Διαχωρίζοντας τη μεταπολιτευτική περίοδο σε υποπεριόδους, με κόμβους τα χρονικά σημεία των κυβερνητικών αλλαγών, μπορούμε να δούμε διαυγέστατα ποιοι ήταν οι πολιτικοί ταγοί που μας ανέβασαν στην αμαξοστοιχία που γράφει «ανάπτυξη».
Γενικώς αναπτυξιακές ήταν οι περίοδοι 1975-1980 και 1994-2007, εν αντιθέσει με την ενδιάμεσή τους (1981-1993), στην οποία η οικονομία μας παλινδρομούσε από την ανάπτυξη στην ύφεση. Και ακόμα περισσότερο με την πιο πρόσφατη (2008-2016), στην οποία βυθίστηκε στην ύφεση.
Αφαιρώντας τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας από τον αντίστοιχο μέσο στις οικονομίες των κρατών-μελών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ξεχωρίζουν η οκταετία του Κώστα Σημίτη (1996-2003) και η πενταετία του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1975-1979). Με τη μελαγχολική διαπίστωση ότι καμία χρονιά του Ανδρέα Παπανδρέου (1982-1989, 1993-1995) η Ελλάδα δεν κατάφερε να προπορευθεί…
Μια πανοραμική εικόνα για τη μεταπολιτευτική περίοδο μπορούμε να έχουμε από αυτό καθ’ αυτό το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές αντί της ποσοστιαίας μεταβολής του από χρονιά σε χρονιά.
Όπως βλέπουμε, μόνο στις περιόδους διακυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Κώστα Σημίτη ακολούθησε γραμμική αύξηση.
Με αποτέλεσμα να αυξηθεί σωρευτικά σχεδόν 30% την πενταετία 1975-1979 και κάτι λιγότερο από 40% την οκταετία 1996-2003.
Μάλιστα, στην εύλογη σύγκριση περιόδων που ήταν ισόχρονες (ή σχεδόν ισόχρονες), διαπιστώνουμε ότι η ποσοστιαία αύξηση του εκφρασμένου σε σταθερές τιμές ελληνικού ΑΕΠ ήταν:
– Πάνω από τέσσερις φορές μεγαλύτερη την οκταετία Σημίτη (1996-2003) από ό,τι την πρώτη οκταετία του Ανδρέα Παπανδρέου (1982-1989).
– Σχεδόν τρεις φορές μεγαλύτερη την πενταετία του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1975-1979) από ό,τι την εξαετία του ανιψιού του (2004-2009).
Σήμερα
Εν έτει 2018, το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να αποτελέσει το άλογο που θα τραβήξει το κάρο της ανάπτυξης όπως τη δεκαετία του 1970. Όχι μόνο γιατί αντί πόρων έχει χρέη. Αλλά και γιατί απεδείχθη διαχρονικά ότι αποτελεί τον χειρότερο επιχειρηματία.
Ούτε πρόκειται, βέβαια, κανείς να το ξαναδανείσει αφειδώς όπως οι αγορές τη δεκαετία του 2000. Μόνο και μόνο για να καταναλώνουν οι πολίτες του περισσότερα από όσα παράγουν και να διογκώνεται πλασματικά το εθνικό προϊόν.
Μένουν πλέον μόνο οι επενδύσεις. Κυρίως οι ιδιωτικές παρά οι δημόσιες. Κυρίως εκείνες σε διεθνώς εμπορεύσιμα παρά εκείνες σε μη διεθνώς εμπορεύσιμα. Αν θέλουμε η ανάπτυξη να είναι βιώσιμη. Καθιστώντας αναγκαία κάθε μεταρρύθμιση που θα κάνει τον τόπο φιλικότερο για το επιχειρείν.
Ένα πολύ μεγάλο επενδυτικό σοκ, σαν αυτό που θα προκαλούσε η μόνιμη τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα κάθε τετραετία, θα έσωζε την Ελλάδα. Υπάρχει σήμερα ένας Κωνσταντίνος Καραμανλής για να πείσει τα μέλη της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής όπως εκείνος τους ευρωπαίους ηγέτες για την πλήρη και ισότιμη ένταξη της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια –κατ’ εξαίρεση– πριν από όλους όσοι περίμεναν στην ουρά;
Στέλιος Κοντέας
*Master of Science in Economics, Athens University of Economics and Business
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr