Η ιστορία έχει ώς εξής:
Στις 8 Ιουλίου του 2019, την επομένη δηλαδή των εθνικών εκλογών, υπογράφεται το πρώτο Προεδρικό Διάταγμα της νέας Κυβέρνησης. Η σημασία του, εκτός από πρακτική, ήταν και συμβολική αφού, μεταξύ άλλων, προέβλεπε αναβάθμιση των δομών της οικονομικής διπλωματίας, δημιουργώντας την πεποίθηση ότι θα αποτελούσε την αιχμή του δόρατος της νέας διακυβέρνησης με προφανή στόχο την ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας και ανάπτυξης μέσα από τη στήριξη της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων. Σχεδόν τρεισήμισι χρόνια μετά και παρά τις μεγάλες, δομικές ελλείψεις (σε πόρους, μέσα και υποδομές) που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει το Υπουργείο Εξωτερικών στην άσκηση της οικονομικής διπλωματίας, τα αποτελέσματα είναι θετικά. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις ξεπέρασαν το 2021 τα 6,5 δισ. ευρώ ενώ οι πρώτοι μήνες του 2022, παρά την οικονομική κρίση, προμηνύουν μια ακόμη καλύτερη χρονιά. Αντίστοιχα, οι ελληνικές εξαγωγές, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat και της ΕΛΣΤΑΤ καταγράφουν ιστορικό ρεκόρ. Μόνο στο οκτάμηνο Ιανουάριος – Αύγουστος 2022, οι συνολικές ελληνικές εξαγωγές έφτασαν σε αξία τα 35,78 δισ. ευρώ από 24,97 δισ. ευρώ το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2021 (αύξηση 43,3%). Παράλληλα, η Ελλάδα, το ίδιο χρονικό διάστημα, καθίσταται ενεργειακά πανευρωπαϊκός κόμβος.
Τα γραφεία Οικονομικών και Εμπορικών, η αιχμή του δόρατος της οικονομικής διπλωματίας από την πλευρά της δημόσιας διοίκησης, συνέβαλαν καθοριστικά σε αυτά τα αποτελέσματα, όπως θεσμικοί παράγοντες της αγοράς και οι ίδιες οι επιχειρήσεις καταγράφουν στις σχετικές αξιολογήσεις των γραφείων. Άλλωστε, η λειτουργία τους είναι δυναμική καθώς ρυθμίζεται από ένα εξελιγμένο ετήσιο σχέδιο δράσης, πιστοποιημένο με το σύστημα ISO.
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, ωστόσο, ελέω εσωτερικών και κοντόφθαλμων συντεχνιακών ισορροπιών στο ΥΠΕΞ και σημειωτέων, για πρώτη φορά, χωρίς καμία διαβούλευση με τους επιχειρηματικούς φορείς, προωθείται, μέσα από ένα υπό διαμόρφωση Π.Δ., σημαντικότατη αποψίλωση τόσο του αριθμού των Γραφείων ΟΕΥ (από 60 σε 38) όσο και των αρμοδιοτήτων τους με θύματα τις ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε ξένες αγορές. Το πόρισμα της σχετικής Επιτροπής του ΥΠΕΞ, εκτός ότι αγνόησε τους κατεξοχήν ενδιαφερόμενους, τις επιχειρήσεις, αδιαφόρησε πλήρως και για τις πρόσφατες θεσμικές παρεμβάσεις εμπορικών συνδέσμων που καλούσαν επιτακτικά για την εξάπλωση των Γραφείων ΟΕΥ σε νέες, ανερχόμενες οικονομίες, σε μια περίοδο που ο παγκόσμιος οικονομικός χάρτης ανασυντάσσεται. Αντίθετα, κάνοντας ένα ακόμη βήμα πίσω, προωθείται η εισαγωγή του καινοφανούς και λειτουργικά απαράδεκτου μοντέλου «σκόρπιων» θέσεων Υπαλλήλων ΟΕΥ σε αντίστοιχες Πρεσβείες ή Γενικά Προξενεία, χωρίς δηλαδή να λειτουργεί σε αυτές Γραφείο ΟΕΥ αφαιρώντας από τον υπάλληλο ΟΕΥ το δικαίωμα υπογραφής ακόμη και στα πλέον απλά θέματα, λ.χ. απάντηση εμπορικού αιτήματος. Πρόκειται για την αχρείαστη εισαγωγή ενός συγκεντρωτικού – δύσκαμπτου συστήματος διοίκησης σε έναν τομέα άσκησης δημόσιας πολιτικής που κατεξοχήν απαιτεί ταχύτητα απόκρισης και εν γένει επιχειρησιακή ευελιξία. Είναι βέβαιο ότι ένα τέτοιο μοντέλο, μοναδικό παγκοσμίως, θα αποτύχει πλήρως πληγώνοντας βαθιά τα ελληνικά επιχειρηματικά συμφέροντα.
Η Κυβέρνηση καλείται να εξηγήσει στις επιχειρήσεις, εν μέσω σφοδρής οικονομικής κρίσης και εκτόξευσης τιμών πρώτων υλών, γιατί στο τέλος της θητείας της, αθόρυβα, προσπαθεί να ξηλώσει, ότι έχτισε με επικοινωνιακό θόρυβο στην αρχή της. Θα πρέπει να εξηγήσει τον πραγματικό λόγο που οι Έλληνες εξαγωγείς θα έχουν πρόσβαση σε λιγότερες αγορές και σε αρκετές περιπτώσεις με υποδεέστερες, πιο αργές λόγω γραφειοκρατίας και εν τέλει χαμηλότερης προστιθέμενης αξίας υπηρεσίες. Θα πρέπει να εξηγήσει πως αποφάσεις για το «καλό» των επιχειρήσεων λαμβάνονται ερήμην αυτών από κλειστές επιτροπές η πλειοψηφία των μελών των οποίων έχουν ελάχιστη σχέση με την επιχειρηματικότητα, την οικονομική εξωστρέφεια και τις εξαγωγές.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr