Οι δηλώσεις Ομπάμα οτι οι ΗΠΑ στηρίζουν την ελληνική προσπάθεια, οι δηλώσεις Γιουνκέρ ότι η τρόικα τελειώνει αλλά και η στάση του Γάλλου υπουργού Οικονομικών Michel Sapin, έδωσαν μια ελπίδα οτι οι ελληνικές θέσεις μπορεί να έχουν απήχηση στην διεθνή κοινότητα.
Και έχουν, όσο είναι γενικόλογες. Όταν λέμε δηλαδή οτι ο ελληνικός λαός υποφέρει, ότι δεν αντέχει άλλη λιτότητα και ότι χρειάζεται ανάπτυξη για να ξεφύγουμε από το τέλμα, όλοι συμφωνούν. Μόλις όμως η συζήτηση φτάσει στο "ψητό" που είναι το χρέος και οι μεταρρυθμίσεις, όλοι παίρνουν τις αποστάσεις τους.
Οι προτάσεις Βαρουφάκη για το χρέος, είναι λογικές. Αφορούν τεχνικές μείωσης του χρέους χωρίς κούρεμα και δεν απέχουν πολύ από αυτές που ακόμη και το Βερολίνο είχε προετοιμάσει αν και εφόσον υπογράφαμε την λίστα με τα προαπαιτούμενα τον περασμένο Δεκέμβριο. Όμως οι δανειστές μας θεωρούν οτι για να γίνει οποιαδήποτε ρύθμιση του χρέους θα πρέπει πρώτα να δεσμευτεί η Ελλάδα οτι θα προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις και παράλληλα θα συμμαζέψει τα δημοσιονομικά της, τα οποία λόγω των εκλογών έχουν ήδη ξεφύγει.
Δεν θέλουν δηλαδή να μας δώσουν τίποτα χωρίς αντάλλαγμα και δεν πρόκειται να το κάνουν σε καμία περίπτωση. Το αντάλλαγμα είναι οι δεσμεύσεις, δηλαδή η υπογραφή Τσίπρα σε μια νέα συμφωνία, σε ένα χαρτί γεμάτο όρους.
Με λίγα λόγια, οι δανειστές λένε οτι η συμφωνία θα πρέπει να προηγηθεί της ρύθμισης του χρέους και όχι το ανάποδο. Και σε αυτή τη θέση θα παραμείνουν σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες και όλες τις ενδείξεις. Οι δε "σύμμαχοι" Ιταλοί, Ισπανοί, Γάλλοι, Πορτογάλοι μάλλον κουμπωμένοι και επιφυλακτικοί ήταν απέναντι μας, έδειξαν μεν κατανάοηση αλλά δεν ταυτίστηκαν με τις θέσεις μας. Ούτε καν οι Κύπριοι.
Το πρόβλημα λοιπόν σήμερα είναι οτι οι όροι που περιορίζουν το έλλειμμα και αποσκοπούν στη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων όπως και οι μεταρρυθμίσεις που ζητούν οι Ευρωπαίοι, είναι εντελώς αντίθετοι με όσο έχει προεκλογικά εξαγγείλει η κυβέρνηση και όσα σκοπεύει να πράξει. Η κυβέρνηση επιδιώκει αύξηση των δαπανών του δημοσίου για να καλύψει όσα έχει υποσχεθεί, οι ευρωπαίοι θέλουν μείωση των δαπανών. Η κυβέρνηση έχει δηλώσει οτι διακόπτει το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, οι ευρωπαίοι θέλουν επιτάχυνση του. Η κυβέρνηση επαναφέρει τους συνδιακλιστές στο Δημόσιο και καταργεί τις διαδικασίες αξιολόγησης, οι ευρωπαίοι τις θεωρούν βασικές μεταρρυθμίσεις. Η κυβέρνηση δεν ανοίγει τις αγορές και τα επαγγέλαματα οι ευρωπαίοι θεωρούν οτι αυτό έπρεπε να έχει γίνει πρίν χρόνια.
Η κυβέρνηση λοιπόν και οι ευρωπαίοι, δεν εννοούν το ίδιο πράγμα όταν λένε τη λέξη "μεταρρυθμίσεις". Εννοούν το ακριβώς αντίθετο.
Πώς θα βρεθεί λύση;
Υπάρχουν δυο σενάρια. Ή θα δεχτεί η κυβέρνηση τις μεταρρυθμίσεις που προτείνουν οι Ευρωπαίοι, εμπλουτισμένες με ένα αναπτυξιακό πακέτο που σύμφωνα με πληροφορίες έχει ήδη σχεδιαστεί και κοστολογηθεί και το οποίο ανακουφίζει την κοινωνία και επιταχύνει την ανάπτυξη οπότε οι χρηματοδοτήσεις θα συνεχιστούν και η συζήτηση για τη ρύθμιση του χρέους θα ξεκινήσει, είτε η κυβέρνηση θα επιλέξει τη σύγκρουση που περιλαμβάνει διακοπή των χρηματοδοτήσεων και ίσως δημοψήφισμα με άγνωστο ερώτημα και άγνωστο αποτέλεσμα.
Θεωρητικά, η πρώτη λύση είναι επώδυνη. Η απαίτηση για μεγάλα πλεονάσματα είναι πολύ επώδυνη για τους φορολογούμενους και για τα ασθενέστερα οικονομικά στρώμματα της ελληνικής κοινωνίας. Όμως τα υπόλοιπα, δηλαδή οι μεταρρυθμίσεις που αφορούν τις αγορές μάλλον εξυγιαντικά είναι και θα πρέεπι να γίνουν ούτως ή άλλως, απλώς είναι εκ διαμέτρου αντίθετα με την ιδεολογία αλλά και τις επιλογές αυτής της κυβέρνησης. (Σημειώνεται ότι παρόλο που υποτίθεται ότι όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις αποτελούσαν μέρος του προγράμματος της ΝΔ και εντάσσονται απόλυτα στην ιδεολογία της Δεξιάς, η ΝΔ απέφυγε να τις εφαρμόσει επιλέγοντας να διαλύσει την οικονομία μέσω των φορων και της λιτότητας για να προστατέψει το μεγάλο και αντιπαραγωγικό δημόσιο).
Στην πράξη, η δεύτερη επιλογή της κυβέρνησης, η ρήξη, είναι πιο επώδυνη, ίσως και καταστροφική. Θα δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερη ένταση στην διεθνή κοινότητα, θα μας απομονώσει από όλες τις ευρωπαικές χώρες και δεν ξέρει κανείς που θα μας οδηγήσει και με ποιούς όρους.
Επανερχόμαστε λοιπόν στο σημείο μηδέν, εκεί που είμασταν πριν από μερικά χρόνια, το 2010, το 2011, το 2012, εμείς να αντιστεκόμαστε στις ευρωπαικές μεταρρυθμίσεις, να κλαίμε, να παρακαλάμε και ταυτόχρονα να απειλούμε και όλα αυτά για ένα και μόνο λόγο, για να διατηρήσουμε ένα αντιπαραγωγικό, ζημιογόνο και αναποτελεσματικό μεγάλο κομματικό κράτος.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr