Όπως μεταδίδει η Καθημερινή, ο βασικός λόγος αφορά στο γεγονός πως αμφότερες οι ρυθμίσεις οδηγούν σε μεγαλύτερα κτίρια και κατ' επέκταση, σε επιδείνωση του οικιστικού περιβάλλοντος. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η υπόθεση έχει παραπεμφθεί για τελική κρίση στην Ολομέλεια και θα εκδικαστεί στις 10 Οκτωβρίου.
Η απόφαση προήλθε έπειτα από προσφυγή της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής Αλίμου κατά οικοδομικής άδειας. Με την άδεια επρόκειτο να κατασκευαστεί επταώροφο κτίριο 21,6 μέτρων, αντί ανώτατου ύψους 14 μέτρων στην περιοχή. Tο κτίριο θα έφθανε τελικά τα 916,90 τ.μ. (εκ των οποίων 231,56 τ.μ. αντιστοιχούν σε χώρο παταριού, έρκερ και σοφίτας, που βάσει του ΝΟΚ δεν προσμετρώνται στον συντελεστή), δηλαδή 491,59 τ.μ. περισσότερο, κάτι που ισοδυναμεί με υπερδιπλασιασμό της νομίμως δομήσιμης επιφάνειας (αντιστοιχεί σε συντελεστή δόμησης 1,72 αντί 0,8).
Το ΣτΕ κρίνει ότι ο πολεοδομικός σχεδιασμός πρέπει να είναι αποτέλεσμα επιστημονικής μελέτης και ανοιχτής διαδικασίας με τη συμμετοχή του κοινού και την εκτίμηση των επιπτώσεων και όχι να τροποποιείται «οριζόντια» με νόμο ή με υπουργικές αποφάσεις. Η απόφαση επαναλαμβάνει το σκεπτικό της απόφασης 293/2024 (εκδόθηκε τον Απρίλιο για τον Άλιμο), αναφέροντας πως η αύξηση του ύψους των οικοδομών προκαλεί δυσμενείς συνέπειες στους περιοίκους και το οικιστικό περιβάλλον.
Εκτός από τα μπόνους για την προσαύξηση του ανώτατου ύψους, η νέα απόφαση στοχεύει και τον «κρυφό» συντελεστή, δηλαδή τους χώρους του κτιρίου που με τον ΝΟΚ επετράπη να μην προσμετρώνται στην οικοδομήσιμη επιφάνεια. Όπως σημειώνει το ΣτΕ, όλες αυτές οι διατάξεις οδηγούν σε σημαντική πολεοδομική επιβάρυνση, από την οποία επωφελείται μόνο ο ιδιοκτήτης του κτιρίου και ο εργολάβος.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr