Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, έχει μια πετυχημένη πορεία στα οικονομικά, όσον αφορά στη διεθνή μας εικόνα, την εισροή ξένων επενδύσεων κυρίως σε ακίνητα και τη βασική δημοσιονομική διαχείριση. Στους υπόλοιπους τομείς δεν τα έχει πάει τόσο καλά, αλλά έχει στη διάθεση της τον χρόνο να τη βελτιώσει.
Το πρόβλημα με την κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν είναι ότι δεν εργάζεται, ή ότι κάνει μεγάλα λάθη. Είναι ότι όλοι μας έχουμε πολύ μεγαλύτερες προσδοκίες από αυτήν, περιμένουμε να στρώσουν όλα άμεσα και όταν λέμε όλα εννοούμε δυσλειτουργίες δεκαετιών. Δυστυχώς αυτά δεν γίνονται με μαγικό ραβδί, θέλουν πολύ δουλειά, πολύ μεγάλη αποφασιστικότητα, συγκρούσεις με ισχυρές ομάδες συμφερόντων και κατεστημένες αντιλήψεις. Δεν το λέω αυτό για να δικαιολογήσω την αργοπορία της κυβέρνησης, ελπίζω ότι τώρα πια, που πέτυχε τους στόχους της στην αλλαγή της διεθνούς μας εικόνας όσον αφορά στα οικονομικά, θα εστιάσει και στη βελτίωση των πολύ δύσκολων υπόλοιπων στόχων.
Ας τα δούμε ένα - ένα:
Ο περιορισμός της ακρίβειας είναι ασφαλώς προτεραιότητα της κυβέρνησης όπως δηλώνει, όμως δεν τα έχει πάει καλά ως τώρα. Πρέπει να προσπαθήσει περισσότερο και ενδεχομένως να χρειάζεται να αλλάξει οπτική και να εστιάσει στην κερδοσκοπία που αποτελεί την πραγματική αιτία του προβλήματος.
Η ασφάλεια είναι πλέον άμεσης προτεραιότητας επιδίωξη, διότι το πράγμα έχει ξεφύγει. Η χώρα μαστίζεται από εγκληματικότητα, η οποία προέρχεται από πανίσχυρες μαφίες που δρουν ανεξέλεγκτα, (εγκληματικές οργανώσεις ποινικών, χούλιγκαν, μπράβοι, διεθνείς μαφιόζοι) και πολλές φορές οι διασυνδέσεις και οι συνεργασίες μεταξύ τους είναι πολύ εμφανείς. Εκτός αυτών που αποτελούν το λεγόμενο οργανωμένο έγκλημα, έχουμε σημαντική αύξηση της βίας από πολίτες κάθε ηλικίας και δυστυχώς και από εφήβους, έχουμε ατιμώρητη παραβατικότητα στους δρόμους, στα νυχτερινά κέντρα, πολύ συχνά φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας και όλα αυτά δημιουργούν την εντύπωση της ανομίας. Η κυβέρνηση πρέπει να κινητοποιήσει την Αστυνομία και τη Δικαιοσύνη για να αντιμετωπίσει την κατάσταση.
Στον τομέα της υγείας γίνονται κάποιες πρώτες προσπάθειες, οι ασχολούμενοι με τον τομέα πιστεύουν ότι θα φανούν και αποτελέσματα, αλλά επιμένουν για βαθύτερες μεταρρυθμίσεις, ενώ στον τομέα της παιδείας, δυστυχώς η προσπάθεια της κυβέρνησης περιορίζεται στο ζήτημα των μη κρατικών πανεπιστημίων, το οποίο είναι μεν καίριο, αλλά στην πραγματικότητα δεν αφορά τα παιδιά. Αφορά τους φοιτητές που είναι ενήλικες. Η αναγκαία, επείγουσα, κρίσιμη και καθοριστική για το μέλλον μεταρρύθμιση στην παιδεία, πρέπει να ξεκινήσει από το Δημοτικό σχολείο και το Γυμνάσιο επειγόντως και να αλλάξει τη διδακτέα ύλη, την παιδαγωγική μέθοδο και τους τρόπους αξιολόγησης, που βρίσκονται πενήντα χρόνια πίσω. Καμία τέτοια πρόθεση δεν έχει εκδηλωθεί, ίσως γιατί θα προκαλέσει αντιδράσεις από τους δάσκαλους και τους καθηγητές. Όμως ο “πελάτης” με την έννοια του αποδέκτη της παιδείας, δεν είναι ο δάσκαλος και ο καθηγητής, αλλά ο μαθητής, ο οποίος πρέπει να εκπαιδευτεί για να αντιμετωπίσει το μέλλον και όχι ένα παρελθόν το οποίο έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Και σήμερα το εκπαιδευτικό σύστημα υπηρετεί αυτό το παρελθόν και όχι το μέλλον.
Όσον αφορά στις υποδομές τα πράγματα δεν πάνε καλά. Έργα δημοπρατούνται, διαγωνισμοί κερδίζονται, αλλά έργα δεν γίνονται. Προφανώς κάποιο λάθος υπάρχεισ το σύστημα αφού οι εταιρείες που κερδίζουν τα έργα δεν τα εκτελούν. Όμως η χώρα χρειάζεται τις υποδομές επειγόντως και έχει ενδιαφέρον να δούμε πόσο καιρό θα περιμένει η κυβέρνηση και η Βουλή, να εκτελεστούν τα έργα. Σε μεγάλο βαθμό η καθυστέρηση οφείλεται αφενός στην οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων και αφετέρου στο σφίξιμο του κρατικού προυπολογισμού που δεν πληρώνει τις επιχειρήσεις στην ώρα τους επειδή προσπαθεί να εξασφαλίσει τα δημοσιονομικά πλεονάσματα.
Γενικότερα στην οικονομία, τα προβλήματα είναι αρκετά σύνθετα. Η κυβέρνηση αυξάνει μισθούς και συντάξεις - ορθώς - δίνει και επιδόματα που είναι λύση ανάγκης αλλά όχι μακροχρόνια πολιτική, αλλά δεν έχει καταφέρει να περιορίσει την ακρίβεια και την κερδοσκοπία. Δεν αγγίζει τα μεγάλα καρτέλ που λειτουργούν εκβιαστικά προς όλους τους καταναλωτές προϊόντων για υπηρεσιών.
Η λογική της κυβέρνησης, που εκφράζεται κυρίως από τον υπουργό οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη, ενισχύει τους μεγάλους ομίλους και τις μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ οι μικρές επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες αντιμετωπίζονται ως βαριά προβληματικές περιπτώσεις. Αγνοεί η κυβέρνηση ότι το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, που συστηματικά επί δεκαετίες επιλέγουν οι Έλληνες, είναι η μικρή επιχείρηση και η αυτοαπασχόληση. Θεωρεί ότι μπορεί να αλλάξει αυτό το μοντέλο και να υιοθετήσουμε το μοντέλο των μεγάλων επιχειρήσεων. Έτσι, η πολιτική που ασκεί περιορίζει τις προοπτικές ανάπτυξης μικρών δυναμικών εταιριών. Επειδή όμως οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις είναι λίγες και οι μικρότερες επιχειρήσεις αφενός εμποδίζονται, αφετέρου δεν έχουν χρηματοδότηση από το φοβισμένο και αναποτελεσματικό τραπεζικό σύστημα, το αποτέλεσμα είναι ότι πλήττεται συνολικά η επιχειρηματικότητα και διευκολύνονται οι ξένες μεγάλες επιχειρήσεις. Για τον ανεξάρτητο μικρό επιχειρηματία απομένουν τα καφέ, τα σουβλατζίδικα και τα νυχάδικα και για όποιον δεν θέλει να γίνει υπάλληλος, η μόνη επιλογή είναι να γίνει ντηλιβεράς. Η εμμονή της κυβέρνησης και του υπουργού στο μη επιλέξιμο από τους Έλληνες επιχειρηματικό μοντέλο, τελικά μόνο ζημιά μπορεί να κάνει.
Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση διαθέτει και τον χρόνο και την πολιτική ισχύ για να συγκρουστεί με τις παθογένειες και να πετύχει δύσκολους στόχους σε όλους αυτούς τους κρίσιμους τομείς. Το ερώτημα είναι αν έχει τη διάθεση.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr