Η κυβέρνηση επιδιώκει από τα μέσα της άνοιξης να ενεργοποιηθεί ώστε να μπορέσουν να ενταθούν επιχειρήσεις κι έτσι να διαμορφωθεί άλλο ένα ανάχωμα προστασίας προσθετικά στα όσα άλλα «στήνει» με σειρά μέτρων. Βέβαια επί της αρχής οι θεσμοί δε διαφωνούν ως προς την αναγκαιότητα του μέτρου ωστόσο επιμένουν να γίνει όσο πιο στοχευμένα γίνεται. Επιδιώκουν δηλαδή να περιορίσουν ην περίμετρο προστασίας σε όσους άμεσα επλήγησαν από την πανδημία.
Να σημειωθεί ότι η PwC έχει για λογαριασμό των τραπεζών, κάνει μια σχετική μελέτη και έχει καταθέσει δύο εναλλακτικά σχέδια, με την περίμετρο προστασίας. Στο ένα περίπου 222 χιλιάδες δανειολήπτες με δάνεια σχεδόν 31 δισ ευρώ ορίζονται ως «ομάδα στόχος» και στο δεύτερο προσδιορίζει τους δυνάμενους επιδότησης σε περίπου 177 χιλιάδες αλλά με δάνεια σχεδόν 58 δισ, αφού συμπεριλαμβάνονται οι ελεύθεροι επαγγελματίες.
Ωστόσο οι θεσμοί ως φαίνεται ζητούν να «μαζευτούν» τα νούμερα και να εστιαστεί στους πολύ αδύναμους το πρόγραμμα. Προτάσσουν τις μικρές εταιρίες και όχι όσες είναι με τζίρους πάνω από 50 εκ. ευρώ αλλά και όσους με βάση κριτήρια έχουν πληγεί. Επίσης εστιάζουν στην επιδότηση μόνο τόκων και όχι κεφαλαίου ενώ θέτουν θέμα συνάθροισης των επιδοτήσεων που έχει λάβει σε διάφορες μορφές μια επιχείρηση ως κριτήριο. Δηλαδή να προσμετρηθούν στην επιλεξιμότητα το κατά όσο έχουν ληφθεί ποσά από άλλα εργαλεία.
Πάντως το πρόγραμμα είναι βασικό στην προσπάθεια να κρατηθούν σε ζωή επιχειρήσεις και γιαυτό η κυβέρνηση μετά την επιτυχία του Γεφυρα Ι θέλει να το προωθήσει δυναμικά ω μέσο άλλωστε και αποτροπής περαιτέρω επιβάρυνσης των ισολογισμών των τραπεζών με κόκκινα δάνεια.
Γέφυρα Ι
Υπενθυμίζεται ότι με βάση τα χτεσινά στοιχεία για το πρόγραμμα «ΓΕΦΥΡΑ», στις 29 Ιανουαρίου, πραγματοποιήθηκε η τρίτη φάση πληρωμών ύψους 24,7 εκατ. ευρώ. Συνυπολογίζοντας και τις προηγούμενες δύο φάσεις επιδότησης, των μηνών Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2020, το συνολικό ποσό της κρατικής επιδότησης ανέρχεται στα 47,9 εκατ. ευρώ και αντιστοιχεί στην επιδότηση 110.037 δανείων σε 69.443 δικαιούχους.
Δικαιούχοι είναι δανειολήπτες οι οποίοι πλήττονται από τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας του κορονοϊού, έχουν εξυπηρετούμενο ή ρυθμισμένο δάνειο με προσημείωση/υποθήκη στην Α΄ κατοικία και δεν βρίσκονται σε καθεστώς αναστολής πληρωμής. Οι δανειολήπτες που έχουν κάνει χρήση της δυνατότητας αναστολής, θα επωφεληθούν από την κρατική επιδότηση μόλις ολοκληρωθεί η περίοδος της αναστολής.
Η κρατική επιδότηση καλύπτει τη μηνιαία δόση των δανείων τους σε ποσοστό έως 90%, για χρονικό διάστημα 9 μηνών, με τους δικαιούχους να καλούνται, πλέον, να πληρώσουν μόνο το μέρος της δόσης του δανείου που τους αναλογεί, ακριβώς με την ίδια διαδικασία που ίσχυε έως τώρα.
Θα ακολουθήσει και τέταρτη φάση πληρωμών της επιδότησης στο τέλος Φεβρουαρίου, αφού προηγουμένως ολοκληρωθεί η επεξεργασία πρόσθετου αριθμού αιτήσεων, η οποία βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη. Υπενθυμίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των αιτήσεων ξεπέρασε τις 160.000 μέσα σε διάστημα τριών μηνών, 23 φορές υψηλότερος από τον αριθμό των αιτήσεων που υπεβλήθησαν στο προσωρινό πρόγραμμα της προηγούμενης Κυβέρνησης (Ν. 4605/2019), το οποίο διήρκεσε 13 μήνες.
Επισημαίνεται ότι η 31η.3.2021, είναι η καταληκτική προθεσμία εντός της οποίας οι δανειολήπτες που έχουν μη εξυπηρετούμενο δάνειο, καταγγελμένο ή μη, θα πρέπει να έχουν ολοκληρώσει την επικοινωνία με την τράπεζά τους, ή την εταιρεία διαχείρισης δανείων αντίστοιχα, ώστε να ρυθμίσουν το δάνειό τους.
Επίσης, σύμφωνα με τα στοιχεία από τα μέσα Μαρτίου 2020 – περίοδο έναρξης της υγειονομικής κρίσης – έως τα τέλη Δεκεμβρίου 2020, δόθηκε η δυνατότητα αναστολής πληρωμής δόσεων δανείων σε 405.473 δάνεια, συνολικού ύψους 28,42 δισ. ευρώ.
Ενώ, 397.000 μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια, συνολικού ύψους 21,2 δισ. ευρώ, ρυθμίστηκαν διμερώς και επιτυχώς μεταξύ Τραπεζών, Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, και οφειλετών, από τον Ιούλιο 2019 έως τα τέλη Δεκεμβρίου 2020.
Τα καμπανάκια κινδύνου
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, αναφορικά με τη διάρθρωση των χρηματοδοτήσεων στους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, η μεγαλύτερη συγκέντρωση αφορά εταιρίες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του εμπορίου (19% των συνολικών χρηματοδοτήσεων προς επιχειρήσεις). Ο δείκτης Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων για τον εν λόγω κλάδο κυμαίνεται σε επίπεδο υψηλότερο του μέσου όρου του αντίστοιχου δείκτη των επιχειρηματικών δανείων (37,3% έναντι 26,8%). Πολύ υψηλά ποσοστά ΜΕΔ καταγράφονται στους κλάδους της εστίασης (54,3%), των τηλεπικοινωνιών, της πληροφορικής και ενημέρωσης (35,4%), των κατασκευών (38,1%), των αγροτικών δραστηριοτήτων (39,4%) και της μεταποίησης (29%), ενώ τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται ενδεικτικά στους κλάδους της ενέργειας (2,3%) και των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων (12,6%).
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr