Η δημοσιονομική εικόνα της χώρας δεν ήταν ποτέ καλύτερη, το πλεόνασμα είναι μεγαλύτερο από αυτό που προέβλεπε ο προϋπολογισμός, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές έχουν αυξήσει σημαντικά τα φορολογικά έσοδα, η Ελλάδα είναι σε θέση να ξεπληρώνει με άνεση το χρέος της και μάλιστα να επιταχύνει την αποπληρωμή του. Οι διεθνείς οίκοι και η Κομισιόν μας συγχαίρουν για την επιτυχία και θεωρούν την Ελλάδα υπόδειγμα δημοσιονομικής επιτυχίας και για τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Συνεπώς ο υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζιδάκης μπορεί να είναι υπερήφανος.
Όμως το ζήτημα είναι τι θα κάνει η κυβέρνηση με όλα αυτά τα λεφτά που έχει στο δημόσιο ταμείο.
Όπως ενημερώνει η Τράπεζα της Ελλάδος, στον λογαριασμό του ελληνικού δημοσίου αυτή τη στιγμή υπάρχουν 47 δισ Ευρώ - ποσό πρωτοφανές που εντυπωσιάζει τα στελέχη της κεντρικής τράπεζας. Όμως σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, το δημόσιο έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εγχώρια αγορά ύψους περίπου 3 δισ Ευρώ.
Και γεννάται η εύλογη απορία, γιατί το δημόσιο δεν πληρώνει τις υποχρεώσεις του αφού έχει τα χρήματα στον λογαριασμό του. Και μάλιστα αυτά τα χρέη είναι προϋπολογισμένο, δηλαδή όταν πληρωθούν δεν θα αυξηθούν οι δαπάνες που έχει υπολογίσει το υπουργείο Οικονομικών. Τα χρέη αφορούν τα νοσοκομεία (1,3 δισ ευρώ), την τοπική αυτοδιοίκηση (321 εκατ.), τα ασφαλιστικά ταμεία (701 εκατ.), τις επιστροφές φόρου (815 εκατ), τα δημόσια έργα. (221 εκατ.) και άλλα.
Με λίγα λόγια, τα 3 περίπου δισ ευρώ που δεν εκταμιεύει το δημόσιο, λείπουν από την αγορά, δηλαδή από όλους μας. Διότι όπως είναι εύκολα αντιληπτό, εφόσον δεν πληρώνει αυτούς στους οποίους χρωστάει, ούτε εκείνοι έχουν να πληρώσουν τους υπόλοιπους.
Στις σημερινές συνθήκες ακρίβειας και πολύ μικρής αγοραστικής δύναμης των εργαζόμενων, η καθυστέρηση πληρωμών δημιουργεί σοβαρότατα προβλήματα ρευστότητας και προκαλεί ασφυξία στην αγορά, σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Αυτά μεγεθύνουν τις οικονομικές δυσκολίες όλων και δικαιολογούν απολύτως την γενικευμένη εντύπωση ότι το κράτος είναι πλούσιο και οι πολίτες φτωχοί.
Προκαλούν δικαιολογημένη πολιτική δυσαρέσκεια εις βάρος της κυβέρνησης, πράγμα που ασφαλώς η κυβέρνηση γνωρίζει.
Και εδώ δημιουργείται ένας προβληματισμός: Αφού η κυβέρνηση έχει τα λεφτά, έχει αναγνωρίσει αυτά τα χρέη τα οποία έχει εγγράψει στον προϋπολογισμό και γνωρίζει ότι έχει πολιτικό κόστος που δεν τα πληρώνει, γιατί δεν τα πληρώνει;
Οι κακές γλώσσες λένε ότι οι Υπουργοί δεν υπογράφουν για την πληρωμή διότι φοβούνται τις ποινικές ευθύνες. Το ίδιο και οι προϊστάμενοι των υπηρεσιών. Μα γιατί να υπάρχουν ποινικές ευθύνες για την πληρωμή οφειλών; Τι δεν έχει γίνει σωστά σε προηγούμενο στάδιο, πχ στην ανάθεση ή στους διαγωνισμούς, ώστε να προκύπτουν ποινικές ευθύνες εις βάρος αυτών που πρέπει να υπογράψουν για την εκταμίευση;
Την απάντηση δεν την έχουμε για να τη δώσουμε, ούτε υπάρχει επίσημη απάντηση από τα υπουργεία, ή από το υπουργείο οικονομικών, πέραν του ότι οι πληρωμές θα γίνουν, αλλά εξετάζονται λεπτομερώς και υπάρχει καθυστέρηση.
Η γραφειοκρατία λοιπόν φταίει σύμφωνα με την κυβέρνηση για αυτή την καθυστέρηση. Και αυτό όμως, η κυβέρνηση πρέπει να το λύσει.
Με ευθύνη λοιπόν της κυβέρνησης λείπουν από την αγορά περίπου 3 δισ Ευρώ, τα οποία αν πληρώνονταν θα συνέβαλαν καθοριστικά στην ανακούφιση των πολιτών και των επιχειρήσεων από το ασφυκτικό πρόβλημα ρευστότητας, το οποίο όπως αποδεικνύεται σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στο γεγονός ότι το δημόσιο αυτή τη στιγμή είναι ένα πολύ πλούσιος κακοπληρωτής.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr