Ο κ. Καραμανλής προχωράει ακόμη περισσότερο από τον κ. Παπανδρέου και λέει ότι θα παγώσει τους μισθούς και τις συντάξεις του δημοσίου και ότι δεν θα κάνει προσλήψεις στο δημόσιο τομέα. Τα συγκεκριμένα αυτά μέτρα είναι προφανές ότι σε περίοδο ύφεσης οδηγούν σε αύξηση της ανεργίας και περιορισμό της κατανάλωσης, γεγονός που επιβαρύνει την ύφεση. Ο κ. Παπανδρέου λέει ότι θα φορολογήσει το κεφάλαιο, πολιτική που επίσης δεν είναι αναπτυξιακή.
Ακόμη όμως και αν υποθέσουμε ότι μια ισχυρή κυβέρνηση μπορεί να συμμαζέψει τον προϋπολογισμό, να περιορίσει τις σπατάλες και να εισπράξει τους φόρους, το ερώτημα «που θα βρεθούν τα λεφτά» δεν έχει απαντηθεί. Διότι τα λεφτά που λείπουν, έχουν φύγει στο εξωτερικό. Όχι ως καταθέσεις πλουσίων όπως παλιά, αλλά λόγω του τεράστιου ελλείμματος εξωτερικών συναλλαγών.
Τι έχει συμβεί;
Όταν αλλάξαμε νόμισμα, αντικαταστήσαμε τις δραχμές με ευρώ. Μαςέδωσαν λοιπόν ένα πακετάκι με ευρώ που αντιστοιχούσε στις δραχμές που αποσύραμε και από εκεί και πέρα για να αυξήσουμε τα ευρώ μας πρέπει να πάρουμε τα ευρώ των άλλων. Δεν μπορούμε να τυπώσουμε ευρώ όπως τυπώναμε δραχμές όταν μας έλειπαν. Για να πάρουμε τα ευρώ των άλλων έχουμε τρεις τρόπους: Να δανειζόμαστε, να παίρνουμε επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να πουλάμε προϊόντα και υπηρεσίες στους ξένους. Μέχρι στιγμής δανειζόμαστε σαν να μην υπάρχει αύριο, παίρνουμε επιδοτήσεις με μέτριο ρυθμό και δεν πουλάμε σχεδόν τίποτα. Φεύγουν λοιπόν συνολικά 40 δισ ευρω τον χρόνο από τη χώρα προς το εξωτερικό (έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών). Το ποσό αυτό αυξάνεται κάθε χρόνο ραγδαία. Είναι μαθηματικώς βέβαιον ότι αν από ένα ποσόν ευρώ που πήραμε στην αρχή χάνουμε πολλά κάθε χρόνο, τελικά δεν θα μείνει φράγκο εδώ. Και σήμερα βρισκόμαστε κοντά σε αυτό το σημείο. Νομίζουμε ότι έχουμε λεφτά επειδή όσα μας λείπουν τα δανειζόμαστε. Όμως τα δανεικά δεν είναι αγύριστα και έχουν και τόκους.
Η απάντηση λοιπόν στο που θα βρεθούν τα λεφτά πρέπει να αφορά πρωτίστως τα λεφτά που χάνονται από το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και δευτερευόντως τα λεφτά του δημοσιονομικού ελλείμματος. Και για το πρόβλημα του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών κανένας πολιτικός δεν έχει απάντηση και κανένα οικονομικό επιτελείο δεν έχει δείξει να προβληματίζεται.
Η λύση
Η λύση δεν είναι εύκολη, αλλά από κάπου πρέπει να ξεκινήσουμε. Και το κάπου είναι ο τουρισμός. Μέσα σε δυο μήνες πληρότητας των ξενοδοχείων, ο τουρισμός προσφέρει το 18% του ΑΕΠ. (Αυτά είναι τα φανερά, αλλά τόσα είναι τα μαύρα). Αν λοιπόν μέσα σε δυο μήνες ο τουρισμός φέρνει το 18% του ΑΕΠ, το κλειδί της σωτηρίας της ελληνικής οικονομίας είναι η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου. Αν δηλαδή γεμίσουν τα ξενοδοχεία έξι μήνες αντί για δυο η αύξηση του ΑΕΠ θα είναι τόσο μεγάλη που θα κλείσει το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, θα εξαφανίσει το δημοσιονομικό έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ και θα σωθεί το σύνολο της ελληνικής οικονομίας.
Σε δεύτερη φάση χρειάζεται μια μακροπρόθεσμη συνολική πολιτική αύξησης των εξαγωγών. Οι Έλληνες βιομήχανοι και παραγωγοί βολεύονται να πουλάνε στην εγχώρια αγορά που έχει συνθήκες μονοπωλίου και πολύ υψηλότερες τιμές από αυτές που θα έπιαναν στο εξωτερικό. Για να εξάγουν - εκτός από την προσπάθεια που απαιτείται - χρειάζεται να έχουν καλύτερο κέρδος έξω παρά μέσα στη χώρα. Η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να αυξήσειτο περιθώριο του κέρδους τους στο εξωτερικό με έναν και μόνο τρόπο. Αν τα κέρδη που προέρχονται από εξαγωγές έχουν πολύ χαμηλότερη φορολογία από αυτά που προέρχονται από πωλήσεις στο εσωτερικό. Η επιδότηση λοιπόν των εξαγωγικών επιχειρήσεων με κάποιους έμμεσους τρόπους είναι ένα μέρος της οικονομικής πολιτικής που θα πρέπει να ακολουθήσει η οποιαδήποτε κυβέρνηση.
Μόνο η αύξηση των εξαγωγών και η μείωση του ελλείμματος εξωτερικών συναλλαγών απαντά πραγματικά στο ερώτημα «που θα βρεθούν τα λεφτά» όμως μέχρι στιγμής τα δυο μεγάλα κόμματα που διεκδικούν την εξουσία δεν έχουν ασχοληθεί με το ζήτημα.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr