Από τη μία γνωρίζουν ότι η χώρα δεν μπορεί να σταθεί χωρίς χρηματοδότηση από την Ευρωπαική Ένωση και δεν μπορεί επειδή είναι πτωχευμένη και ζει με τις ενέσεις των δανεικών. Για να παίρνει τις ενέσεις πρέπει να αυτοακρωτηριάζεται – κλείσιμο επιχειρήσεων, ανεργία, ύφεση, μείωση μισθών και συντάξεων, μετανάστευση κλπ- επειδή η κυβέρνηση δεν καταφέρνει ούτε να εξυγιάνει την οικονομία, ούτε να διαπραγματευτεί με τους ευρωπαίους για κάτι καλύτερο. Αν αποφασίσει ο πολίτης να αλλάξει κυβέρνηση έρχεται ο έταιρος διεκδικητής και λέει ότι δεν θα υπογράψει τίποτα με τους ευρωπαίους αλλά θα τους πείσει να αλλάξουν εκείνοι στάση έναντι της Ελλάδας, εκβιάζοντας τους ότι αν αυτοκτονήσουμε εμείς, η Ευρώπη θα έχει πρόβλημα.
Μεταξύ αυτών των δυο, δηλαδή μιας ανίκανης κυβέρνησης που δεν έκανε καμία μεταρρύθμιση και μας τσάκισε στους φόρους και μιας ακραίας αντιπολίτευσης που επιμένει ότι η Ευρώπη θα χορεύει στα νταούλια που θα κτυπάει ο Τσίπρας, παίζεται η κυβέρνηση που θα προκύψει από αυτές τις εκλογές. Διότι ενώ κανείς εκ των δυο δεν θα έχει απόλυτη πλειοψηφία, ο πρώτος θα πάρει πενήντα έδρες επιπλέον και θα μπορεί να αποκτήσει πλειοψηφία και να κυβερνήσει. Αν ο ψηφοφόρος επιθυμεί να διαλέξει άλλη επιλογή, έχει ή δυο ακόμη ακραία κόμματα, ΚΚΕ και Χρυσή Αυγή, (μη μου πείτε ότι δεν είναι το ίδιο, δε λέω ότι είναι το ίδιο, λέω ότι είναι ακραία) ή μερικά άλλα μικρά κόμματα που παλεύουν να μπουν στη Βουλή για να συνεργαστούν με όποιον από τους δυο μονομάχους κερδίσει.
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.
Αν το πάμε ακόμη παρακάτω, όποιος μαυρίζει το Σαμαρά το κάνει επειδή μας τσάκισε στους φόρους, αλλά ο Τσίπρας θα βάλει ακόμη περισσότερους για να εξυπηρετήσει την πολιτική που θέλει να κάνει και η οποία έχει αύξηση δημοσίων δαπανών.
Και αν το δούμε και σε πιο σουρεαλιστικό επίπεδο, η διαπραγμάτευση που υποστηρίζει ο Τσίπρας ότι θα κάνει με την Ευρώπη, (ας τη λέμε Μέρκελ) ποια είναι; Ο Τσίπρας λέει ότι η Μέρκελ θα κάνει πίσω και θα μας χρηματοδοτεί, η Μέρκελ λέει ότι ο Τσίπρας θα κάνει πίσω και θα τηρήσει τις δεσμεύσεις. Διαπραγματεύονται λοιπόν στη δική μας πλάτη, δυο διαπραγματευτές που το επιχείρημα τους είναι ότι ο άλλος θα κάνει πίσω. Όσο κανένας από τους δυο δεν κάνει πίσω, εμείς πτωχεύουμε.
Δεν μπορούμε να νοιώθουμε καμία μα καμία ασφάλεια.
Πότε θα νοιώθαμε ασφάλεια;
Αν έλεγε η Μέρκελ ότι θα αρχίσει διαπραγμάτευση για ένα νέο ελληνικό πρόγραμμα με στόχο την έξοδο από την ύφεση και την επίτευξη αναπτυξιακών ρυθμών και αν έλεγε ο Τσίπρας ότι στόχος του είναι να συμφωνήσει με τους ευρωπαίους εντός ευρωπαικού πλαισίου και ότι προέχει να μη διακοπεί η χρηματοδότηση της χώρας.
Μπορεί βέβαια να τα πεί αυτά ο Τσίπρας μετά τις εκλογές αν κερδίσει – δεν (τον/μας) παίρνει και να μην τα πει . Όμως μέχρι τότε, τα λεφτά τελειώνουν, εισαγωγές γίνονται μόνο τοις μετρητοίς, οι συναλλαγές έχουν παγώσει, οι προκρατήσεις ξενοδοχείων έχουν σταματήσει και εμείς περιμένουμε, ταπί και ψύχραιμοι.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr