Όλα αυτά σε ένα προεκλογικό και ενδεχομένως εκλογικό έτος. Οι εκλογές αν η κυβέρνηση εξαντλήσει την τετραετία της όπως δηλώνει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα γίνουν το 2023 αλλά οι πολιτικοί αναλυτές και στελέχη της αντιπολίτευσης επιμένουν ότι ίσως τελικά φέτος γίνουν πρόωρες εκλογές. Το πότε θα γίνουν εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την οικονομία και είναι πολύ πιθανό η κυβέρνηση να αποφασίσει να πριμοδοτήσει την ανάπτυξη με αυξημένες δαπάνες και φέτος, προκειμένου να ενισχυθεί εκλογικά. Είναι αυτό ένα «πολιτικό παράθυρο ευκαιρίας» που παρέχεται στην κυβέρνηση από τη χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας λόγω πανδημίας αλλά και λόγω ενεργειακής κρίσης. Οι Ευρωπαικές χώρες μπορούν να κάνουν δαπάνες στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων και το 2022 και αυτό βολεύει την κυβέρνηση προεκλογικά διότι μέσα σε αυτές μπορεί να ασκήσει ενισχυτικές πολιτικές για τα χαμηλότερα εισοδήματα. Τέτοιες πολιτικές έχουν ανακοινωθεί ήδη από το οικονομικό επιτελείο και αφορούν μειώσεις φόρων – πλην του ΦΠΑ που όπως δήλωσε ο κ. Σταϊκούρας δεν μπορεί να μειωθεί διότι θα εκτροχιαστεί ο προϋπολογισμός. Παράλληλα αναμένονται αυξήσεις και στα εισοδήματα τόσο με αύξηση του επιπέδου των μισθών όσο και με κατευθείαν επιδότηση προκειμένου να αντιμετωπιστούν από τα νοικοκυριά οι αυξημένες δαπάνες από τις πολύ υψηλές τιμές της ενέργειας.
Από την άλλη πλευρά αν η κυβέρνηση ακολουθήσει αυτό το σενάριο τότε το έλλειμμα θα ξεφύγει. Και μπορεί η χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας να διευκολύνει τους χειρισμούς των κυβερνήσεων και την αύξηση των ελλειμμάτων υπό προυποθέσεις, αλλά αυτό δεν είναι βέβαιον ότι ισχύει για την Ελλάδα. Δεδομένου ότι είμαστε χώρα με πάρα πολύ υψηλό δημόσιο χρέος πρέπει – ακόμη και αν χαλαρώσει η ΕΕ – να μετατραπούμε σε χώρα δημοσιονομικών πλεονασμάτων αλλιώς δεν θα μπορέσουμε να κερδίσουμε την επενδυτική βαθμίδα για να επιτρέπεται σε ξένους οίκους να επενδύουν στη χώρα. Και αυτό είναι αναγκαία προϋπόθεση για να καταφέρουμε να εξασφαλίσουμε βιώσιμη ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Οι αστάθμητοι παράγοντες που θα επηρεάσουν τις δυνατότητες της κυβέρνησης να χρηματοδοτήσει την οικονομία είναι η διάρκεια και η ένταση της ενεργειακής κρίσης αφενός και η εξέλιξη της πανδημίας η οποία όπως λένε οι ειδικοί αναμένεται να κορυφωθεί άμεσα και να ξεπεραστεί σταδιακά στους επόμενους μήνες.
Αν δεν έχουμε απρόσμενες εξελίξεις, αν δηλαδή η ενεργειακή κρίση δεν ενταθεί και δεν διαρκέσει πολύ και αν η πανδημία υποχωρήσει, η κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει σε περιορισμένες παροχές ελπίζοντας ότι θα εξασφαλίσει έτσι κάποια καλύτερη εκλογική επίδοση. Σε κάθε περίπτωση είτε φέτος είτε το 2023, το κυβερνητικό αφήγημα για την οικονομία θα περιλαμβάνει την οικονομική ανάπτυξη μετά το τέλος της πανδημίας. Θα υποστηρίξει δηλαδή ο Μητσοτάκης ότι αφού κατάφερε να διαχειριστεί ικανοποιητικά την οικονομία παρά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση, δημιούργησε προϋποθέσεις για ακόμη μεγαλύτερη ανάπτυξη όταν οι κρίσεις αυτές πια έχουν ξεπεραστεί. Και αυτό ακούγεται λογικό διότι πράγματι τα δυο χρόνια που η ανθρωπότητα πλήττεται από την πανδημία, η κυβέρνηση κατάφερε να κρατήσει την οικονομία σε ικανοποιητικό επίπεδο. Από την άλλη η εκτίναξη του ελλείμματος στο7% του ΑΕΠ είναι το κόστος αυτής της πολιτικής και το πώς θα μαζευτεί τα επόμενα χρόνια είναι μία πρόκληση ειδικά αν και το 2022 χρησιμοποιηθούν οι δημόσιες δαπάνες για προεκλογικές στηρίξεις. Βέβαια, αν όλη αυτή η ρευστότητα που χορηγείται στην οικονομία με αφορμή την πανδημία φέρει μεγάλη επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης το κλάσμα έλλειμμα προς ΑΕΠ βελτιώνεται.
Το μέλλον της οικονομίας για τα επόμενα χρόνια αλλά και μακροπρόθεσμα, τελικά εξαρτάται πάλι από τις πολιτικές αποφάσεις και από το αν θα καταφέρει να συγκρατηθεί η κυβέρνηση και δεν επιλέξει τις υπερβολικές προεκλογικές παροχές φέτος.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr