Θα είναι δηλαδή μια πολύ σημαντική συνάντηση ακόμη και αν δεν παρουσιασθεί ώς τέτοια, διότι κάθε φορά σε αυτές τις συναντήσεις διαμορφώνεται το πλαίσιο των επόμενων διαπραγματεύσεων. Ο κ. Σαμαράς θα επιχειρήσει να πείσει την κυρία Μέρκελ για τρία πράγματα: Πρώτον να γίνει μια νέα συμφωνία για να φανεί οτι βγήκαμε από το Μνημόνιο και δανειζόμαστε πλέον από τις αγορές. Αυτή η συμφωνία ούτως ή άλλως πρέπει να συζητηθεί διότι βγαίνουμε από μια φάση χρηματοδοτήσεων που βρισκόμαστε μέχρι σήμερα και πρέπει να δούμε το πλαίσιο στο οποίο θα συνεχίσουμε από εδώ και πέρα. Και πρέπει να το δούν και οι Ευρωπαίοι διότι μας έχουν δώσει 190 δισ και θέλουν να τα πάρουν πίσω. Δευτερον θα της ζητήσει να είναι ελαστική σε σχέση με το εύρος του χρηματοδοτικού κενού για το 2015 όπου οι εκτιμήσεις των ευρωπαίων είναι πολύ μεγαλύτερες από τις δικές μας. Τρίτον θα της ζητήσει να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για τη μείωση του ελληνικού χρέους, πρίν τις Προεδρικές εκλογές, δηλαδή μέσα στον Ιανουάριο το αργότερο.
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός επιδιώκει μια δήλωση της κυρίας Μέρκελ ότι η Ελλάδα πέτυχε νούμερα καλύτερα από αυτά που εκτιμούσε η Ευρώπη και ότι αυτό οδηγεί στη διαμόρφωση μιας νέας συμφωνίας με λιγότερη ευρωπαική εποπτεία υπό τον όρο ότι προχωρούν οι μεταρρυθμίσεις και δεν χαλάνε τα δημοσιονομικά μεγέθη. Αν πάρουμε αυτή τη δήλωση θα είναι κολοσσιία επιτυχία, αλλά αυτό δεν είναι καθόλου βέβαιον διότι η κυρία Μέρκελ δεν θα διακινδυνεύσει εύκολα μια χαλάρωση χωρίς ανταλλάγματα και εξασφαλίσεις.
Παρόλο που οι ανακοινώσεις της γερμανικής Καγκελαρίας υποστηρίζουν ότι θα είναι μια συνάντηση πρωτοκόλου, δηλαδή οτι δεν θα ειναι συνάντηση διαπραγμάτευσης, η ελληνική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει την ευκαιρία για να θέσει προφορικά αυτά τα αιτήματα και αυτό διότι ίσως να μην έχει άλλη ευκαιρία μέχρι τις Προεδρικές εκλογές. Και θέλει να τα θέσει ο κ. Σαμαράς διότι πιέζεται πολιτικά από τις υποσχέσεις Τσίπρα περί παροχών. Αυτό εξάλλου θα είναι και το βασικό του επιχείρημα προς την κυρία Μέρκελ. Ότι δηλαδή η δική του κυβέρνηση προχωράει αργά μεν αλλά σταθερά στη γραμμή των Βρυξελλών, ενώ αν βγεί ο Τσίπρας η πορεία αυτή θα ανακοπεί και οι μεταρρυθμίσεις δεν θα εφαρμοστούν. Το αν θα πεισθεί η κυρία Μέρκελ εξαρτάται από το πόσο η ίδια φοβάται μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Σε κάθε περίπτωση πάντως η κυρία Μέρκελ έχει κάθε λόγο να είναι δυσαρεστημένη από την αργή ταχύτητα της εφαρμογής των ευρωπαικών υποδείξεων από τον Σαμαρά. Και θα του το πεί. Μπορεί οι ανακοινώσεις μετά τη συνάντηση να είναι θετικές, δηλαδή να πεί η κυρία Μέρκελ ότι η Ελλάδα έχει κάνει μεγάλη προσπάθεια και έχει καλά αποτελέσματα, αλλά και πάλι θα υπογραμμίσει οτι οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να προχωρήσουν ταχύτερα.
Σήμερα ο Σαμαράς φοβάται τις εξαγγελίες Τσίπρα για παροχές, αλλά νομίζω ότι θα πρέπει να ξαναδεί την στρατηγική του απέναντι στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και να ξανασκεφτεί ψύχραιμα τι μας υποσχέθηκε ο Τσίπρας. Ο Τσίπρας λοιπόν μας υποσχέθηκε αύξηση στον φόρο ακινήτων και δεν μίλησε για μείωση των φόρων πουθενά. Υποσχέθηκε βέβαια λεφτά στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώμματα με εφάπαξ καταβολές. Αν λάβει κανείς υπόψη του και τις ερμηνευτικές δηλώσεις του κ. Δραγασάκη για τα μέτρα που εξήγγειλε ο Τσίπρας, θα καταλάβει ότι το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ είναι να δώσει με το που θα εκλεγεί λίγα λεφτά στην τσέπη στους χαμηλοεισοδηματίες και συνταξιούχους, να εξαγγείλει ένα μεγαλόπνοο σε βάθος τετραετίας σχέδιο ανάπτυξης και να εφαρμόσει κάποιες από τις οδηγίες των Βρυξελλών τα επόμενα δυο χρόνια (αν σταθεί στην κυβέρνηση). Η πολιτική του, είτε κοστίσει 11 δισ όπως λέει ο ίδιος, είτε κοστίσει 27 δισ όπως λέει το Γενικό Λογιστήριο, θα στηριχθεί στους φόρους. Θα αυξήσει όλους τους φόρους διότι δεν θα κόψει, αλλά αντίθετα θα αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες.
Με βάση αυτά, η στρατηγική του Σαμαρά θα έπρεπε να στηριχθεί στην ακριβώς αντίθετη λογική. Δηλαδή θα έπρεπε να υποσχεθεί μείωση των φόρων η οποία είναι εφικτή αν καταφέρει να μειώσει λίγο τις δημόσιες δαπάνες και να επιταχύνει λίγο τον ρυθμό ανάπτυξης.
Δυστυχώς όμως τα σχέδια της ΝΔ δεν περιλαμβάνουν μείωση των δημοσίων διοικητικών δαπανών. Και δεν πρέπει να την περιμένουμε ειδικά σε προεκλογική περίοδο όπως αυτή που διανύουμε. Ακόμη και αν σκοπεύει να μειώσει τις δαπάνες αφού εκλεγεί, ο κ. Σαμαράς δεν μπορεί να το ανακοινώσει. Συνεπώς αυτό που μπορεί να κάνει είναι να αναφερθεί έντονα και κατηγορηματικά στη μείωση των φόρων, στην επιτάχυνση της ανάπτυξης και στην διόρθωση των αδικιών των Μνημονίων.
Για να επανέλθουμε όμως στο ζήτημα της μεθαυριανής συνάντησης με την κυρία Μέρκελ, ο κ. Σαμαράς γνωρίζει πολύ καλά ότι η σιδηρά κυρία της Ευρώπης δεν θα μαλακώσει τη στάση της απέναντι του αφού η κυβέρνηση του δεν προχωρά στις μεταρυρθμίσεις. Μπορεί σε πολιτικό επίπεδο να προσπαθήσει να είναι κάπως ευγενική, αλλά σε τεχνοκρατικό επίπεδο ματά τη συνάντηση, οι ελεγκτές της τρόικας και οι ευρωπαίοι εταίροι συνολικά, δεν θα ανεχθούν καμμία μείωση της πίεσης προς την ελληνική κυβέρνηση αν δεν φέρει αποτελέσματα. Και δεν θα έχουν άδικο, διότι δεν κάνουμε αυτά που συμφωνήσαμε και προσπαθούμε με διάφορες δικαιολογίες διαρκώς να τα αποφύγουμε.
Ότι και να γίνει λοιπόν μελλοντικά, στις εκλογές, είτε εκλεγεί ξανά ο Σαμαράς με δεκανίκια ΠΑΣΟΚ και ίσως και άλλων κομμάτων, είτε εκλεγεί ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτοδύναμος ή με δεκανίκια, η αναγκαιότητα συμμαζέματος του ελληνικού δημοσίου παραμένει. Και οι εταίροι που έχουν τα λεφτά και χρηματοδοτούν την ελληνική οικονομία, δεν πρόκειται να συνεχίσουν να τη χρηματοδοτούν αν δεν μειώσουμε το δημόσιο και αν δεν εφαρμόσουμε τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις. Ούτε φυσικά αποτελεί λύση η χρηματοδότηση από τις αγορές αντί της χρηματοδότησης από τα κράτη. Διότι οι αγορές μας χρηματοδοτούν, όσο τα κράτη δηλώνουν ευχαριστημένα από την πορεία μας. Αν εκδηλωθεί δυσαρέσκεια σε επίπεδο Ecofin ή Eurogroup, ή αν η τρόικα αποχωρήσει δυσαρεστημένη, αυτομάτως οι αγορές θα μας εγκαταλείψουν μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας.
Και ενώ τώρα ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης δηλώνει οτι δεν έχουμε ανάγκη τρίτου χρηματοδοτικού πακέτου και ότι θα δανειστούμε από τις αγορές, αυτό μπορεί να αλλάξει μέσα σε λίγα λεπτά και να παρακαλάμε πάλι για δανεικά. Το μέλλον μας, το κοντινό και το απώτερο, δεν εξαρτάται από το ποιός θα κερδίσει τις εκλογές, αλλά από το πόσο γρήγορα θα εφαρμόσουμε τις μεταρρυθμίσεις. Ο Σαμαράς κινείται αργά και ο Τσίπρας θα πάει προς τα πίσω σε αυτό τον τομέα. Ούτως ή άλλως και οι δυο δεν εγγυώνται πρόοδο και για αυτό οι Ευρωπαίοι δεν θα μας αφήσουν σε χλωρό κλαρί.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr