Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
![Reporter.gr on Google News](/images/google%20news/reporter%20news%20300x100.png)
Του Γιώργου Αλεξάκη
Η χώρα βαδίζει εκτός μνημονίων, εδώ και μια 7ετία, έχοντας «μαζέψει» τη δημοσιονομική της εικόνα κι έχοντας βάλει κάποιες μεταρρυθμιστικές ψηφίδες σε ένα «παζλ» με μεγάλα ελλείμματα, αλλά και ένα διεθνές περιβάλλον γεμάτο αβεβαιότητες. Οι γεωπολιτικές αναταράξεις είναι έντονες, η επέλαση της Τεχνητής Νοημοσύνης κατακλυσμιαία και η κυριαρχία της Ασίας σε κρίσιμες πρώτες ύλες, ανεβάζουν τον πήχη των απαιτήσεων.
Προφανώς, στην Ελλάδα έχουν γίνει βήματα, με «αναχώματα» στη διαχείριση του υπέρογκου χρέους μέχρι το 2032, ωστόσο, η «οικονομική άνοιξη», που προτάσσει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, μάλλον δεν ανταποκρίνεται αυτή καθ’ αυτή στην πραγματικότητα. Κυρίως γιατί, πολλές «ασθένειες» που μας οδήγησαν στο αδιέξοδο του 2010, δεν έχουν θεραπευτεί.
Η Ελλάδα βρίσκεται ασφαλώς σε φάση ανάπτυξης, μετά τα δύσκολα χρόνια της κρίσης, αλλά εξακολουθεί να ταλανίζεται από συγκεκριμένα προβλήματα που την κρατούν πίσω, με κυρίαρχη την έλλειψη οραματικής ηγεσίας, τη μονοσήμαντη εμμονή σε τομείς όπως τα ακίνητα και ο τουρισμός, το χαμηλό δείκτη καινοτομικής παραγωγής.
«Φρένα» βάζουν επίσης τα ζητήματα της δικαιοσύνης, η χωροταξία, αλλά και οι περιφερειακές ανισότητες. Επιπλέον, η χρόνια αποεπένδυση εξακολουθεί να είναι μη αντιμετωπίσιμη και ο ρυθμός των επενδύσεων παραμένει εξαιρετικά χαμηλός συγκρινόμενος με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Παράλληλα, το θέμα των «κόκκινων δανείων» που, γυρίζει «γύρω - γύρω» σε διάφορα σχήματα, παραμένοντας ενεργό, η αδυναμία μετεξέλιξης και ενίσχυσης της κυρίαρχης μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, το έλλειμμα εργατικών χεριών και το οξύ δημογραφικό πρόβλημα, αποτελούν τα μεγάλα αγκάθια για την ελληνική οικονομία. Όπως και η μη ανάλογη των απαιτήσεων «απόκριση» στο πρόσταγμα για βιομηχανική ανάπτυξη και η εγκατάλειψη του αγροτικού τομέα.
Οι καιροί απαιτούν επειγόντως αποφασιστική δράση για να μπορέσει η επιχειρηματικότητα να καταστεί πιο ανθεκτική, πιο ανταγωνιστική και η οικονομία πιο βιώσιμη με πολύμορφη αναφορά σε όλους τους τομείς. Στο φόντο αυτό κορυφαίοι εκπρόσωποι της επιχειρηματικότητας, αλλά και θεσμικοί φορείς τοποθετούνται στο Reporter για το «δέον γενέσθαι».
ΝΙΚΟΣ ΒΕΤΤΑΣ, ΙΟΒΕ
«Κάθε εθνική οικονομία είναι ένα ευρύ σύνολο που περιλαμβάνει και συναθροίζει πολύ διαφορετικές καταναλωτικές, επενδυτικές και επιχειρηματικές αποφάσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Αυτές μπορεί τελικά να εκφράζονται σε μακροοικονομικό και δημοσιονομικό επίπεδο, έχουν όμως στη βάση τους κίνητρα που καθοδηγούν τις συμπεριφορές σε ατομικό οικονομικό επίπεδο. Το εάν οι επενδύσεις είναι περισσότερο ή λιγότερο μακροπρόθεσμες, εάν τα νοικοκυριά φροντίζουν να έχουν εκπαίδευση και υψηλό ανθρώπινο κεφάλαιο, εάν η παραγωγή κατευθύνεται προς την καινοτομία ή κινείται σε γνωστούς και συνηθισμένους χώρους, είναι αποφάσεις που δεν αλλάζουν μονομιάς και δεν διατάσσονται κεντρικά. Μπορούν όμως να αλλάξουν, εφόσον αλλάξουν τα κίνητρα που τίθενται από την οικονομική πολιτική, και αυτή είναι η ουσία της συζήτησης για το παραγωγικό υπόδειγμα στη χώρα μας.
Η ελληνική οικονομία έχει αναπτυχθεί κατά τις τελευταίες δεκαετίες και κατατάσσεται στις περισσότερο ανεπτυγμένες διεθνώς, με σχετικά υψηλό επίπεδο ευημερίας. Ταυτόχρονα όμως, η ανοδική αυτή τάση είναι συστηματικά ασθενέστερη από ό,τι οι περισσότερες ευρωπαϊκές οικονομίες, ήδη από τη δεκαετία του '80 και μετά, και η χαμηλότερη παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα έχουν υποστηρίξει μικρότερη άνοδο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Η τάση αύξησης των εισοδημάτων πέρα από τις δυνατότητες της οικονομίας, οδήγησε σε υπερβολική συσσώρευση δημόσιου χρέους, και μάλιστα εξωτερικού, και τελικά σε βαθιά κρίση. Κοιτώντας προς τα μπρος, κατά τα επόμενα χρόνια η αύξηση των εισοδημάτων της ευημερίας δεν μπορεί να να επιτευχθεί χωρίς αλλαγή στο μείγμα της παραγωγής και μόνο με συσσώρευση περισσότερων πόρων εκεί που ήδη υπάρχει παραγωγή. Η αναγκαία αυτή αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος μπορεί να εκφραστεί με τρεις τρόπους.
Πρώτον, με αύξηση των εξαγωγών και των επενδύσεων στη διαμόρφωση του ΑΕΠ, και αντίστοιχη σχετική (αν και όχι αναγκαστικά απόλυτη) υποχώρηση του μεριδίου της κατανάλωσης και της συμμετοχής των εισαγωγών.
Δεύτερον, με αύξηση της παραγωγής και στροφή φυσικών και ανθρώπινων πόρων σε τομείς που μπορούν να έχουν υψηλότερη αύξηση της παραγωγικότητας, όπως η μεταποίηση και για εταιρείες τεχνολογίας, περιοχές στις οποίες υπάρχει σχετική υστέρηση.
Τρίτον, ευρύτερα σε όλους τους τομείς και κλάδους, με τη στροφή στην παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών υψηλότερης προστιθέμενης αξίας, που θα είναι διεθνώς εμπορεύσιμα και θα στοχεύουν την παγκόσμια αγορά με όρους καινοτομίας. Οι τρεις αυτοί τρόποι να δει κανείς τη στροφή του παραγωγικού υποδείγματος δεν είναι εναλλακτικοί, συνδέονται μεταξύ τους και ουσιαστικά αποτελούν την έκφραση μίας κοινής τάσης.
Τα τελευταία λίγα χρόνια υπάρχει μια σταδιακή μετατόπιση της ελληνικής οικονομίας προς ένα τέτοιο υπόδειγμα παραγωγής, όμως αυτή είναι ακόμη ασθενής και όχι ξεκάθαρη. Εάν δεν ενταθεί και αποκτήσει συστηματικά χαρακτηριστικά, θα είναι αδύνατο να υπάρξει προσέλκυση νέων επενδύσεων, ανθρώπων με υψηλή κατάρτιση και τελικά διατήρηση υψηλών εισοδημάτων στη χώρα. Αυτή τη στροφή, και πώς μπορεί να επιτευχθεί, περιέγραψε και πριν από τέσσερα χρόνια η έκθεση για την ανάπτυξη της οικονομίας μας από την Επιτροπή Πισσαρίδη. Η ανάγκη της είναι σήμερα ακόμη μεγαλύτερη, δεδομένων των τεχνολογικών και γεωπολιτικών εξελίξεων που επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομία, δημιουργώντας προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες, ενώ η σταθεροποίηση της οικονομίας που έχει επιτευχθεί αποτελεί μια θετική βάση. Μέτρα πολιτικής όμως, ιδίως αυτά που σχετίζονται με τη φορολογική μεταχείριση της εργασίας, την απλούστευση του πλαισίου για προσέλκυση επενδύσεων και τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού συστήματος, είναι απολύτως αναγκαία για αυτό το επόμενο βήμα της οικονομίας μας».
ΛΟΥΚΙΑ ΣΑΡΑΝΤΗ, ΣΒE
«Πάγια θέση του ΣΒΕ είναι ότι αποτελεί επιτακτική ανάγκη για τη χώρα μας η μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, που θα θέτει ως προτεραιότητα την περιφερειακή ανάπτυξη και θα καθιστά πρωταγωνίστρια την ελληνική βιομηχανία.
Βέβαια, για να ενισχυθούν τα πολλαπλασιαστικά οφέλη που προσφέρει η βιομηχανία μας συνολικά στην κοινωνία και την οικονομία μας, πρέπει να θωρακιστεί απέναντι στις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα: Να λάβει στήριξη απέναντι στις υψηλές και ασταθείς τιμές ενέργειας, να αντιμετωπιστούν με ένα ολοκληρωμένο σχέδιο οι σοβαρές ελλείψεις στο ανθρώπινο δυναμικό, να υποστηριχθεί η ψηφιακή και πράσινη μετάβαση των επιχειρήσεων με κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία. Και βέβαια, δεν μπορεί να υπάρξει ανταγωνιστική βιομηχανία, χωρίς σύγχρονες και λειτουργικές υποδομές, ιδίως στην περιφέρεια. Οι βιομηχανίες μας πρέπει να στηριχτούν έμπρακτα για να συνεχίσουν να παράγουν πλούτο για τη χώρα μας και να αποτελούν πυλώνα σταθερής οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης».
ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΦΟΥΝΗΣ, ΕΣΕΕ
«Στη διεθνοποιημένη οικονομία της ψηφιακής και «πράσινης» εποχής, όπου οι παγκόσμιες αλυσίδες αξίας διασυνδέονται πλήρως μεταξύ τους ενσωματώνοντας με αλματώδη ταχύτητα τις νέες τεχνολογίες, ο παραγωγικός μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας είναι έργο εθνικής σημασίας. Γι’ αυτό πρέπει να προχωρήσει γρήγορα, στη βάση στρατηγικού σχεδιασμού και συστηματικού διαλόγου της Πολιτείας με τους φορείς της αγοράς.
Το νέο παραγωγικό πρότυπο οφείλει, δίπλα στα παραδοσιακά «όπλα» της ελληνικής οικονομίας, να αναδεικνύει κανούρια ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που τις επόμενες δεκαετίες θα προσελκύσουν περισσότερες παραγωγικές επενδύσεις, με στόχο:
Πρώτον να ανακοπεί και αν είναι δυνατόν να αντιστραφεί η πορεία δημογραφικής γήρανσης της χώρας που υποσκάπτει τις αναπτυξιακές της προοπτικές και, δεύτερον, να θωρακιστεί απέναντι στη συνεχή μεταβλητότητα των διεθνών αγορών. Το σύγχρονο ελληνικό εμπόριο αποτελεί τον μεγαλύτερο εργοδότη της χώρας αλλά και τον κλάδο της οικονομίας με επιχειρήσεις πολλών «ταχυτήτων» που δοκιμάστηκαν σφόδρα από τις αλλεπάλληλες κρίσεις των τελευταίων ετών.
Στη νέα Διοίκηση της ΕΣΕΕ εκτιμούμε πως καθοριστικοί άξονες και προϋποθέσεις για την βιωσιμότητα του κλάδου, καθώς και για την επιτυχημένη συμβολή του στη δημιουργία του νέου παραγωγικού μοντέλου, είναι: α) η διασύνδεση της έρευνας και της καινοτομίας με την αγορά εργασίας, β) οι στρατηγικές συνέργειες των παραγωγικών κλάδων και γ) η πολύπλευρη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, με ευκολότερη πρόσβαση τους στην τραπεζική χρηματοδότηση και με σύγχρονα προγράμματα αναβάθμισης δεξιοτήτων».
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΙΑΡΓΚΟΒΑΣ, ΚΕΠΕ
«Η συζήτηση για την αναδιάρθρωση του παραγωγικού μοντέλου της Ελλάδας βρίσκεται εδώ και καιρό στο επίκεντρο της πολιτικής και οικονομικής ατζέντας. Μετά από δεκαετίες όπου η οικονομία βασίστηκε στην κατανάλωση, τον τουρισμό και τη χαμηλή ένταση κεφαλαίου, η ανάγκη για αλλαγή είναι πλέον πιο επιτακτική από ποτέ. Ωστόσο, για να πετύχει η αλλαγή, πρέπει να υπερβούμε την απλή εφαρμογή αποσπασματικών μέτρων. Oι πρόσφατες ανακοινώσεις του υπουργού ανάπτυξης, κου Θεοδωρικάκου σχετικά με την προσπάθεια αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου είναι στη σωστή κατεύθυνση. Βασικός πυλώνας του νέου αυτού παραγωγικού μοντέλου είναι η κινητοποίηση κεφαλαίων ύψους 8,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων πάνω από 3 δισ. ευρώ θα προέλθουν από κρατική δαπάνη και άνω των 5 δισ. ευρώ μέσω μόχλευσης.
Οι νέες παρεμβάσεις εστιάζουν σε τρεις κύριες κατηγορίες:
α) Βελτίωση του Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος, β) Ανάπτυξη Χρηματοδοτικών Εργαλείων και γ) Κίνητρα για Έρευνα και Καινοτομία.
Ωστόσο, το ελληνικό παραγωγικό μοντέλο δεν μπορεί να μετασχηματιστεί μόνο με οικονομικά κίνητρα και τεχνολογική καινοτομία. Χρειάζεται μια συνολική στρατηγική που θα συνδέει όλους τους κρίσιμους τομείς της οικονομίας. Για παράδειγμα, ο αγροτικός τομέας πρέπει να επωφεληθεί από τη χρήση έξυπνων τεχνολογιών, ενώ οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις χρειάζονται εργαλεία χρηματοδότησης και εκπαίδευση για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς τους. Ο τουρισμός, που παραδοσιακά αποτελεί βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας, είναι απαραίτητος να επεκταθεί σε νέες μορφές, όπως ο αγροτουρισμός και ο ιατρικός τουρισμός. Η πρόκληση γίνεται ακόμη μεγαλύτερη λόγω του ευρύτερου οικονομικού περιβάλλοντος.
Οι διαδοχικές κρίσεις της τελευταίας δεκαετίας έχουν επιβαρύνει την ανάπτυξη. Μετά την οικονομική επιτήρηση και τα μνημόνια, η ελληνική οικονομία βρέθηκε αντιμέτωπη με την πανδημία, την ενεργειακή κρίση και την αύξηση των επιτοκίων. Αυτοί οι παράγοντες όχι μόνο καθυστερούν τις επενδύσεις αλλά επιδεινώνουν και την ανταγωνιστικότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, οποιαδήποτε μεταρρύθμιση πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις δυσκολίες που επιφέρει η διεθνής συγκυρία.Ένα άλλο κρίσιμο σημείο είναι η διάρκεια και το εύρος των αλλαγών.
Οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες πρέπει να έχουν μακροπρόθεσμο ορίζοντα, ξεπερνώντας τις ημερομηνίες των επόμενων εκλογών ή των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών πλαισίων. Ένα παραγωγικό μοντέλο χρειάζεται χρόνο για να εδραιωθεί και να αποδώσει καρπούς. Η στρατηγική που θα υιοθετηθεί πρέπει να εξετάζει και τις μελλοντικές προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή, οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες, το δημογραφικό ζήτημα και η βιωσιμότητα του χρέους. Πέρα από τις οικονομικές πολιτικές, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί και η κοινωνική διάσταση της αναδιάρθρωσης.
Η δημιουργία ενός πιο δίκαιου και συμπεριληπτικού παραγωγικού μοντέλου απαιτεί επενδύσεις σε τομείς όπως η παιδεία, η υγεία και η δημόσια διοίκηση. Η αναβάθμιση αυτών των τομέων μπορεί να ενισχύσει τη συνολική ποιότητα ζωής και να αυξήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στις μεταρρυθμίσεις.Συμπερασματικά, η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της Ελλάδας δεν είναι εύκολη υπόθεση. Απαιτεί συνδυασμό ρεαλισμού, οράματος και συλλογικής προσπάθειας. Αν καταφέρουμε να ξεπεράσουμε τις προκλήσεις και να υιοθετήσουμε μια στρατηγική με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, τότε η ελληνική οικονομία μπορεί να γίνει πιο ανθεκτική, ανταγωνιστική και βιώσιμη. Διαφορετικά οι όποιες αποσπασματικές προσπάθειες θα πέφτουν στο κενό».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Reporter Magazine Δεκεμβρίου 2024