"Πολύ λίγο, πολύ αργά" είναι η φράση που μπορεί να χαρακτηρίσει την χθεσινή απόφαση των πλούσιων χωρών του κόσμου (G7) να δωρίσουν 1 δις. δόσεις εμβολίων κατά του SARS-CoV-2 στις φτωχές και αναπτυσσόμενες χώρες του κόσμου.
Πολύ λίγο, γιατί στις χώρες αυτές ζουν πάνω από 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι, και άρα χρειάζονται τουλάχιστον τετραπλάσιες δόσεις για να επιτευχθεί πλήρης ανοσοποίηση σε παγκόσμιο επίπεδο.
Πολύ αργά, γιατί η δωρεά δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί πριν το τέλος του 2022, πράγμα που σημαίνει ότι πολυπληθείς χώρες θα συνεχίσουν για πολύ καιρό ακόμα να αποτελούν χώρο ανεξέλεγκτης διασποράς του ιού και «επώασης» νέων μεταλλάξεων χωρίς τον προστατευτικό «φραγμό» των εμβολίων.
Η ελεημοσύνη δεν μπορεί να είναι η απάντηση για τη μεγαλύτερη κρίση Δημόσιας Υγείας που έχει βιώσει η ανθρωπότητα τις τελευταίες δεκαετίες. Ούτε η φιλανθρωπία των πλούσιων χωρών είναι η απάντηση στον «εμβολιαστικό εθνικισμό» και στις ανισότητες. Απαιτείται μια νέα παγκόσμια και δίκαιη ρύθμιση για την αύξηση της παραγωγής των σημερινών ή των αυριανών εμβολίων, έτσι ώστε αυτά να είναι διαθέσιμα γρήγορα και ισότιμα σε όλο τον πλανήτη. Ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό είναι η άρση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας των φαρμακευτικών εταιρειών για τα νέα εμβόλια, τα φάρμακα και τα άλλα ιατροτεχνολογικά προϊόντα για την αντιμετώπιση της νόσου covid-19, μέσω της πρωτοβουλίας COVAX του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Είναι προφανές ότι δεν μπορεί η Υγεία στον πλανήτη να εξαρτάται από τα business plan των φαρμακευτικών ή από τον «ανθρωπισμό» των G7. Τώρα είναι υγειονομικά, κοινωνικά, ηθικά και πολιτικά επιβεβλημένο να αμφισβητηθεί το καθεστώς της πατέντας. Και να τεθούν «οι άνθρωποι και η Δημόσια Υγεία πάνω από τα κέρδη» .
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr