Ποιο είναι το πρόβλημα; Το πρόβλημα είναι ότι δεν μπορούμε να τα πάρουμε διότι δεν διαθέτουμε ούτε το σχέδιο, ούτε την τεχνογνωσία, ούτε το σύστημα μοιράσματος αυτών των κονδυλίων.
Αυτό που διαπιστώνεται τώρα είναι ότι καλώς ή κακώς το τραπεζικό σύστημα δεν είναι εκπαιδευμένο για να κάνει αυτή τη δουλειά. Δεν εντάσσεται στη λογική του να “σώσει” κλάδους και επιχειρήσεις που πλήττονται, δεν μπορεί να δώσει ούτε Ευρώ χωρίς εγγυήσεις, δεν έχει μάθει ποτέ να παίρνει ρίσκο χωρίς διασφαλίσεις, αποσκοπεί στο δικό του κέρδος, έχει τη δική του ατζέντα. Οι τράπεζες δεν θα αφήσουν το χρήμα να φτάσει στις επιχειρήσεις, ούτε σε αυτές που πρέπει να διασωθούν ούτε σε αυτές που θα φέρουν ανάπτυξη στο μέλλον. Το τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί να μοιράσει το χρήμα ούτε των επιδοτήσεων ούτε των δανείων διότι ξέρει να δίνει δάνεια μόνο σε αυτούς που δεν τα χρειάζονται. Ειδικά τώρα με τόσα κόκκινα δάνεια και με μια δεκαετία καταστροφής είναι αδύνατο να αλλάξει λογική και να ακολουθήσει αναπτυξιακή πολιτική.
Τι ζητάνε λοιπόν τώρα οι τραπεζίτες και γιατί δεν δίνουν τα εγγυημένα από το δημόσιο δάνεια στις επιχειρήσεις; Το πράγμα έχει ως εξής: Το δημόσιο εγγυάται το 80% του κάθε δανείου που δίνουν οι τράπεζες. Όμως στο σύνολο της χρηματοδότησης οι τράπεζες καλούνται να δώσουν 100 δισ δάνεια και το δημόσιο εγγυάται τα 32 από αυτά. Δηλαδή, σκέφτονται οι τράπεζες, αν δεν πληρωθεί ένα δάνειο το δημόσιο θα πληρώσει το 80% που έχει εγγυηθεί, αλλά αν δεν πληρωθεί κανένα δάνειο, οι τράπεζες θα έχουν δώσει 100 δισ και θα πάρουν 32. Συνεπώς θεωρούν ότι σε κάθε δάνειο η εγγύηση του δημοσίου είναι 32% και όχι 80% που είναι. Αυτός είναι ο λόγος που οι τράπεζες ζητούν επιπλέον τεράστιες εγγυήσεις και βρίσκουν προσκόμματα για τη χορήγηση των δανείων. Αρνούνται να πάρουν ρίσκο και είναι λογικό σε μεγάλο βαθμό από τη μεριά τους γιατί έχουν εποπτικούς κανόνες αυστηρούς από την Ευρώπη και επειδή έχουν καεί στον χυλό και φυσάνε το γιαούρττι. Είναι μεγάλη κουβέντα το αν έχουν δίκιο ή άδικο οι τράπεζες αλλά το βέβαιο είναι ένα:
Το τραπεζικό σύστημα δεν κάνει για αυτή τη δουλειά.
Το ερώτημα λοιπόν είναι ποιος θα κάνει τη δουλειά, ποιος θα αξιολογήσει σωστά και θα μοιράσει το χρήμα σωστά ώστε να διασωθούν οι επιχειρήσεις και να αναπτυχθούν.
Αυτό θα έπρεπε να απασχολεί την κυβέρνηση η οποία έχει γίνει ήδη αποδέκτης των παραπόνων ολόκληρης της αγοράς η οποία κραυγάζει ότι οι τράπεζες βρίσκουν αιτίες αλλά και προφάσεις για να μη δώσουν τα δάνεια που εγγυάται το κράτος.
Το να βρεθεί άμεσα ένας σωστός μηχανισμός για τη χρηματοδότηση της οικονομίας είναι αναγκαίο και ίσως αυτό είναι κάτι με το οποίο πρέπει να ασχοληθεί η επιτροπή Πισσαρίδη. Σε αυτό θα είναι πολύ μεγάλη η χρησιμότητα της αν βρει τη λύση - που ασφαλώς και έχει τη δυνατότητα να τη βρει.
Οι τράπεζες μπορούν ασφαλώς να παίξουν ρόλο αν και εφόσον το χρήμα έχει μοιρασθεί, δηλαδή να δώσουν δάνεια για περαιτέρω ανάπτυξη σε όσες επιχειρήσεις κρίνουν. Αλλά σε αρχικό στάδιο αυτό δεν θα συμβεί.
Για τη συζήτηση και μόνο αναφέρω ένα σύστημα που ακολουθεί από δεκαετίες το Ισραήλ για να δίνει επιδοτήσεις και έχει αποδειχθεί απόλυτα αποτελεσματικό:
Στο Ισραήλ υπάρχει ο θεσμός του Επικεφαλής Επιστήμονα και ο θεσμός του Εκκολαπτηρίου Επενδύσεων. Όποιος θέλει να κάνει μια επένδυση με επιδότηση, υποβάλλει την πρόταση του στον Επικεφαλής Επιστήμονα (όπως καταλαβαίνετε είναι ένα θεσμικό όργανο και όχι μόνο ένας άνθρωπος). Εκεί αξιολογείται η πρόταση και αν θεωρηθεί βιώσιμη εγκρίνεται και ο υποψήφιος επιχειρηματίας παίρνει ένα χαρτί εγκρίσεως της επένδυσης του. Αυτό το χαρτί σημαίνει ότι το κράτος θα του δώσει τόση επιχορήγηση όσα θα είναι και τα χρήματα που θα βρει από άλλες πηγές, δηλαδή από δικά του ή από άλλους επενδυτές. Με αυτό το χαρτί το οποίο ουσιασρτικά αποτελεί και μια εγγύηση αξιοπιστίας προς τους άλλους επενδυτές, ο υποψήφιος αναζητεί στην αγορά λεφτά από funds ή από ιδιώτες και όταν τα συγκεντρώσει παίρνει άλλα τόσα από το κράτος.
Όμως το έργο δεν σταματάει εκεί. Το κράτος του δίνει χώρο σε βιομηχανική περιοχή (Εκκολαπτήριο Επενδύσεων) και όλες τις τεχνικές παροχές που χρειάζεται και παράλληλα παρακολουθεί την πορεία της επένδυσης του τόσο οικονομικά όσο και τεχνικά. Και αν κάπου δυσκολευτεί, το κράτος του παρέχει την τεχνική υποστήριξη για να ξεπεράσει το εμπόδιο. Όλο αυτό έχει ένα χρονικό περιορισμό τριών ετών. Δηλαδή μέσα σε τρία χρόνια από την έναρξη της η επένδυση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί και να έχει ξεκινήσει η παραγωγή. Στη συνέχεια θα πρέπει η εταιρία είτε να μπεί σε κάποιο χρηματιστήριο είτε να πουληθεί σε κάποια πολυεθνική προκειμένου να βρει λεφτά για να επιστρέψει στο κράτος την αρχική επιδότηση αλλά και για να κερδίσουν, το κράτος και οι αρχικοί επενδυτές, από αυτήν.
Αυτό το σύστημα με παραλλαγές ίσως είναι μια βάση για να σκεφτεί η επιτροπή Πισσαρίδη μια προσαρμογή στις ελληνικές ανάγκες και στην ελληνική πραγματικότητα και να κινηθεί αναλόγως. Ίσως βέβαια στην επιτροπή να βρουν κάτι καλύτερο.
Πάντως αν δεν βρει μια λύση η κυβέρνηση και περιμένουμε από τις τράπεζες να μοιράσουν το χρήμα, η ύφεση θα είναι τελικά καραμπινάτη.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr