Διαπραγματεύσεις λέγονται κατ' ευφημισμό οι εντολές που λαμβάνει η ελληνική κυβέρνηση για περικοπές μισθών και συντάξεων και αυξήσεις φόρων. Και καθώς κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί σε αυτές τις διαπραγματεύσεις, αν θα βρούμε τελικά μια κοινή συνισταμένη ή αν θα οδηγηθούμε σε ρήξη με την τρόικα, αν θα μείνουμε στην εφαρμογή των τεχνοκρατικών υποδείξεων ή αν θα υπάρξουν πολιτικές αποφάσεις, είναι παράλογο τελικά να προβλέπουμε. Το λέω αυτό γιατί συχνά και εγώ και πολλοί άλλοι, συνάδελφοι δημοσιογράφοι, οικονομικοί αναλυτές, πολιτικοί σχολιαστές, δημοσιεύουμε προβλέψεις, αισιόδοξες ή απαισιόδοξες, ανάλογα με τις καθημερινές εξελίξεις στη σχέση μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας.
Με λίγα λόγια, το ρεπορτάζ δεν επαρκεί αυτή τη στιγμή για να βγάλει κανείς βάσιμα συμπεράσματα σχετικά με το τι θα συμβεί. Όλα τα σενάρια, είναι ακόμη ανοικτά - με βάση πάντα το υπάρχον ρεπορτάζ.
Η ουσιαστική διαφορά μεταξύ "αισιόδοξων" και απαισιόδοξων αναλυτών, είναι η πίστη των πρώτων στις δηλώσεις των ευρωπαίων ηγετών οτι θέλουν να μείνει η Ελλάδα στο Ευρώ και η πεποίθηση οτι δεν θα επιτρέψει η Ευρώπη την αποχώρηση της Ελλάδας απο την Ευρωζώνη για μια μικρή απόκλιση στα δημοσιονομικά μεγέθη. Διότι περί μικρής απόκλισης μιλάμε πλέον. Τα 13 δισ ευρώ που είναι το ελληνικό έλλειμμα, δεν είναι κανένα φοβερό ποσόν. Αν η Ελλάδα μπορούσε να δανεισθεί απο τις αγορές όπως οι άλλες ευρωπαικές χώρες, δεν θα είχε κανένα πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι οτι η Ελλάδα δεν μπορεί να δανεισθεί απο τις αγορές και επαφίεται στην γεναιοδωρία των πιστωτών της για να καλύψει το έλλειμμα της. Δεν είναι όμως λόγος ένα τέτοιο μικρό ποσόν να οδηγήσει μια ευρωπαική χώρα εκτός ΟΝΕ και σε μια σοβαρή εθνική περιπέτεια με άγνωστες συνέπειες ακόμη και για το σύνολο της Ευρωζώνης.
Θα μου πείτε, δεν είναι το ποσόν που προκαλεί την σύγκρουση, είναι η δομή της ελληνικής οικονομίας η οποία δεν κολλάει με τις επιθυμίες της ευρωπαικής γραφειοκρατίας για το πώς πρέπει να διοικούνται τα ευρωπαικά κράτη. Είναι και η έλλειψη αξιοπιστίας που προέκυψε απο το γεγονός οτι αρχής γενομένης απο την απογραφή του Αλογοσκούφη και ακολούθως απο την δεύτερη απογραφή του Παπακωνσταντίνου, οδήγησαν τους ξένους στο συμπέρασμα οτι εμείς διαρκώς τους λέμε ψέμματα. Συμπέρασμα καθόλου λανθασμένο κατά τη γνώμη μου.
Το ζήτημα όμως δεν είναι εκεί. Το ζήτημα είναι τι θα γίνει απο εδώ και πέρα και εδώ έρχεται η πρόβλεψη η οποία στηρίζεται στην αυθαίρετη (αλλά ελπίζω βάσιμη) πεποίθηση οτι τελικά θα βρεθεί η κοινή συνισταμένη. Οτι δηλαδή τελικά η τρόικα θα πάρει εντολές να βάλει νερό στο κρασί της, οτι θα βρεθεί μια τεχνοκρατική δικαιολογία να μην πιεστεί ακόμη περισσότερο ο ελληνικός λαός, οτι θα γίνει αποδεκτή η αναμφισβήτητη ανάγκη χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας με κάποιο τρόπο.
Όλα αυτά βεβαίως δεν μπορεί ποτέ να γίνουν απο μια ομάδα τριών τεσσάρων ή χιλίων τεσσάρων τεχνοκρατών, αλλά μπορούν να γίνουν απο την πολιτική εντολή που θα δώσουν οι ευρωπαίοι ηγέτες. Και πιστεύω οτι οι ευρωπαίοι ηγέτες θα δώσουν αυτή την πολιτική εντολή της χαλάρωσης, για να δικαιολογήσουν τις μέχρι σήμερα δηλώσεις τους περι υποστήριξης της ελληνικής προσπάθειας και περί παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.
Ας μην κοροιδευόμαστε. Χωρίς αυτή την πολιτική εντολή, το πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης δεν μπορεί να πετύχει. Διότι δεν είναι μόνο ο περιορισμός των δαπανών που προκαλεί ασφυξία στην ελληνική οικονομία και βίαια διαλύει την ελληνική κοινωνία. Είναι και όλα τα άλλα που συμβαίνουν ταυτόχρονα, όπως οτι κανείς ξένος δεν πληρώνει ελληνικές εταιρίες, κανείς δεν τις δανείζει, κανείς δεν επενδύει στη χώρα, όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα πληρωμών έχουν προγραμματισθεί να απορρίπτουν χρηματικές πληρωμές σε παραλήπτες που εδρεύουν στη χώρα μας. Η κατάσταση αυτή έχει βγάλει την Ελλάδα απο τον διεθνή οικονομικό χάρτη. Και μόνο με κεντρική πολιτική απόφαση των ευρωπαίων ηγετών μπορεί η χώρα να επανέλθει. Και αυτό νομίζω οτι τελικά θα συμβεί, όσο και αν δεν προκύπτει σήμερα απο το ρεπορτάζ.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr