Η λέξη μεταρρύθμιση είναι μια λέξη αρνητική για την πλειοψηφία των Ελλήνων. Μεταφράζεται σε απώλεια εισοδημάτων και προνομίων. Η αλήθεια όμως είναι άλλη. Αν δεν προχωρήσουμε σε θαρραλέες μεταρρυθμίσεις θα χάσουμε πολύ περισσότερα και δεν θα έχουμε καμία προοπτική βελτίωσης τα επόμενα χρόνια. Αυτό είναι κάτι που πολλοί Έλληνες πολίτες δεν έχουν καταλάβει επειδή ο πολιτικός κόσμος τους το κρύβει επιμελώς. Το κρύβει διότι δεν θέλει να θίξει τους κομματικούς στρατούς που κρύβονται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και διότι δεν θέλει να χάσει την ισχύ που του δίνει η πελατειακή σχέση με τους ψηφοφόρους αλλά και με τα κέντρα διαπλοκής.
Για παράδειγμα, ο πολιτικός κόσμος (όλων των αποχρώσεων) αντιστέκεται σθεναρά στην προοπτική της δημιουργίας ανεξάρτητων από την κυβέρνηση θεσμών που θα είναι προσηλωμένοι στο έργο τους χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις.
Οι ανεξάρτητοι θεσμοί, μπορεί να ελέγξουν επιχειρηματίες που οι πολιτικοί δεν θέλουν να ελεγχθούν, ή μπορεί ακόμη και να ελέγξουν τους ίδιους τους πολιτικούς. Και αυτό δεν θέλουν οι πολιτικοί μας να συμβεί. Οι ανεξάρτητοι θεσμοί μπορεί να απαγορεύσουν κάποιες από τις πολλές σπατάλες πάνω στις οποίες στηρίζονται οι μίζες. Ανεπίτρεπτο και αυτό για την πολιτική μας ηγεσία. Οι ανεξάρτητοι θεσμοί μπορεί να φέρουν σε θέσεις κλειδιά ανθρώπους ικανούς και έντιμους και όχι ελεγχόμενους. Πώς θα τους κατευθύνουν οι πολιτικοί;
Δεν είναι μόνο οι ανεξάρτητοι θεσμοί όμως μεταρρύθμιση. Είναι και πολλά άλλα, όπως η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων και η διαφθορά στο Δημόσιο. Πολλές φορές επιτιθέμεθα στους δημοσίους υπαλλήλους, έχουμε όμως σκεφτεί αν θα τολμούσε κάποιος ανώτερος δημόσιος υπάλληλος να λαδωθεί, χωρίς να έχει συνδικαλιστική και κατ’ επέκταση πολιτική κάλυψη; Θα μπορούσε ένας υπάλληλος μόνος του να λαδώνεται επί χρόνια χωρίς κανείς μέσα στο υπουργείο να το γνωρίζει; Η διαφθορά, όσο χαμηλά και αν εκδηλώνεται, στηρίζεται σε άλλες υποθέσεις διαφθοράς πολύ μεγαλύτερες που φθάνουν πολύ ψηλότερα και οι οποίες σχετίζονται ευθέως με τα κόμματα και τις κυβερνήσεις.
Μέχρι στιγμής, από τότε που αποκαλύφθηκε η άθλια κατάσταση της οικονομίας μας και μπήκαμε υπό επιτήρηση, οι πολιτικοί μας κατάφεραν να διατηρήσουν την ισχύ τους και την ισχύ του δημοσίου. Έρριξαν το βάρος της κρίσης στους αδύναμους, στους συνταξιούχους και στους μισθωτούς και διέλυσαν τον ιδιωτικό τομέα. Φορολόγησαν και συνεχίζουν να φορολογούν ολοένα και βαρύτερα τους πάντες. Στοχοποίησαν και συνεχίζουν να στοχοποιούν, τους “πλούσιους” - όσους θέλουν να βαφτίσουν οι ίδιοι πλούσιους, ανεξαρτήτως του αν είναι ή όχι, χαρακτηρίζοντας τους συλλήβδην τελικά, απατεώνες. Και θα συνεχίσουν να κάνουν το ίδιο όσο μπορούν. Υπό αυτές τις συνθήκες βέβαια, δεν μπορεί κανείς να περιμένει οτι αυτή η χώρα με το 1,5 εκατομύριο άνεργους, με τους νέους σχεδόν όλους άνεργους, με τους πλέον ικανούς να φεύγουν στο εξωτερικό, με τους επιχειρηματίες να διώκονται, με τους ιδιοκτήτες ακινήτων να υπερφορολογούνται, χωρίς τράπεζες, χωρίς επιχειρήσεις, χωρίς επενδύσεις, θα καταφέρει να ανακάμψει.
Πολλοί πιστεύουν οτι αν φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ, αν έρθει μια οικουμενική κυβέρνηση ή αν ξαναέλθει η Νέα Δημοκρατία, τα πράγματα θα αλλάξουν. Προσωπικά δεν το πιστεύω. Ούτε το ΠΑΣΟΚ, ούτε η Νέα Δημοκρατία προχώρησαν σε σοβαρές μεταρρυθμίσεις. Σε περικοπές μισθών και συντάξεων και σε υπερφορολόγηση, ναι. Αλλά σε μεταρρυθμίσεις, όχι. Τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ πιέζεται να προχωρήσει την ασφαλιστική μεταρρύθμιση και το αγροτικό. Και να τις ψηφίσει όμως η Βουλή, όπως δηλώνουν οι ίδιοι οι υπουργοί, δεν θα εφαρμοστούν. Πολλά πράγματα ψηφίστηκαν και από τους προηγούμενους και τελικά δεν εφαρμόστηκαν.
Η κατάσταση μοιάζει με πλήρες αδιέξοδο, αλλά υπάρχει λύση. Και η μόνη λύση που υπάρχει είναι μια συνταγματική μεταρρύθμιση η οποία θα αναγκάζει την εκάστοτε κυβέρνηση να κινείται εντός αυστηρών πλαισίων.
Αν για παράδειγμα αναγκαστούμε να συμπεριλάβουμε στο Σύνταγμα ένα άρθρο για μηδενικό δημοσιονομικό έλλειμμα, θα είναι πολύ δύσκολο να κινηθούν αυθαίρετα και να προκαλέσουν έλλειμμα οι πολιτικοί.
Αν το Σύνταγμα ορίζει οτι θα υπάρχει κατώτατη αλλά και ανώτατη σύνταξη και ορίζει για παράδειγμα οτι η κατώτατη σύνταξη ισούται με τον βασικό αρχικό μισθό και οτι η ανώτατη δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από πχ τρείς - τέσσερις φορές την κατώτατη, τότε αποκαθίσταται η κοινωνική δικαιοσύνη και επικρατεί μια δημοσιονομική λογική.
Αν φερειπείν ορίζεται στο Σύνταγμα ότι ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων (μονίμων και εκτάκτων) δεν μπορεί να υπερβαίνει ένα ποσοστό του πληθυσμού, ή ότι οι συνολικές δημόσιες δαπάνες δεν μπορούν να υπερβάινουν ένα ποσοστό του ΑΕΠ, τότε ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός θα είναι πολύ δυσκολότερος.
Γιατί θα τα κάνουν αυτά οι πολιτικοί μας; Γιατί θα αναγκαστούν ενδεχομένως υπό τη διεθνή πίεση.
Η συνταγματική αναθεώρηση εφόσον γινόταν σωστά - και από Συνταγματολόγους πάμε καλά, τόσο μέσα όσο και έξω από τη Βουλή - θα μπορούσε να βάλει μια τάξη περιορίζοντας την αυθαιρεσία των πολιτικών.
Αν λοιπόν υπό την πίεση πάντα των ξένων αναγκαστούμε να προχωρήσουμε σε κάποιες μεταρρυθμίσεις και στη δημόσια διοίκηση και αν δεσμευτούμε από ένα σωστό Σύνταγμα που θα προστατεύει τους πολίτες και τη χώρα από τους πολιτικούς, τότε μπορούμε να ελπίζουμε. Αυτό φυσικά δεν θα γίνει φέτος. Για φέτος, αφού αυτό είναι ένα άρθρο για το Νέο Έτος, μπορούμε να ζούμε με την ελπίδα μιας στοιχειωδώς καλύτερης κατάστασης, όχι επειδή όλα έχουν αρχίσει να διορθώνονται αλλά επειδή δεν έχουν μείνει και πολλά ακόμη να διαλυθούν.
Α…ναι. Και επειδή η ελπίδα πεθαίνει τελευταία.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr