Σύμφωνα, δε, με ειδική ανάλυση της ΤτΕ, πέρα από την τρέχουσα συγκυρία ανόδου των τιμών ενέργειας στην ΕΕ, η “πράσινη” μετάβαση και οι πολιτικές ESG (περιβαλλοντικά- κοινωνικά κριτήρια), μπορούν να ασκήσουν επίμονες πληθωριστικές πιέσεις στις τιμές της ενέργειας τα επόμενα χρόνια.
Όπως αναφέρεται, πάντως από την ΤτΕ, πέρα από την τρέχουσα συγκυρία ανόδου των τιμών ενέργειας στην ΕΕ, η πράσινη μετάβαση και οι πολιτικές ESG δύνανται να ασκήσουν επίμονες πληθωριστικές πιέσεις στις τιμές της ενέργειας τα επόμενα χρόνια. Η αυξανόμενη έμφαση στη βιώσιμη χρηματοδότηση στην ΕΕ και τις ΗΠΑ εκτιμάται ότι θα περιορίσει περαιτέρω τις επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα, διατηρώντας τις τιμές της συμβατικής ενέργειας σε υψηλά επίπεδα. Ενδεικτικά, η συρρίκνωση της χρηματοδότησης για την εξόρυξη και εκμετάλλευση ορυκτών καυσίμων οδήγησε σε υποδιπλασιασμό της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου στην ΕΕ μεταξύ 2015 και 2020 (ενώ αντίθετα η παραγωγή παρέμεινε σταθερή στη Μέση Ανατολή και αυξήθηκε στην Κίνα). 12
Επίσης, το ΔΝΤ εκτιμά ότι οι κεφαλαιακές δαπάνες στον τομέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου παγκοσμίως τα τελευταία 3-4 χρόνια από τις εταιρίες που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο έχουν μειωθεί κατά περίπου 20%.
Μολονότι, στον απόηχο του πολέμου στην Ουκρανία, η ανάγκη για ενεργειακή επάρκεια και για τιθάσευση του πολύ υψηλού πληθωρισμού ενέργειας έχει δημιουργήσει εκ νέου παγκόσμιες πιέσεις για αύξηση της προσφοράς ορυκτών καυσίμων, η ΕΕ είναι προσηλωμένη στους στόχους της για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης.
Εν όψει των δεσμεύσεων της ΕΕ για επίτευξη μηδενικών εκπομπών ρύπων έως το 2050, αναμένεται περαιτέρω συρρίκνωση της παραγωγικής δυναμικότητας σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο, καθώς και ενίσχυση της ζήτησης και του ανταγωνισμού για βασικά εμπορεύματα απαραίτητα για την παραγωγή εναλλακτικών μορφών ενέργειας (π.χ. ορισμένων μετάλλων), με συνακόλουθη άνοδο των διεθνών τιμών ενέργειας μεσοπρόθεσμα σημειώνει η ΤτΕ.
Συμπεράσματα και προτάσεις πολιτικής
Παράλληλα στην Έκθεση, αναφέρεται ότι: Οι τιμές της ενέργειας έχουν ανέλθει σε ιστορικώς υψηλά επίπεδα και παρουσιάζουν σημαντική μεταβλητότητα, τροφοδοτούμενες από την ισχυρή παγκόσμια ζήτηση μετά την πανδημία και τους περιορισμούς στην προσφορά λόγω του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας. Οι υψηλές τιμές της ενέργειας για καταναλωτές και επιχειρήσεις και η συνακόλουθη αύξηση του πληθωρισμού τιμών καταναλωτή οδήγησαν στην προς τα κάτω αναθεώρηση των εκτιμήσεων για την οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη και την ΕΕ το 2022, ενώ ενίσχυσαν τους κινδύνους για τη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη.
Παράλληλα, οι αποκλίσεις στο γενικό πληθωρισμό μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό αντανακλούν τη διεύρυνση των αποκλίσεων στον πληθωρισμό τιμών ενέργειας, εντείνουν τις μακροοικονομικές ανισορροπίες και μειώνουν την οικονομική ανθεκτικότητα σε μελλοντικές διαταραχές.
Στο πλαίσιο αυτό, η λήψη μέτρων πολιτικής για τη διασφάλιση των αναγκαίων ροών και αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου καθώς και η βελτιστοποίηση της λειτουργίας και της διασυνδεσιμότητας των αγορών φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού θα συμβάλουν αφενός στη συγκράτηση των αυξήσεων των λιανικών τιμών της ενέργειας στην Ευρώπη και αφετέρου στη θωράκιση των αγορών απέναντι σε πιθανές μεγάλες διαταραχές των τιμών της ενέργειας μελλοντικά.
Η συνεργασία σε ευρωπαϊκό επίπεδο (όπως η από κοινού αγορά φυσικού αερίου μέσω της EU Energy Purchase Platform) θα διασφαλίσει χαμηλότερες τιμές για τα κράτη-μέλη και επάρκεια προμηθειών, περιορίζοντας τις αποκλίσεις στις τιμές και στηρίζοντας την πραγματική σύγκλιση των εισοδημάτων.
Στρατηγικές διαφοροποίησης των προμηθευτών πετρελαίου και φυσικού αερίου δύνανται να ενισχύσουν την ενεργειακή ασφάλεια και τη στρατηγική αυτονομία της ΕΕ. Βραχυπρόθεσμα, κρίνεται αναγκαία η συνέχιση των έκτακτων μέτρων στήριξης για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, ιδίως στα κράτη-μέλη όπου υπάρχει δημοσιονομικός χώρος, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ενεργειακή κρίση και να περιοριστούν οι επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη.
Συνέχιση επιδοτήσεων
Η αναδιανομή σε ευάλωτα νοικοκυριά μέρους των εισπράξεων από τη φορολόγηση των επιπλέον εσόδων των εταιριών ηλεκτροπαραγωγής θα ενίσχυε στην παρούσα συγκυρία την καταναλωτική εμπιστοσύνη και θα στήριζε την ιδιωτική κατανάλωση. Ωστόσο, η παρακολούθηση σε επίπεδο ΕΕ των θεσμικών μέτρων που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο, όπως είναι η ρύθμιση των τιμών λιανικής στις αγορές ενέργειας, κρίνεται αναγκαία, ώστε να αποφευχθεί η περαιτέρω ενίσχυση των παρατηρούμενων αποκλίσεων τιμών μεταξύ των κρατών-μελών στην ΕΕ, καθώς και τυχόν αυξήσεις στην κατανάλωση ενέργειας λόγω υπερβολικής ρύθμισης των αγορών και στρέβλωσης των καταναλωτικών κινήτρων.
Εξοικονόμηση
Από την πλευρά της ζήτησης για ενέργεια, απαιτείται εξορθολογισμός στη χρήση και πιο αποδοτική κατανάλωση της ενέργειας σε εθνικό επίπεδο με στόχο την εξοικονόμηση πόρων. Μεσοπρόθεσμα, η παροχή πρόσθετων δημοσιονομικών κονδυλίων και κινήτρων για τη στήριξη των ιδιωτικών επενδύσεων σε πράσινα έργα, που μπορεί να μην είναι προσοδοφόρα επί του παρόντος, θα επιταχύνει την πράσινη μετάβαση και την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Οι ΑΠΕ
Παράλληλα, η ανακατανομή των χρηματοοικονομικών πόρων από επενδύσεις υψηλής σε επενδύσεις χαμηλής έντασης άνθρακα δύναται να καλύψει μέρος των αυξημένων αναγκών χρηματοδότησης για βιώσιμες επενδύσεις. Ο ρυθμός ανάπτυξης και χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα πρέπει να είναι τουλάχιστον ανάλογος με την αποεπένδυση σε ορυκτά καύσιμα, προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος υψηλών και ασταθών τιμών ενέργειας. Η ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα μειώσει την εξάρτηση της ηλεκτροπαραγωγής από το φυσικό αέριο, συμβάλλοντας στην αποσύνδεση των τιμών των δύο ενεργειακών αγαθών.
Ένα σαφές και σταθερό –ως προς τους στόχους του– θεσμικό πλαίσιο για την κλιματική αλλαγή και την πράσινη ενεργειακή μετάβαση θα βοηθούσε τις χώρες να προωθήσουν τις απαραίτητες προσαρμογές τόσο από την πλευρά της προσφοράς όσο και από την πλευρά της ζήτησης.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr