Η περικοπή αυτή όμως, η οποία επιβλήθηκε απο την ανάγκη (δηλαδή απο την τρόικα προκειμένου να συνεχιστεί η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας απο την Ευρώπη και το ΔΝΤ) αφαιρεί ισόποσα χρήματα απο την οικονομία. Διότι όταν κόβονται οι δαπάνες του δημοσίου κατά 11,5 δισ ευρώ, αυτό σημαίνει οτι αφαιρούνται απο την οικονομία 11,5 δισ ευρώ. Κάθε δαπάνη αποτελεί εισόδημα για κάποιον. Και το εισόδημα αυτό χάνεται. Είναι λοιπόν βέβαιον οτι η μείωση των δαπανών θα επιδεινώσει την ύφεση. Είναι επίσης βέβαιον οτι θα μειώσει τα φορολογικά έσοδα αφού χάνεται εισόδημα το οποίο δεν θα φορολογηθεί. Εκτός αν αρχίσει να περιορίζεται η φοροδιαφυγή. Και ενώ στο σκέλος των δαπανών το οικονομικό επιτελείο λειτούργησε αποτελεσματικά, κατάφερε δηλαδή να τις μειώσει παρά τις ενδοκυβερνητικές αντιδράσεις, στο μέτωπο της φοροδιαφυγής κανένα αποτέλεσμα δεν υπάρχει. Αντίθετα, όπως όλοι οι φοροτεχνικοί διαπιστώνουν, έχουν διαλυθεί οι κεντρικές εφορίες και τίποτα δεν δουλεύει.
Η φοροδιαφυγή οργιάζει και ο υφυπουργός Οικονομικών κ. Μαυραγάνης που είναι υπεύθυνος για τους φόρους, πρέπει να επιταχύνει τους ρυθμούς του και να φέρει άμεσα αποτελέσματα.
Το μεγάλο όμως ζητούμενο απο εδώ και πέρα είναι η αύξηση της ρευστότητας της οικονομίας.
Για να ισορροπήσει η οικονομία μετά την αφαίρεση των 11,5 δισ και να αντιμετωπίσει την ύφεση, θα πρέπει να μπεί φρέσκο χρήμα στην αγορά. Και αυτός πρέπει να είναι πλέον βασικός στόχος του υπουργού Οικονομικών κ. Γιάννη Στουρνάρα ο οποίος αμέσως μόλις τελειώσει τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα και αφού ψηφιστούν τα μέτρα απο τη Βουλή θα πρέπει να βρεί και να φέρει στη χώρα το φρέσκο χρήμα. Που όμως μπορεί να βρεθεί αυτό;
Ο επαναπατρισμός καταθέσεων θα είναι μια σημαντική πηγή εφόσον οριστικοποιηθεί η παραμονή μας στην Ευρωζώνη και εκλείψει ο κίνδυνος της δραχμής. Η επιστροφή των καταθέσεων θα διευκολύνει τη χρηματοδότηση της οικονομίας απο τις τράπεζες, το ίδιο θα κάνει και η ανακεφαλαίωση τους. Όμως αυτό δεν αρκεί. θα πρέπει να υπάρξουν επενδύσεις και όχι μόνο ξένες. Διότι επι χρόνια συζητάμε για τις ξένες επενδύσεις αλλά δεν συζητάμε για τις ελληνικές. Και αυτή είναι μια αδυναμία των ελλήνων επιχειρηματιών οι οποίοι δεν επενδύουν. Εφόσον διασφαλισθεί η παραμονή της χώρας στο ευρώ, οι επιχειρηματίες πρέπει να αρχίσουν να επενδύουν ξανά στις δουλειές τους. Το εργατικό κόστος έχει μειωθεί, όλα τα κόστη πλήν πετρελαίου είναι μειωμένα, η ανάγκη της χώρας για παραγωγή και για εξαγωγές είναι μεγάλη. Δικαιολογίες δεν υπάρχουν για όποιον διαθέτει τα κεφάλαια, θέλει να λέγεται επιχειρηματίας και δεν επενδύει. Και υπάρχουν αρκετοί τέτοιοι. Αν η κυβέρνηση καταφέρει να περιορίσει και την γραφειοκρατία η οποία αποτελεί τον βασικότερο ανασταλτικό παράγοντα για τις επενδύσεις αλλά και προκαλεί μεγάλο κόστος στη λειτουργία των επιχειρήσεων, οι επενδύσεις, ελληνικές και ξένες θα αυξηθούν. Ιδιαίτερα αν σταθεροποιηθεί επιτέλους και το φορολογικό καθεστώς το οποίο διαρκώς αλλάζει.
Απο εκεί και πέρα, θα πρέπει να περιμένουμε μια περαιτέρω μείωση των εισαγωγών που ισοδυναμεί απο οικονομικής άποψης με αύξηση των εξαγωγών αφού διατηρεί το χρήμα μέσα στη χώρα.
Απο κυβερνητικής πλευράς, αυτό που πρέπει να γίνει είναι να ξεκινήσει συστηματική προσπάθεια αύξησης των χρηματοδοτήσεων απο την Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα και απο κάθε άλλη πηγή σε ευρωπαικό ή και σε διακρατικό επίπεδο. Αυτή είναι η βασική δουλειά του κ. Στουρνάρα απο την επομένη της ψήφισης των μέτρων απο τη Βουλή. Να βρεί τα λεφτά, που κάπου ασφαλώς, υπάρχουν.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr