Η διαφορά αυτή, δεν είναι σημερινό φαινόμενο, έχει τις ρίζες του από το 2002, τότε, που η Ελλάδα έγινε μέλος των χώρων που συγκροτούσαν την Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση (Ευρωζώνη.) Οι Έλληνες πολίτες, όμως, όπως αποδείχτηκε, δεν ήταν ώριμοι και προετοιμασμένοι για αυτή την νομισματική μετάβαση, με αποτέλεσμα να γίνουν έρμαια των επιχειρήσεων, βιομηχανιών, που λειτούργησαν αισχροκερδώντας (η κερδοφορία, είναι υγιής επιχειρηματικός σκοπός, η αισχροκέρδεια όχι).
Αν, και η τότε κυβέρνηση κατόρθωσε το ακατόρθωτο, ωστόσο, οι Έλληνες πολίτες στερήθηκαν την απαραίτητη, στοιχειώδη εκπαίδευση και επίδειξη σεβασμού στο νέο νόμισμα. Με αποτέλεσμα η στέρηση αυτή, να τους οδηγήσει στο αδόκιμο συμπέρασμα, δια της ατόπου απαγωγής- εξίσωσης: μια δραχμή ίσον ένα ευρώ. Μια εξίσωση, που ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό, οι βιομηχανίες, τα μεγάλα υπερκαταστήματα τροφίμων κλπ., οι οποίοι, άδραξαν την ευκαιρία των στρογγυλοποιήσεων στη νομισματική διαφορά, με αποτέλεσμα να εκτοξευτούν οι τιμές των προϊόντων τους σε απαράδεκτα ύψη, μέχρι σήμερα.
Η στρογγυλοποίηση αυτή, πέρασε λίγο-πολύ ανώδυνα στα περισσότερα νοικοκυριά, αφού είχαν πλέον πρόσβαση στον εύκολο δανεισμό, με αποτέλεσμα να μην τους απασχολούν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες διαμορφωθήκαν τα σημερινά αποτελέσματα. Δεν τους απασχολούσε, αν αυτά που έπρατταν οι κυβερνήσεις της δεκαετίας ήταν πολιτικά και ηθικά ορθά, αλλά και των κομμάτων της αντιπολίτευσης, αφού τους χάιδευαν τα αυτιά, μιας και τους βόλευε η “επί πιστώσει-ευημερία του λαού” –όπως συνηθίζουν να τον αποκαλούν.
Σήμερα, που “the shit hit the fun”- όπως λένε οι αγγλοσάξονες, η αγορά βρέθηκε σε αδιέξοδο και οι βιομηχανίες καταναλωτικών προϊόντων, τα σουπερμάρκετ τροφίμων και τα πρατήρια βενζίνης, εκμεταλλεύονται τις αυξήσεις του φόρου προστιθεμένης αξίας – των έμμεσων φόρων και συνεχίζουν να κερδοσκοπούν.
Στη σημερινή, δύσκολη μετάβαση των ελλήνων πολιτών, σε μια περίοδο λιτότητας και στερήσεων διαρκείας, οι βιομηχανίες, οι επιχειρήσεις λιανεμπορίου, τα πρατήριο βενζίνης, αλλά και οι κατασκευαστές –εργολάβοι και ιδιοκτήτες ακινήτων, πρέπει να αντιληφτούν, ότι ο καιρός των παχιών αγελάδων παρήλθε, αρκετά έβγαλαν. Αν αφήσουν το βάρος της κρίσης να το σηκώσει μόνο ο καταναλωτής και δεν σταθούν στο ύψος των ευθηνών που έχουν απέναντι στην κοινωνία και τους εργαζόμενους, τότε θα υποστούν μεγαλύτερες και σοβαρότερες οικονομικές συνέπειες στο μέλλον.
Πρέπει να επικρατήσει η λογική της προσαρμογής στα νέα δεδομένα της αγοράς. Διότι, όλοι είναι συνυπεύθυνοι για το σημερινό χάλι της ελληνικής οικονομίας, όλοι λίγο-πολύ τα τελευταία είκοσι χρόνια, είχαν επιδοθεί σε μια ξέφρενη κούρσα εύκολου πλουτισμού και απαξίωσης των αξίων της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης , των υποχρεώσεων τους απέναντι στο κράτος και vice versa.
Ας σκεφτούν, λοιπόν, όπως επιβάλλει η κοινή, επιχειρηματική λογική και όπως πρέπει να σκέπτονται οι επιχειρήσεις που κατανοούν τις δύσκολες συνθήκες που βιώνουν οι περισσότεροι Έλληνες πολίτες, και ας προχωρήσουν σε γενναίες μειώσεις τιμών των προϊόντων τους. Ιδιαίτερα, οι βιομηχανίες καταναλωτικών αγαθών και τα σουπερμάρκετ τροφίμων, διότι γνωρίζουν πολύ καλά, θα μπορούν να αναπληρώσουν το κέρδος τους, μέσω των πολλαπλών πωλήσεων που θα προκύψουν από αυτές τις μειώσεις.
Δίνοντας έτσι, μια ανάσα στους απελπισμένους καταναλωτές, αλλά και συμμετέχοντας στην ανάκαμψη και αναθέρμανση της αγοράς γενικότερα. Κανείς, δεν πιστεύει, ότι οι επιχειρήσεις δεν πρέπει να έχουν κέρδη, ούτε, ότι είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα, αλλά σήμερα, περισσότερο από ποτέ επιβάλλεται η συνδρομή τους προκειμένου να μην βυθιστούν, σε μια χωρίς επαναφορά ύφεση, τόσο αυτοί, όσο και οι καταναλωτές και κατ’ επέκταση η αγορά. Και δεν αναφέρομαι στον κλάδο της ένδυσης και υπόδησης, γιατί είναι ο κλάδος που βρίσκεται εδώ και δυο χρόνια σε μόνιμη περίοδο προσφορών.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr