Σύμφωνα με πληροφορίες, το ελληνικό χρηματιστήριο αναμένεται να ενταχθεί το β’ εξάμηνο του φετινού έτους σε λίστα παρακολούθησης (watchlist) για τη μετάβαση στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών, για πρώτη φορά από το 2013, όταν είχε υποβιβαστεί στις αναδυόμενες. Ισχυροί οίκοι που παρακολουθούν το Χ.Α., όπως ο MSCI, ο FTSE, ο Dow Jones και ο S&P θα το θέσουν υπό παρακολούθηση για ένα διάστημα 8 έως 12 μηνών προτού το αναβαθμίσουν. Πιθανολογείται πως ορισμένοι οίκοι (ο Dow Jones ή ο MSCI) θα κάνουν την πρώτη τους κίνηση εντός του ερχόμενου Απριλίου, ενώ οι υπόλοιποι θα πάρουν σειρά στα τέλη του πρώτου με αρχές του δευτέρου εξαμήνου του 2024. Στόχος είναι να πάρει «σάρκα και οστά» το upgrade στις ώριμες αγορές μέχρι τα τέλη του 2025.
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας έχει ήδη δημιουργήσει ένα διαφορετικό επενδυτικό κοινό για την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά. Η ημερήσια συναλλακτική δραστηριότητα έχει αυξηθεί κατακόρυφα, ενώ η ένταξη σε watchlist προβλέπεται ότι θα φέρει πρόσθετες εισροές στις ελληνικές μετοχές, με περαιτέρω αύξηση του τζίρου. Πολλοί αναλυτές, άλλωστε, έχουν τοποθετήσει υψηλότερα τον «πήχη» για τη μέση ημερήσια συναλλακτική δραστηριότητα τα επόμενα χρόνια. Εξάλλου, μετά την απόδοση του investment grade, από όλους τους οίκους αξιολόγησης πλην της Moody’s, έχουν έρθει τοποθετήσεις από traders που μέχρι σήμερα δεν μπορούσαν να επενδύσουν στην Ελλάδα, καθώς δεν είχε την επενδυτική βαθμίδα.
Ένα ακόμη βασικό κριτήριο, στο οποίο βέβαια το Χ.Α. υστερεί σημαντικά, είναι η ελεύθερη διασπορά (free float), με τη διοίκηση της ΕΧΑΕ να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα, μέσω του νέου κανονισμού, για να κλείσει τη συγκεκριμένη «τρύπα». Όπως είπε εξάλλου, ο CEO της ΕΧΑΕ Γιάννος Κοντόπουλος, στα τέλη της περασμένης χρονιάς, ήρθε η «ώρα να τελειώσουν τα αστεία» με το free float, όπου ο έλεγχος θα γίνεται σε συνεχή και μόνιμη βάση, με στόχο να αυξηθεί η εμπορευσιμότητα και η διαφάνεια.
Τι προβλέπει ο νέος κανονισμός
Οι αλλαγές στον κανονισμό της χρηματιστηριακής αγοράς πρόκειται να οδηγήσουν στην ενίσχυση του κύρους της και στην αναβάθμιση του επενδυτικού προφίλ των εισηγμένων εταιρειών. Οι κύριοι άξονες των αλλαγών είναι η θέσπιση κατώτατου ορίου κεφαλαιοποίησης για εισαγωγή στην Κύρια Αγορά, η υποχρέωση τήρησης σε συνεχή βάση επαρκούς διασποράς εισηγμένων, η ενίσχυση του θεσμού του ειδικού διαπραγματευτή, η διευκόλυνση νέων εισαγωγών με κατάργηση συγκεκριμένων προϋποθέσεων και με απλοποίηση των διαδικασιών, η μείωση του φόρου στις συναλλαγές και ο περιορισμός του χρόνου παραμονής εταιρειών σε καθεστώς επιτήρησης και αναστολής.
Σύμφωνα με τον νέο κανονισμό, οι εταιρείες που επιθυμούν να εισέρχονται στο Χρηματιστήριο Αθηνών θα πρέπει να έχουν αποτίμηση πάνω από 40 εκατ. ευρώ. Όσον αφορά την διασπορά, για κεφαλαιοποιήσεις κάτω από 200 εκατ. ευρώ θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 25%. Για κεφαλαιοποιήσεις άνω των 200 εκατ. ευρώ η διασπορά θα μπορεί να είναι κάτω από το 25%, αλλά όχι χαμηλότερα του 15%. Τα νέα όρια διασποράς θα τεθούν σε ισχύ και για τις ήδη εισηγμένες εταιρείες, αν και θα τους δοθεί μια μεταβατική περίοδος ενός έτους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο νέος κανονισμός θα τεθεί σε ισχύ από το επόμενο έτος, ενώ θα δοθεί και μία άτυπη παράταση στις εισηγμένες προκειμένου να αφομοιώσουν τις αλλαγές. Στόχος των παρεμβάσεων που θα αποτυπωθούν στον κανονισμό λειτουργίας του Χ.Α. είναι να γίνει η αγορά περισσότερο ελκυστική για τους ξένους επενδυτές, τονώνοντας παράλληλα τις συναλλαγές. Επιπλέον, οι αλλαγές αυτές έχουν ως στόχο την ομαλή μετάταξη στις ώριμες αγορές.
Το ηχηρό «όχι» της JP Morgan
Πάντως, σε πρόσφατη ανάλυσή της, η JP Morgan τόνισε πως μία αναβάθμιση του Χ.Α. θα είναι ισχυρός αρνητικός καταλύτης, που θα οδηγήσει σε σημαντική συρρίκνωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος για τη χώρα. «Μην αφήσετε μια κακή ιδέα να καταστρέψει ένα καλό χρηματιστήριο. Σας συμφέρει να μείνετε στη χαμηλή κατηγορία, γιατί εκεί μπορείτε να ξεχωρίσετε και θα προσελκύσετε περισσότερα επενδυτικά κεφάλαια», ανέφερε με νόημα η αμερικανική τράπεζα και πρόσθεσε: «Συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι το πρίσμα των αναδυόμενων αγορών παραμένει ένας σημαντικός τεχνικός παράγοντας στήριξης για τις αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές».
«Πιστεύουμε ότι η ελληνική αγορά μπορεί να υπεραποδώσει περαιτέρω στις αναδυόμενες, καθώς οι ελληνικές τράπεζες μειώνουν το discount τους σε σχέση με τις τράπεζες της Κεντρικής και Ανατολικής Αναδυόμενης Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής (CEEMEA)», σημείωσαν οι αναλυτές. Ουσιαστικά, η JP Morgan θεωρεί πως η Ελλάδα έχει σημαντικά πλεονεκτήματα παραμένοντας στις αναδυόμενες, καθώς οι αποτιμήσεις των ελληνικών μετοχών συγκρίνονται ευνοϊκά σε σχέση με αυτές άλλων αναδυόμενων αγορών. Σε περίπτωση, όμως, που αλλάξει «πίστα» το Χ.Α., οι αποτιμήσεις δεν θα θεωρούνται το ίδιο ελκυστικές σε σχέση με αυτές των μετοχών, που εντάσσονται στις ανεπτυγμένες αγορές.
Σημειώνεται, επίσης, ότι η Ελλάδα συμμετέχει στις αναδυόμενες αγορές έχοντας 10 μετοχές στον δείκτη MSCI Greece, αλλά αν ενταχθεί στις αναπτυγμένες, τότε πιθανότατα θα χάσει 7 μετοχές. Κάθε μετοχή θα πρέπει να έχει κεφαλαιοποίηση 5,8 δισ. δολάρια και free float 2,9 δισ. δολάρια. Μέχρι στιγμής μόνο τρεις εισηγμένες (Εθνική Τράπεζα, Eurobank και ΟΠΑΠ) πληρούν και τα δύο κριτήρια, ενώ ο ΟΤΕ καλύπτει μόνο το ένα εξ αυτών.
Όπως επισημαίνει η JP Morgan, το γεγονός αυτό κάνει απίθανη την αναβάθμιση, καθώς ένα από τα κριτήρια ένταξης στις αναπτυγμένες είναι 5 τουλάχιστον εισηγμένες να πληρούν τα παραπάνω δύο κριτήρια. Τέλος, σύμφωνα με τους αναλυτές της αμερικανικής τράπεζας, η αποχώρηση της Ελλάδας από τις αναδυόμενες και η ένταξή της στις αναπτυγμένες αγορές θα οδηγήσει σε εκροές ύψους 1,8 δισ. δολαρίων.
Αριστοτέλης Παππάς
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr