Ακόμα, πιστεύω ότι ούτε η ανασύσταση του υπουργείου τουρισμού έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο σε αυτή τη μεταστροφή των τουριστών προς τη χώρα μας, διότι απλά δεν τους απασχολεί και δεν έχουν ιδέα αν υπάρχει ή όχι τέτοιο υπουργείο. Αν και προσωπικά επικροτώ την ανασύστασή του. Ο βασικότερος λόγος αυτής της μεταστροφής είναι, κατά τη γνώμη μου, το πολεμικό κλίμα και οι διαστάσεις που μπορεί να λάβει μια πιθανή πολεμική σύρραξη, που μπορεί να προκύψει από την εξάντληση της ανοχής στην εγκληματική αντιμετώπιση των πολιτών στη Συρία από το καθεστώς Άσαντ, η οποία επηρεάζει την ευρύτερη περιοχή στη Μέση Ανατολή (Ισραήλ, Τουρκία, Λίβανο, Αίγυπτο κλπ). Γεγονός που λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους οι ξένοι tour operators.
Κατά συνέπεια, είναι λογικό οι ξένοι τουρίστες να αναζητούν ήσυχους – και μακριά από πολεμικές αναταραχές και συρράξεις – προορισμούς για τις διακοπές τους. Η Ελλάδα, πέραν του γεγονότος ότι κατατάσσεται στους τοπ δέκα προορισμούς στη λίστα του CODE NAST Magazine, απολαμβάνει και την ηρεμία που ακολούθησε τις εκλογές, μετά τις γνωστές καταστροφές, τις πυρπολήσεις καταστημάτων και άλλων κτηρίων στο κέντρο της Αθήνας κλπ. Κάτι, που διογκώθηκε από τα ξένα ΜΜΕ, με αποτέλεσμα να τρομοκρατηθούν όσοι θα ήθελαν να επισκεφθούν τη χώρα μας. Το προεκλογικό κλίμα είχε καταλυτική επίδραση στη μείωση της αξιοπιστίας της χώρας, τόσο πολιτικά όσο και επιχειρηματικά, με κορυφαίο παράδειγμα τα γνωστά παιχνίδια εις βάρος των ελλήνων tour operators, με τους ωμούς εκβιασμούς για χρηματικές ρήτρες των Γερμανών, Ολλανδών και Ιταλών tour operators.
Οι ξενοδόχοι και οι ασχολούμενοι με τις πάσης φύσεως υπηρεσίες του τουριστικού κλάδου, έχουν πλέον πολλούς λόγους να ευελπιστούν σε ανατροπή του αρνητικού, από πλευράς επισκεπτών και εσόδων, αποτελέσματος. Οι λόγοι είναι αρκετοί πέρα από τους προφανείς. Εδώ, αξίζει να σημειώσουμε, ότι σημαντική βοήθεια αποτελεί και η επαναφορά του προγράμματος κοινωνικού τουρισμού, για τις ευπαθείς κοινωνικά – και όχι μόνο – ομάδες των Ελλήνων πολιτών, η οποία σίγουρα θα ενισχύσει την ρευστότητα του κλάδου. Μιας και οι κρατήσεις των ντόπιων επισκεπτών παρουσιάζουν μείωση (από την αντίστοιχη περίοδο του 2011), η οποία για ορισμένους προορισμούς κυμαίνεται από 15%-35%.
Υπάρχουν, παρόλα αυτά, δύο ανασταλτικοί παράγοντες. Ο πρώτος αφορά στον υψηλό ΦΠΑ (23%), για τις υπηρεσίες και την εστίαση, που ανεβάζει τις τιμές σε όλους τους προορισμούς.
Και ο δεύτερος, στη νοοτροπία των ιδιοκτητών των επιχειρήσεων σε υψηλού προφίλ τουριστικές περιοχές, οι οποίοι με δεδομένο τον χαρακτηρισμό του κοσμοπολίτικου προορισμού, που τον θεωρούν κράχτη προσέλκυσης ξένων και ντόπιων επισκεπτών υψηλού εισοδήματος, διατηρούν τις τιμές τους σε απογοητευτικά για τη σημερινή κατάσταση και άνευ λογικής επίπεδα.
Και, μπορεί η κρίση στην Μέση Ανατολή να ευνοεί τον τουρισμό μας, ωστόσο, είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε δύο πράγματα. Πρώτον, οι υπάλληλοι/ συνδικαλιστές των αρχαιολογικών χώρων και μνημείων της Ελλάδας, θα πρέπει να αντιληφθούν ότι οι ιεροί χώροι που φυλάσσουν, δεν είναι τα μαγαζιά τους που μπορούν να τα ανοίγουν και να τα κλείνουν όποτε γουστάρουν και ανάλογα με τον καιρό, είναι σύμβολα του παγκόσμιου πολιτισμού και οι ξένοι έρχονται από «του διαόλου τη μάνα» για να τα θαυμάσουν. Αυτό έλλειπε, να πρέπει να κλείνουν ραντεβού μαζί τους για να τα δουν. Μα, είναι σοβαρά πράγματα αυτά για μια χώρα που θεωρεί τον τουρισμό ζωτικής σημασίας για την επιβίωσή της;
Και το δεύτερο, αφορά τις τιμές. Όταν μιλάμε για αδικαιολόγητες αυξήσεις τιμών στα καταλύματα και την εστίαση, αλλά και στην εξυπηρέτηση των τουριστών στις οργανωμένες παραλίες των νησιών των Κυκλάδων και άλλων ιδιαίτερου κάλλους και υψηλού κοινωνικού προφίλ νησιωτικών και ενδοχώριων περιοχών, δεν αναφερόμαστε στα ξενοδοχεία, εστιατόρια και παραλίες που είναι 5αστερα και ελκύουν επισκέπτες με υψηλό εισόδημα. Μιλάμε για τα υπόλοιπα, αυτά που προσελκύουν χαμηλότερου εισοδήματος επισκέπτες, δηλαδή τους απλούς εργαζόμενους. Οι οποίοι θέλουν να κοιμηθούν καλά, να φάνε καλά και να έχουν σχετικά καλό σέρβις το οποίο θα το πληρώνουν αναλόγως, και όχι όσο οι υψηλο–εισοδηματίες στα ακριβά ξενοδοχεία και εστιατόρια, με καλή εξυπηρέτηση.
Η πρακτική αυτή αυτό στο δικό μου το βιβλίο, αποκαλείται κοροϊδία και έλλειψη αυτογνωσίας. Άλλο είναι το κόστος των υπηρεσιών στα ακριβά εστιατόρια και ξενοδοχεία στους κοσμοπολίτικους προορισμούς και άλλο στα απλά, της σειράς που λέμε. Επιπροσθέτως, τα ακριβά ξενοδοχεία και εστιατόρια έχουν (τουλάχιστον τα περισσότερα), ορισμένα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, τα οποία ο κάθε πρόθυμος επισκέπτης δεν έχει αντίρρηση να πληρώσει, είτε αυτά αφορούν στην τοποθεσία, είτε την κουζίνα και τις gourmet σπεσιαλιτέ της και πάνω από όλα την άψογη εξυπηρέτηση και το περιβάλλον.
Κατά συνέπεια, οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε υψηλού προφίλ προορισμούς, θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τους πως το μεγαλύτερο ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα είναι η μοναδική σε κάλλος τοποθεσία στην οποία βρίσκονται. Πράγμα που σημαίνει ότι έτσι κι αλλιώς οι επισκέπτες θα πάνε και δεν χρειάζεται να τους «σφάζουν». Διότι και οι εύποροι ξένοι αλλά και οι ντόπιοι επισκέπτες - έχοντας ήδη νοιώσει στο πετσί τους την κρίση - είναι πολύ πιο ιδιότροποι, απαιτητικοί και απρόβλεπτοι από τους μη έχοντες. Που σημαίνει, ότι δεν τους κοστίζει και πολύ να «στείλουν στον αγύριστο» οποιονδήποτε αισθανθούν ότι τους θεωρεί δεδομένους και τους εκμεταλλεύεται.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr