Καταρχήν, υπάρχει διεθνώς πάρα πολύ μεγάλη ρευστότητα, δηλαδή υπάρχει άφθονο χρήμα για επένδυση. Τόσο άφθονο, που τα κεφάλαια που μπαίνουν στην Ελλάδα δεν θεωρούνται από τους ξένους επενδυτές ιδιαίτερα μεγάλα. Τα χρήματα αυτά προέρχονται από την ρευστοποίηση άλλων κερδοφόρων θέσεων που είχαν σε χώρες όπως η Τουρκία, οι οποίες προσέφεραν μεγάλες αποδόσεις στο παρελθόν. Η Ελλάδα και η Πορτογαλία λοιπόν μπήκαν ξαφνικά στο "ραντάρ" των ξένων επενδυτών διότι βγαίνουν από μια μακροχρόνια κρίση και όλες οι αξίες είναι υποτιμημένες και απορροφούν τα χρήματα που προέκυψαν από παλιότερες επενδύσεις σε άλλες χώρες.
Δεύτερον, οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών παρουσίασαν στους ξένους οίκους πολύ θετικές προοπτικές κερδών και αποδόσεων. Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτό που του τους έδειξαν είναι ότι θα υπάρξουν "κρυφά" κέρδη από τη μείωση των επιτοκίων καταθέσεων και από την αποκατάσταση της ρευστότητας στην αγορά που θα επιτρέψει αναχρηματοδοτήσεις δανείων και μείωση των "κόκκινων", δηλαδή των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το επιχείρημα αυτό απαντά και στους φόβους όσων υποστηρίζουν ότι οι ελληνικές τράπεζες θα χρειασθούν μελλοντικά και άλλα κεφάλαια διότι είναι πολύ υψηλά τα ποσοστά των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Πράγματι είναι πολύ υψηλά, αλλά οι τραπεζίτες λένε ότι θα μειωθούν και έτσι δεν θα χρειασθούν επιπλέον κεφάλαια.
Τρίτον όλοι θεωρούν ότι αν οι τιμές των τραπεζικών μετοχών ανέβουν σημαντικά, τότε το ΤΧΣ που είναι ο βασικός μέτοχος τους θα βγάλει σημαντικά κέρδη, οπότε περιμένουν ότι αυτό το σενάριο όχι μόνο θα ευνοηθεί από τις αρχές αλλά και θα επιδιωχθεί.
Τέταρτον οι ίδιοι οι τραπεζίτες εκτιμούν ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι από τις πλέον επαρκώς κεφαλαιοποιημένες της Ευρώπης και ότι αυτό θα φανεί τον Σεπτέμβριο που θα πραγματοποιηθούν τα stress tests όλων των ευρωπαικών τραπεζών.
Και τέλος μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν πολύ μεγάλες ποσοστιαίες αμοιβές για τις αυξήσεις κεφαλαίου που δεν αφήνουν καθόλου αδιάφορους τους διεθνείς οίκους και οι οποίες ήδη εισπράχθηκαν προσφέροντας τους ένα πολύ ασφαλές "μαξιλάρι" για την επένδυση τους .
Τα επιχειρήματα αυτά είναι που έπεισαν όλα τα διεθνή επενδυτικά funds να επενδύσουν σε ελληνικές μετοχές. Και είναι επιχειρήματα τα οποία οι έλληνες τραπεζίτες τεκμηρίωσαν με στοιχεία, δεν τα είπαν απλώς προφορικά, οπότε υπάρχει μια δέσμευση των ελληνικών διοικήσεων να υλοποιήσουν αυτά που υποσχέθηκαν και τα οποία αφορούν διψήφιες αποδόσεις σε σχέση με τις τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου.
Από την άλλη μεριά, αυτό που αναλαμβάνουν οι επενδυτές, Έλληνες και ξένοι αγοράζοντες ελληνικές μετοχές, είναι το πολιτικό ρίσκο. Ο κίνδυνος δηλαδή να μπεί η χώρα σε πολιτική αστάθεια, να καταρρεύσει η κυβνέρνηση συνεργασίας, να μη βγαίνει κυβέρνηση από τις εκλογές ή να συνασπισθούν κόμματα της αντιπολίτευσης σε μια κυβέρνηση ασταθή, ετερόκλητη, που θα στηρίζεται στα κόμματα που επενδύουν στην αντιμνημονιακή ή και στην αντιευρωπαική πολιτική. Και ο κίνδυνος αυτός μπορεί να μην είναι πολύ ρεαλιστικός όταν μιλάμε για εθνικές εκλογές, αλλά σήμερα μιλάμε για ευρωεκλογές με χαλαρή και "εκδικητική" ψήφο, τα αποτελέσματα των οποίων μπορεί να προκαλέσουν σημαντικούς τριγμούς στο πολιτικό σκηνικό. Και αυτό είναι ένας κίνδυνος για μια σοβαρή διόρθωση των τιμών των μετοχών αυτή την περίοδο, πρό των ευρωεκλογών ή και μετά, ανάλογα με το αποτέλεσμα τους.
Όποιος επενδύει λοιπόν σήμερα σε ελληνικές μετοχές, εκτός από τα οικονομικά στοιχεία τα οοία ούτως ή άλλως πρέπει να προσέξει, χρειάζεται και γερά νεύρα, "στομάχι" που λέμε, για να αντέξει τις διακυμάνσεις οι οποίες μπορεί να εμφανισθούν και να είναι μεγάλες. Οι διακυμάνσεις αυτές θα προέλθουν κυρίως από το πολιτικό σκηνικό το οποίο μοιάζει σήμερα εξαιρετικά ασταθές. Μακροπρόθεσμα βέβαια, οι σημερινές επενδύσεις φαντάζουν σχετικά ασφαλείς, αλλά ποιός νοιάζεται για το απώτερο μέλλον; Λίγοι από τους επενδυτές. Οι περισσότεροι διψάνε για άμεσα κέρδη μετά την καταστροφή των τελευταίων τεσσάρων ετών. Όποιος λοιπόν δεν φοβάται τη Βουλή, μπορεί να αγοράσει μετοχές ελπίζοντας ότι θα κερδίσει μαζί με τους ξένους επενδυτές.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr