Αναλυτικότερα, σύμφωνα με μια έρευνα που εξέδωσε η Euromonitor για το έτος 2006 και αφορά τη συχνότητα των καταστημάτων ανά 1000 κατοίκους, στην χώρα μας τα καταστήματα που αντιστοιχούν ανά 1000 κατοίκους αγγίζουν τα 16 τον αριθμό, την στιγμή που το αντίστοιχο ποσοστό στις «υγιέστερες» αγορές των δυτικοευρωπαϊκών χωρών, όπως η Σουηδία, η Αγγλία και η Γερμανία, είναι μόλις 5,4 καταστήματα ανά 1000 κατοίκους, τη στιγμή που ο πληθυσμός τους ξεπερνά κατά 4 τουλάχιστον φορές αυτόν της Ελλάδας.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Πορτογαλίας, η οποία μέχρι πρότινος λειτουργούσε στα πλαίσια του παραδοσιακού λιανεμπορίου, ακριβώς όπως και η χώρα μας. Μέσα στο 2006, έχασε πάνω από το 25% των μικρών καταστημάτων, τα οποία αντικατέστησε με καταστήματα αλυσίδες.
Στη χώρα μας, οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Τα πολυκαταστήματα και μεγάλες αλυσίδες απορροφούν το 70% περίπου του συνολικού τζίρου των λιανικών πωλήσεων στη χώρα μας με το τζίρο αυτό συνεχώς να αυξάνεται. Ακολουθεί ο όμιλος Inditex, δηλαδή τα Zara και τα «μικρά» τους αδελφάκια Massimo Dutti, Bershka, Pull & Bear κ.λπ. με τα καταστήματά τους να πολλαπλασιάζονται ασταμάτητα σε όλη την Ελλάδα. Το 2006, η αλυσίδα Zara άνοιξε περισσότερα από 90 νέα μαγαζιά, ενώ το 2007 άλλα 14. Το 2006 οι πωλήσεις του ομίλου έφτασαν τα 297 εκατ. ευρώ, από 270 εκατ. ευρώ το 2005.
Το ελληνικό λιανεμπόριο έχει όμως να αναμετρηθεί και με έναν άλλο γίγαντα, το παράνομο εμπόριο, όχι μόνο από την κινέζικη μαφία, όπως παλαιότερα, αλλά και από την αφρικανική, τη ρωσική κ.λπ. Ο ετήσιος τζίρος του δεν μπορεί να υπολογισθεί με ακρίβεια, όπως είναι λογικό, εκτιμάται όμως ότι αγγίζει από 2 ως 5 δισ. ευρώ. Με μια βόλτα μόνο στην Ερμού, έναν από τους πιο εμπορικούς δρόμους της Αττικής, μπορεί κανείς να δει δεκάδες παράνομους υπαίθριους πωλητές να στρώνουν τα σεντόνια με την πραμάτεια τους. Με μια πιο προσεκτική ματιά διαπιστώνει κανείς ότι η κίνηση στα υπαίθρια αυτά «μαγαζάκια» είναι ξεπερνά κατά πολύ αυτή των καταστημάτων. Οι πωλητές ρίχνουν το μπαλάκι της ευθύνης στην πολιτεία που δεν λαμβάνει δραστικά μέτρα για την οριστική εξάλειψη του παραμεπορίου. «Είναι σαν έχουμε πλέον γίνει εμείς οι παράνομοι πωλητές και αυτοί οι νόμιμοι», δηλώνουν με παράπονο.
Κατά πόσο όμως έχουν περιθώρια να αντιστρέψουν την κατάσταση οι Έλληνες μικροεπιχειρηματίες; Μιλήσαμε με τον κο. Κώστα Αγραφιώτη, Ανεξάρτητο Σύμβουλο Επιχειρήσεων στον τομέα Ένδυσης, ο οποίος μας είπε χαρακτηριστικά ότι «Δεν υπάρχει περίπτωση να σωθούν όλες οι επιχειρήσεις», και συμπλήρωσε ότι υπάρχουν δυο βασικοί λόγοι για τους οποίους τα καταστήματα αυτά αναγκάζονται να λειτουργούν ακόμη ενώ η απόδοσή τους είναι δραματική, ο πρώτος είναι γιατί κάποιοι από τους ιδιοκτήτες δεν έχουν άλλα περιθώρια για να βγουν στην σύνταξη και απλά κάνουν υπομονή μέχρι να συνταξιοδοτηθούν, και ο δεύτερος ότι πολλοί από αυτούς είναι εγκλωβισμένοι και χρεωμένοι με διάφορες επιταγές να περιμένουν την αποπληρωμή τους.
Ωστόσο υπάρχουν δυο λύσεις, ο οποίες θα μπορούσαν να διασώσουν τις μικρές επιχειρήσεις από τον κίνδυνο της εξαφάνισης από τον χάρτη της ελληνικής αγοράς:
1. Η πρώτη λύση, σύμφωνα με τον κο Κ. Αγραφιώτη είναι η εξειδίκευση, η οποία θα μπορούσε να γίνει τόσο σε επίπεδο εμπορεύματος όσο και σε επίπεδο καταστήματος, είναι όμως μια λύση που «σηκώνει» μόλις το 15% της αγοράς.
Η εξειδίκευση σε επίπεδο εμπορεύματος απαιτεί δύσκολες κινήσεις και ελιγμούς από την πλευρά των καταστηματαρχών, όπως τα ταξίδια στο εξωτερικό προς αναζήτηση φθηνότερων πηγών για να επιτευχθεί ένα ικανοποιητικό μεικτό περιθώριο κέρδους που κυμαίνεται συνήθως από 500-600% ως και 1000% ανάλογα. Όσον αφορά στην εξειδίκευση σε επίπεδο καταστήματος, για τη δημιουργία ενός συναρπαστικού και ανταγωνιστικού περιβάλλοντος, απαιτείται είτε υψηλό αισθητικό κριτήριο, είτε προσεχτικά μελετημένα, και συνήθως ακριβά αρχιτεκτονικά σχέδια.
2. Η εναλλακτική επιλογή είναι προϊόν «ελληνικής προέλευσης». Το οικονομικό «υβρίδιο» των συμ
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr