομία – Από τη νομιμότητα στην εργαλειοποίηση».
Αυτή η πρώτη στοχευμένη νομοθετική ρύθμιση αποτελεί προϊόν της πρωτοβουλίας που έλαβε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εντός του 2020 και περιλαμβάνει ένα ολοκληρωμένο κανονιστικό πλαίσιο για τους εκδότες κρυπτοστοιχείων και εν γένει τους παρόχους υπηρεσιών σχετικών με αυτά, με απώτερο σκοπό την προστασία των επενδυτών.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό, ο οποίος αναμένεται να γίνει νόμος τον Ιούλιο του 2023, με μερικούς κανόνες του να τίθενται σε εφαρμογή τον Ιούλιο του 2024 και άλλους τον Ιανουάριο του 2025, ορίζονται ως κρυπτοστοιχεία οι ψηφιακές αναπαραστάσεις αξίας ή δικαιώματος, οι οποίες μπορούν να μεταβιβασθούν και να αποθηκευτούν ηλεκτρονικά, με χρήση τεχνολογίας κατανεμημένου καθολικού. Το πεδίο εφαρμογής του καλύπτει ό,τι δεν ανήκει στο ρυθμιστικό αντικείμενο προϋπάρχουσας ενωσιακής νομοθεσίας και είναι εξόχως ευρύ.
Ειδικότερα, στον Κανονισμό κατονομάζονται τρεις κατηγορίες κρυπτοστοιχείων:
α) τα tokens ηλεκτρονικού χρήματος (e-money tokens), δηλαδή κρυπτοστοιχεία τα οποία επιδιώκουν τη διασφάλιση της σταθερότητας της αξίας τους με αναφορά στην αξία ενός επίσημου νομίσματος, κατηγορία που περιλαμβάνει και τα περισσότερα stablecoins
β) τα tokens με αναφορά σε περιουσιακά στοιχεία (assetreferenced tokens), δηλαδή κρυπτοστοιχεία τα οποία επιδιώκουν τη διατήρηση της αξίας τους σταθερής με αναφορά σε άλλη αξία ή δικαίωμα ή συνδυασμό αυτών, συμπεριλαμβανομένου ενός ή πλειόνων επίσημων νομισμάτων
γ) όλα τα άλλα κρυπτοστοιχεία, όπως το Bitcoin και το Ethereum. Στην κατηγορία αυτήν ανήκουν και τα συναλλακτικά κρυπτοστοιχεία, δηλαδή εκείνα που προορίζονται αποκλειστικά για την παροχή πρόσβασης σε προϊόν ή υπηρεσία παρεχόμενη από τον εκδότη τους.
Εκτός πεδίου εφαρμογής μένουν τα NFTs, εκτός αν οι αρμόδιες εθνικές αρχές τα χαρακτηρίσουν ως χρηματοπιστωτικά μέσα.
Τι αλλάζει στις υποχρεώσεις των παρόχων
Μια σημαντική διαφορά είναι ότι, σε σχέση με την προϋφιστάμενη ενωσιακή νομοθεσία για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, στο ρυθμιστικό αντικείμενο του νέου Κανονισμού εμπίπτουν πλείονες μορφές παροχής υπηρεσιών σχετικών με κρυπτοστοιχεία, ανάμεσα στις οποίες η έκδοση, η δημόσια προσφορά, η φύλαξη και διαχείριση κρυπτοστοιχείων, καθώς και η λειτουργία πλατφόρμας διαπραγμάτευσης κρυπτοστοιχείων.
Ο Κανονισμός μεταβάλλει ριζικά το εύρος των υποχρεώσεων των παρόχων, καθώς, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, π.χ. όταν τα κρυπτοστοιχεία απευθύνονται αποκλειστικά σε ειδικούς επενδυτές, οφείλουν να συντάξουν το επονομαζόμενο «λευκό βιβλίο», το οποίο θα περιέχει τις απαραίτητες πληροφορίες για τον εκδότη του εκάστοτε κρυπτοστοιχείου, τον διαχειριστή αυτού και εν γένει τον πάροχο σχετικών υπηρεσιών, τα ίδια τα κρυπτοστοιχεία, την τεχνολογία έκδοσης και χρήσης τους, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των επενδυτώνκατόχων, τους κινδύνους που απορρέουν από τη χρήση τους, καθώς και τυχόν περιβαλλοντικές επιπτώσεις που συνδέονται με την έκδοσή τους.
Οι πάροχοι οφείλουν να κοινοποιούν το «λευκό βιβλίο» στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους όπου είναι εγκατεστημένοι και εκείνες στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών.
Καταστατική έδρα στην ΕΕ και… λευκό ποινικό μητρώο
Οι πάροχοι υπηρεσιών κρυπτοστοιχείων οφείλουν να έχουν καταστατική έδρα σε κράτος-μέλος της Ένωσης, έχοντας πάρει σχετική άδεια, να παρέχουν σε αυτό τουλάχιστον ένα μέρος των υπηρεσιών τους και τουλάχιστον ένας από τους διευθυντές να διαμένει στην ΕΕ.
Για τη λήψη της άδειας πρέπει να κοινοποιηθούν στις αρμόδιες αρχές πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα της εταιρείας, τις διαδικασίες εσωτερικού ελέγχου, αξιολόγησης και διαχείρισης κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, το σχέδιο επιχειρησιακής της συνέχειας, τα συστήματα εντοπισμού περιστατικών κατάχρησης της αγοράς, τη μεθοδολογία καθορισμού της τιμής των κρυπτοστοιχείων που προτείνονται προς ανταλλαγή έναντι χρημάτων και τις διαδικασίες διαχείρισης καταγγελιών εκ μέρους των κατόχων.
Αξιοσημείωτο είναι ότι πρέπει να προσκομισθούν αποδεικτικά στοιχεία ύπαρξης λευκού ποινικού μητρώου για όλα τα μέλη του διοικητικού οργάνου της εταιρείας, ειδικότερα περί απουσίας ποινών για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Το σχέδιο της απόφασης κοινοποιείται και στην ΕΚΤ και, εάν η εταιρεία είναι εγκατεστημένη σε κράτος-μέλος του οποίου το επίσημο νόμισμα δεν είναι το ευρώ, στην κεντρική τράπεζα του εν λόγω κράτους. Εν συνεχεία, η εκάστοτε κεντρική τράπεζα εκδίδει γνώμη και διαβιβάζει αυτήν στις αρμόδιες αρχές, οι οποίες λαμβάνουν πλήρως αιτιολογημένη απόφαση σχετικά με τη χορήγηση ή όχι άδειας.
Σε περίπτωση παραβίασης των κανόνων, οι αρμόδιες αρχές έχουν εξουσία επιβολής διοικητικών κυρώσεων, μεταξύ άλλων, προστίμων ανερχόμενων στα 5.000.000 ευρώ ή αναλογούντων σε ποσοστό 3 έως 12,5% του ετήσιου κύκλου εργασιών του εκάστοτε νομικού προσώπου, καθώς και ανάκλησης/ αναστολής της άδειας και αποστέρησης των κερδών που αποκομίστηκαν χάρη στις παραβάσεις.
Υπάρχουν ακόμα χωριστές προβλέψεις για τους «σημαντικούς» παρόχους, που έχουν, δηλαδή, τουλάχιστον 15 εκατομμύρια ενεργούς χρήστες κατά ετήσιο μέσο όρο.
Επαρκές αποθεματικό και σχέδιο ανάκαμψης
Οι εκδότες asset-referenced tokens οφείλουν να διαθέτουν αφ’ ενός σαφή οργανωτική δομή με διαφανείς και συνεπείς γραμμές ευθύνης, αποτελεσματικές διαδικασίες εντοπισμού, διαχείρισης και παρακολούθησης πιθανών κινδύνων και αφ’ ετέρου επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου.
Ανά πάσα στιγμή πρέπει να υπάρχει διαθέσιμο αποθεματικό προς αντιμετώπιση κινδύνων απώλειας των περιουσιακών στοιχείων και κινδύνων έλλειψης ρευστότητας, ώστε οι κάτοχοι να μπορούν να ασκήσουν ακώλυτα το δικαίωμα εξαργύρωσης, ακόμα και σε ακραίες συνθήκες αγοράς. Αν προβούν σε επενδύσεις μέρους του αποθεματικού, αυτές θα πρέπει να γίνουν μόνο σε άκρως ρευστοποιήσιμα χρηματοπιστωτικά μέσα με ελάχιστο κίνδυνο αγοράς και πιστωτικό κίνδυνο.
Τυχόν ζημίες, συμπεριλαμβανομένων των διακυμάνσεων στην αξία των χρηματοπιστωτικών μέσων και τυχόν λειτουργικών κινδύνων που απορρέουν από την επένδυση του αποθεματικού, βαρύνουν τον εκδότη.
Τα δικαιώματα των κατόχων
Είναι σαφές ότι ο νέος Κανονισμός ενισχύει την προστασία των επενδυτών-κατόχων κρυπτοστοιχείων, καθώς, πέραν του αυστηρού ελέγχου που γίνεται στους παρόχους, καθιερώνεται και μία πλειάδα δικαιωμάτων.
Συγκεκριμένα:
- Έχουν δικαίωμα υποβολής καταγγελιών
- Η κυριότητα των κατόχων πρέπει να είναι διασφαλισμένη
- Ενημερώνονται για τους πιθανούς κινδύνους που ελλοχεύουν στην επενδυτική τους δραστηριότητα διά του λευκού βιβλίου και προστατεύονται έναντι παραβάσεων των παρόχων ως προς την ακρίβεια και τη σαφήνεια των πληροφοριών που εκείνοι οφείλουν να παράσχουν, καθώς και έναντι απωλειών οφειλόμενων σε καταχρηστικές συμπεριφορές των παρόχων
- Οι κάτοχοι κρυπτοστοιχείων εκτός asset-referenced tokens και e-money tokens έχουν δικαίωμα υπαναχώρησης εντός προθεσμίας 14 ημερών από τη συμφωνία αγοράς των κρυπτοστοιχείων
- Οι κάτοχοι asset-referenced tokens έχουν δικαίωμα εξαργύρωσης ανά πάσα στιγμή από τους εκδότες των tokens, ακόμα και σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία αποθεματικού, σε περίπτωση που οι εκδότες δεν είναι σε θέση να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.
Οι «γκρίζες ζώνες»
Πάντως, παρότι πρόκειται για έναν Κανονισμό με πλούσιο περιεχόμενο, παρατηρούνται «γκρίζες ζώνες». Για παράδειγμα, όπως σημειώνει η κα. Παρασκευοπούλου-Κόλλια, «δεν καθίσταται απολύτως σαφές ποια κρυπτοστοιχεία θεωρούνται tokens ηλεκτρονικού χρήματος και υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του και ποια εμπίπτουν ενδεχομένως στο ρυθμιστικό πεδίο προϋφιστάμενης νομοθεσίας».
Ακόμα, «ο κατά κανόνα αποκεντρωμένος χαρακτήρας του υπολογιστικού δικτύου για εξόρυξη και ανταλλαγή κρυπτοστοιχείων, σε συνδυασμό με τις χαμηλές απαιτήσεις από άποψη υποδομής, καθιστούν σχετικά ευχερή την έκδοση κρυπτοστοιχείων χωρίς εκδότη που να φέρει την ιδιότητα του παρόχου υπηρεσιών έκδοσης. Σε αυτό το αρρύθμιστο πεδίο δραστηριότητας αφ’ενός ενδέχεται να πραγματωθούν κίνδυνοι απώλειας κρυπτοστοιχείων χωρίς να ενημερώνεται ο κάτοχος και αφ’ετέρου είναι πιθανό να αναπτυχθεί ένα ανθηρό πεδίο εγκληματικής δράσης μακριά από τον έλεγχο των αρχών.
Τέλος, κίνδυνοι απωλειών, αλλά και εκμετάλλευσης της ανωνυμίας ανακύπτουν, όταν πελάτης εγκατεστημένος στην Ένωση δρομολογεί, με δική του πρωτοβουλία, την παροχή υπηρεσίας κρυπτοστοιχείων από επιχείρηση τρίτης χώρας».
«Οι πλατφόρμες ανταλλαγής κρυπτονομισμάτων δεν είναι τράπεζες. Αυτό σημαίνει ότι, σε περίπτωση κατάρρευσης ή έστω παραβίασης του λειτουργικού τους συστήματος, με συνέπεια την απώλεια των ψηφιακών νομισμάτων, κανείς δεν εγγυάται την αποζημίωση των συναλλασσομένων, ακόμα και αν οι πλατφόρμες είναι καταχωρισμένες στο μητρώο κάποιας εθνικής αρχής.
Επίσης, ακόμα κι αν οι πλατφόρμες παρέχουν κάποιας μορφής ασφάλιση έναντι του κινδύνου απώλειας των κρυπτονομισμάτων, το σχετικό κόστος μετακυλίεται στον χρήστη, επιβαρύνοντας έτσι το κόστος αποθήκευσης των κρυπτονομισμάτων στο ψηφιακό “πορτοφόλι”», επισημαίνει από την πλευρά του στο Reporter Magazine ο Ανδρέας Παπαστάμου, αναπληρωτής καθηγητής Ευρωπαϊκής Οικονομίας στο Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών & Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών.
Ο κ. Παπαστάμου εντοπίζει και κάποια ακόμα βασικά μειονεκτήματα:
- Αδυναμία επιστροφής χρημάτων: εάν ο καταναλωτής επιθυμεί να ακυρώσει τη συναλλαγή, τα εικονικά νομίσματα δεν επιστρέφονται!
- Αδυναμία ακύρωσης αγοράς προϊόντων ή υπηρεσιών: η χρήση κρυπτονομισμάτων ως μέσου πληρωμής για την απόκτηση αγαθών και υπηρεσιών δεν συνοδεύεται από το αναγνωριζόμενο δικαίωμα υπαναχώρησης από τη σύμβαση και επιστροφής χρημάτων, που βρίσκει εφαρμογή επί εμβασμάτων διενεργούμενων από συμβατική τράπεζα. Αποτελεί ιδιότυπη μορφή σύμβασης μεταξύ εμπόρου και καταναλωτή που πληρώνει την παροχή υπηρεσιών ή το αγαθό με ψηφιακό νόμισμα, διότι η ταυτότητα του ενός αντισυμβαλλόμενου δεν είναι γνωστή στον άλλον λόγω της ανωνυμίας που χαρακτηρίζει τις συναλλαγές με κρυπτονομίσματα, η αξία των νομισμάτων που ανήκουν στο «ψηφιακό πορτοφόλι» του αγοραστή μπορεί αιφνιδίως να υποβαθμιστεί, με αποτέλεσμα να μη μπορεί πλέον να εκπληρώσει την υποχρέωση πληρωμής και η υπηρεσία πληρωμών ίσως να μην είναι επαρκώς αξιόπιστη.
- Ο αντιλογισμός μη εξουσιοδοτημένων ή εσφαλμένων χρεώσεων σε ψηφιακό πορτοφόλι δεν είναι εφικτός!
- Αδυναμία εκτίμησης φορολογικών υποχρεώσεων. Το στοιχείο του αιφνιδιασμού στην πράξη: από μόνο του συνιστά πλήγμα στην αξιοπιστία του νομισματικού συστήματος.
«Δώρο» η «αγκάθι» για την αγορά;
Καθίσταται σαφές ότι ο νέος Κανονισμός ξεδιαλύνει σε μεγάλο βαθμό την αχαρτογράφητη αγορά. Τελικά, όμως, θα ενθαρρύνει περισσότερους ιδιώτες να επενδύσουν ή θα αποθαρρύνει εταιρείες να καταπιαστούν με τα κρυπτοστοιχεία;
Η κα. Παρασκευοπούλου-Κόλλια εκτιμά πως «παρότι θέτει εκ πρώτης όψεως αυστηρούς και ως εκ τούτου εν μέρει αποθαρρυντικούς περιορισμούς στην άσκηση της δραστηριότητας όσων εταιρειών ενδιαφέρονται για τις αγορές κρυπτοστοιχείων, συνάμα προάγει την κατά το δυνατόν απαλλαγμένη από κινδύνους συμμετοχή επενδυτών-κατόχων στις αγορές αυτές και αυτό το στοιχείο δεν μπορεί παρά να επιδράσει ενθαρρυντικά στην επιλογή ιδιωτών χωρίς ειδικές γνώσεις να “ανοίξουν τα φτερά τους” σε αυτό το εν πολλοίς άγνωστο πεδίο επενδυτικής δραστηριότητας».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr