Είναι τα λεφτά του τουρισμού που εισπράχθηκαν στις περιοχές των καλοκαιρινών διακοπών και μπαίνουν τώρα στην κατανάλωση. Καλό είναι αυτό γιατί τα λεφτά κινούνται και όλοι παίρνουν ένα μερίδιο. Όμως το κακό είναι ότι όταν τα λεφτά φτάνουν στην κατανάλωση, ξαναφεύγουν στο εξωτερικό. Σκεφτείτε το. Τι μαγαζιά ανοίγουν, τι προιόντα πουλάνε, που το βρίσκουν;
Τα περισσότερα μαγαζάκια που ανοίγουν είναι εστιατόρια, μπαρ, ρούχα, παπούτσια, οπτικά, αξεσουάρ κλπ. Όλα αυτά πουλάνε εισαγόμενα. Τα σουβλατζίδικα τα κατεξοχήν «ελληνικά» εστιατόρια πουλάνε εισαγόμενο κρέας από την Ολλανδία κυρίως. Τα μπαρ πουλάνε εισαγόμενα ποτά, τα καταστήματα ρούχων και παπουτσιών εισαγόμενα προιόντα (κυρίως Κίνα και Τουρκία), τα οπτικά το ίδιο, τα ρολόγια το ίδιο, τα χαρτοπωλεία το ίδιο, τα ψιλικατζίδικα το ίδιο, όλοι πουλάνε εισαγόμενα. Συνεπώς το χρήμα που μπαίνει με τον τουρισμό, ξαναφεύγει με την κατανάλωση σε πολύ μεγάλο βαθμό στο εξωτερικό και το μόνο που μένει είναι το χρήμα που παίρνει το κράτος από φόρους (ΦΠΑ) κυρίως μόνο από όσους κόβουν αποδείξεις.
Ότι εισπράττουμε λοιπόν το ξαναδίνουμε στο εξωτερικό επειδή δεν παράγουμε. Και όταν παράγουμε – όποιος παράγει κάτι – το μετανιώνουμε διότι είναι τόσο επαχθής η φορολογία και τόσο υψηλό το κόστος παραγωγής εξαιτίας της γραφειοκρατίας, που δεν μένει κέρδος στον παραγωγό.
Αυτό δεν λέγεται ανάπτυξη της οικονομίας, λέγεται διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος. Η ελληνική οικονομία θα γεννά διαρκώς μεγάλα εμπορικά ελλείμματα εφόσον δεν παράγει. Και μπορεί ο τελικός λογαριασμός στο εξωτερικό ισοζύγιο να σώζεται από τον τουρισμό που φέρνει λεφτά, αλλά δεν αρκεί αυτό εφόσον τα περισσότερα από αυτά τα λεφτά ξαναφεύγουν εκτός χώρας για τις εισαγωγές.
Τι θα έπρεπε να κάνει το κράτος; Να δει που υπάρχουν δυνατότητες παραγωγής και να τις διευκολύνει αντί να τις εμποδίζει όπως κάνει σήμερα. Ένα πολύ απλό παράδειγμα, επίκαιρο λόγω εποχής. Αυτές τις ημέρες όλη η ύπαιθρος «βράζει» από τα καζάνια του τσίπουρου. Λίγοι έχουν άδεια, οι περισσότεροι παράγουν στις ραχούλες και στους γκρεμούς παράνομα. Το τσίπουρο (εννοώ και τις ρακές και τις τσικουδιές και τις σούμες και όλα τα άλλα αποστάγματα) είναι το κατεξοχήν ελληνικό ποτό που δεν εισάγεται και τα χρήματα που ξοδεύονται στα μπαρ είναι αυτά που μένουν στη χώρα. Επειδή είναι παράνομο δηλαδή το περισσότερο παράγεται παράνομα και διακινείται παράνομα, δεν επιβαρύνεται με φόρους. Αποτέλεσμα αυτού είναι να είναι το φθηνότερο, το καθαρότερο και το ελληνικότερο. Όμως το κράτος δεν διευκολύνει την παραγωγή, αυτοί που παράγουν παράνομα δεν μπορούν να νομιμοποιηθούν και να το διακινήσουν νόμιμα, το ζήτημα κολλάει στους σχετικούς νόμους.
Θα μου πείτε, μα είναι παράδειγμα αυτό που βρήκες; Θα έβρισκα άλλο, αν υπήρχε. Αν δηλαδή φτιάχναμε αεροπλάνα ή ρολόγια, η αυτοκίνητα θα σας έδινα ασφαλώς ένα καλύτερο παράδειγμα. Αλλά δεν παράγουμε και τίποτα άλλο…
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr