Όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι, είναι πολύ απλούστερα.
Στην πραγματικότητα οι τράπεζες δεν έχουν κανένα πρόβλημα, ακολουθούν κατά γράμμα τις εντολές του δημοσίου και μέχρι το τέλος Ιουλίου θα έχουν εξαντλήσει το σύνολο των προβλεπόμενων χρηματοδοτήσεων.
Για να καταλάβουμε το πρόβλημα πρέπει να δούμε τι συμφώνησαν τράπεζες και δημόσιο.
Το δημόσιο λοιπόν έβγαλε δύο προγράμματα. Πρώτα το ΤΕΠΙΧ στο οποίο έβαλε μετρητά 800 εκατομμύρια και οι τράπεζες 1,2 δισ και δόθηκαν συνολικά 2 δισ δάνεια μέσα σε δυο μήνες μόνο σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Δεύτερο το πρόγραμμα εγγυοδοσίας στο οποίο το δημόσιο βάζει εγγυήσεις 1 δισ. για να δώσουν οι τράπεζες δάνεια σε κάθε είδους επιχείρηση ανεξαρτήτως Covid 19. Στη σύμβαση μεταξύ δημοσίου και τραπεζών το δημόσιο ορίζει ότι θα πρέπει τα χρήματα να μοιραστούν και σε μικρές και σε μεγάλες επιχειρήσεις περίπου ίσα. Το δημόσιο δίνει εντολή στις τράπεζες να δανειοδοτήσουν με βάση τους κανόνες πιστωτικής πολιτικής κάθε τράπεζας για να προστατεύσουν τις εγγυήσεις του δημοσίου (που είναι λεφτά των φορολογούμενων). Στην ίδια σύμβαση περιγράφεται πως οι εγγυήσεις του δημοσίου καλύπτουν το 80% του κάθε δανείου με την προϋπόθεση ότι το σύνολο των επισφαλειών που καλύπτει το δημόσιο δεν πρέπει να ξεπερνά το 40% των δανείων που θα δώσουν οι τράπεζες με αυτό το πρόγραμμα εγγυοδοσίας, άρα εγγυάται το 32% των δανείων. Με βάση αυτή τη σύμβαση οι τράπεζες θα χορηγήσουν συνολικά 3,5 δισ ευρώ.
Αυτό σημαίνει ότι αν μια τράπεζα δώσει 100 δάνεια του 1 εκατομμυρίου και σκάσει το πρώτο δάνειο, θα πάρει 800.000 από την εγγύηση του δημοσίου. Αν σκάσει το δεύτερο δάνειο θα πάρει πάλι 800.000, το τρίτο το ίδιο και ούτω καθεξής μέχρι και το 32 δεύτερο δάνειο. Αν σκάσει το 33ο δάνειο και όλα τα επόμενα, η τράπεζα δεν θα πάρει τίποτα. Για αυτό οι τράπεζες ζητάνε επιπλέον εγγυήσεις από τους δανειολήπτες και πάλι όμως δεν έχουν δικαίωμα να ζητήσουν περισσότερο από 40% του δανείου ως εγγύηση, πράγμα που ορίζεται στη σύμβαση τράπεζας και δημοσίου.
Αυτοί είναι οι όροι χρηματοδότησης και έτσι οι τράπεζες δανείζουν με τα τραπεζικά κριτήρια όπως τους έχει επιβάλει το δημόσιο και προς μεγάλες και προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις στις αναλογίες που τους έχει επιβάλει το δημόσιο.
Που είναι το πρόβλημα;
Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι η ζήτηση για δάνεια είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που μπορούν να καλύψουν οι εγγυήσεις του δημοσίου και οι χρηματοδοτήσεις των τραπεζών. Μέχρι στιγμής έχουν υποβληθεί αιτήσεις για δάνεια ύψους 28 δισ ευρώ, ενώ το συνολικό ποσό που μπορεί να δοθεί ως δάνεια είναι 3,5 δισ ευρώ. Και έτσι, πολλοί “κόβονται”. Όχι λόγω “κακίας” των τραπεζών, αλλά επειδή τόσα είναι τα λεφτά που έχει προβλέψει και μέρος τους έχει εγγυηθεί το δημόσιο.
Τρέχουν λοιπόν όλοι και κάνουν αιτήσεις χρηματοδότησης, ακόμη και αυτοί που είναι στον Τειρεσία και αυτοί που δεν είναι βιώσιμοι. Και ορθώς κόβονται αυτοί από τις τράπεζες με τις οδηγίες του δημοσίου. Όμως η κυβέρνηση δεν μπορεί να εξηγήσει στους εκατοντάδες χιλιάδες αιτούντες δάνεια ότι δεν φτάνουν τα λεφτά για όλους και έτσι ο υπουργός Ανάπτυξης “επιτίθεται” στις τράπεζες κατηγορώντας τις ότι αυτές φταίνε που δεν δίνουν δάνεια και απειλώντας τις ότι θα τους πάρει πίσω τις εγγυήσεις.
Επι της ουσίας, λάθος δεν υπάρχει στο σύστημα, λάθος υπάρχει στο επιθετικό μάρκετινγκ που έκανε η κυβέρνηση δημιουργώντας προσδοκίες ότι βρήκε το “λεφτόδεντρο” και τρέχουν όλοι να αρπάξουν χρήματα. Αν δοθούν χωρίς κριτήριο τα δάνεια, θα έχουμε νέο κύμα κόκκινων δανείων και θα καταλήξουμε σε νέα μνημόνια και κατάρρευση των τραπεζών και του δημοσίου, δηλαδή θα χάσουν τα λεφτά τους οι καταθέτες και οι φορολογούμενοι.
Συνολικά λοιπόν και για να ξεκαθαριστεί το ζήτημα, θα δοθούν 3,5 δισ δάνεια μέχρι τέλος Ιουλίου με εγγύηση 1 δισ από το δημόσιο και άλλα 2 δισ μέσω ΤΕΠΙΧ που και εκεί οι αιτήσεις που ενέκριναν οι τράπεζες ξεπερνούν τα χρήματα που είχε αποφασίσει να διαθέσει το δημόσιο.
Στα επόμενα προγράμματα ελπίζουμε η κυβέρνηση να μη διαφημίζει τόσο επιθετικά τις χρηματοδοτήσεις που θα κάνει για να μη ζητάει δάνειο όποιος περνάει έξω από την τράπεζα.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr