Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, σχεδόν 703 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε νερό, ενώ περίπου 1 στους 10 παγκοσμίως δεν έχει πρόσβαση σε πόσιμο νερό. Τα Ηνωμένα Έθνη προβλέπουν, μάλιστα, ότι εάν τα πράγματα εξελιχθούν με τους ίδιους ρυθμούς, ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός θα ζει σε περιοχές με υψηλό υδατικό στρες μέχρι το 2030. Παράλληλα, εκτιμούν ότι η λειψυδρία σε ορισμένες άνυδρες και ημίξηρες περιοχές θα εκτοπίσει έναν μεγάλο αριθμό ατόμων ο οποίος μπορεί να ξεπεράσει τα 700 εκατομμύρια.
Η Ελλάδα δε φαίνεται να μένει ανεπηρέαστη από το φαινόμενο της έλλειψης νερού, καθώς, σύμφωνα με το Υπουργείο Περιβάλλοντος, παρ’ όλο που «το υδροδοτικό σύστημα είναι σχεδιασμένο, ώστε τα αποθέματα των ταμιευτήρων να μη μειώνονται, τα τελευταία δύο έτη τα αποθέματα μειώθηκαν από 1.158.127 εκατ. κυβικά μέτρα στις 26/8/2022 σε 703.339 εκατ. κυβικά μέτρα στις 26/08/2024, δηλαδή κατά μέσο όρο περίπου 225 εκατ. κυβικά μέτρα το έτος.»
Καλύτερα από πέρυσι, αλλά έχουμε δρόμο ακόμη
Ο καθηγητής Διευθέτησης Ορεινών Υδάτων, διευθυντής του εργαστηρίου Ανάλυσης και Διαχείρισης Φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών – ASSIST και διευθυντής Έδρας UNESCO Con-E-Ect στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Δημήτρης Εμμανουλούδης, μιλώντας στο Αθηναϊκό Πρακτορείο, εξήγησε ότι το φετινό υδρολογικό έτος είναι καλύτερο από το προηγούμενο, αλλά αυτό δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ανακουφιστικό.
«Τα μέχρι τώρα χιλιοστά βροχής που έχουν πέσει τη χειμερινή περίοδο στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας, υπολείπονται κατά 20-30% των χειμερινών περιόδων 2021-2022 και 2022-2023. Άρα είμαστε με απλά λόγια σαφώς καλύτερα από πέρυσι, αλλά όχι καλύτερα από την προπερασμένη και την προηγούμενη αυτής χρονιά. Συνεπώς δεν είναι και για να πανηγυρίζουμε. Περιμένουμε βέβαια να δούμε πώς θα εξελιχθεί ο Απρίλιος, αλλά και κυρίως πόσο νωρίς θα αρχίσουν οι ζεστές ημέρες που προηγούνται της καλοκαιρινής περιόδου, γεγονός που θα παίξει και αυτό τον ρόλο του στο πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση το καλοκαίρι», είπε ο κ. Εμμανουλούδης.
Οι ταμιευτήρες της Αττικής και τα αποθέματα νερού
Αναφορικά με τα απολήψιμα αποθέματα νερού στους τέσσερις ταμιευτήρες της Αττικής (Εύηνο, Μαραθώνα, Μόρνο και Υλίκη) σύμφωνα με τα δεδομένα της ΕΥΔΑΠ μέχρι χθες, 21 Μαρτίου 2025, το σύνολο ανερχόταν σε 655.461 εκατομμύρια κυβικά νερού, ενώ την ίδια μέρα πέρσι το σύνολο ήταν 932.092.000.
Σύμφωνα με την υδρολόγο και διδάσκουσα στη Σχολή Μηχανικών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, Ελισσάβετ Φελώνη «τις καλές χρονιές τα συνολικά αποθέματα νερού στους 4 ταμιευτήρες της Αττικής κυμαίνονταν πάνω από 1 δισεκατομμύριο κυβικά νερού», τα αλλεπάλληλα όμως ξηρά έτη έχουν μεταβάλει την κατάσταση. Όπως αναφέρει δύο σερί χρονιές χαμηλών βροχοπτώσεων -χαμηλές από τις μέσες κανονικές τιμές- συνέβαλαν καθοριστικά «στο να εγκαταλειφθεί το γνώριμο μοτίβο με πάνω από 1 δισ. νερού» και προσθέτει ότι το 2024 υπήρξε ανησυχία για την Αττική, ωστόσο η κατάσταση επιδεινώθηκε το φθινόπωρο.
Τα δύσκολα είναι μπροστά μας
«Τον Δεκέμβριο εκδηλώθηκαν κάποιες βροχές αλλά τα ύψη βροχής ήταν τέτοια που δεν βοήθησαν να ανέβουν πολύ τα αποθέματα νερού. Τώρα βρισκόμαστε στην καρδιά της υγρής περιόδου και έχουμε μπροστά μας θεωρητικά μια μεγάλη περίοδο υψηλών αναγκών και σχεδόν βέβαιο περιορισμένων βροχοπτώσεων. Οι υψηλές θερμοκρασίες με τη σειρά τους συμβάλλουν στην παραπάνω εξάτμιση. Το καλοκαίρι χάνεται νερό στους ταμιευτήρες λόγω της εξάτμισης. Τα χειρότερα είναι μπροστά μας. Ήρθε ένας Δεκέμβρης, Γενάρης, Φλεβάρης και Μάρτιος που δεν έδωσαν τόσο μεγάλα ύψη βροχής, με αποτέλεσμα ναι μεν να αυξηθούν τα αποθέματα αλλά ελάχιστα», υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Φελώνη.
Επιπλέον σημειώνει ότι καταλυτικές πέρα από τις βροχοπτώσεις είναι και οι χιονοπτώσεις ενώ οι πλημμύρες δεν είναι βοηθητικές γι’ αυτά τα συστήματα. «Αυτό που βοηθάει είναι οι χιονοπτώσεις το χειμώνα, και να έχεις μια καλή καταγραφή σε ύψος βροχής όπου θα μπορέσουν άμεσα να σου γεμίσουν οι ταμιευτήρες».
Για την κυρία Φελώνη το ανησυχητικό θα είναι η κατάσταση αυτή να εξελιχθεί σε κάτι πιο μόνιμο. «Από υδρολογικής άποψης αυτή η εμμονή δηλαδή κάποια διαδοχικά ξηρά έτη που θα έχουν συνολικό ύψος βροχής χαμηλότερο από το κανονικό αιτιολογείται. Υπάρχει και μπορεί να συνεχιστεί για τρία και τέσσερα χρόνια στη σειρά. Αν όμως υποθέσουμε ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει και μας οδηγεί σε κάτι πιο μόνιμο, εκεί σίγουρα δεν είμαστε καλά και πρέπει να μιλήσουμε για νέες υποδομές για τελείως διαφορετική στρατηγική», επισημαίνει.
Το πρόβλημα της λειψυδρίας ήρθε για να μείνει – Η παράμετρος της τουριστικής «έκρηξης»
Από την πλευρά του ο κ. Εμμανουλούδης υπογραμμίζει ότι η λειψυδρία είναι μια περιβαλλοντική απειλή που δυστυχώς ήρθε για να μείνει. «Ασχέτως του πόσο βροχερά ή χιονοβριθή πρόκειται να είναι τα προσεχή υδρολογικά έτη στη χώρα μας, το πρόβλημα της λειψυδρίας μεγαλύτερο ή μικρότερο θα εμφανίζεται και θα παραμένει. Αυτό συμβαίνει, διότι όσες βροχές και να έχουμε τον χειμώνα και άρα όσο γεμάτοι και να είναι οι υδροφόροι ορίζοντες στις διάφορες περιοχές της χώρας, η τουριστική έκρηξη στην Ελλάδα είναι τόσο μεγάλη τα τελευταία 3-4 χρόνια (και προβλέπεται να συνεχιστεί ή και να αυξηθεί περαιτέρω), που είναι αδύνατον η όποια αύξηση, από πιθανές μελλοντικές ευνοϊκές υδρολογικά χρονιές, στα υδατικά αποθέματα των παράκτιων και ιδίως νησιωτικών περιοχών της χώρας, να αντισταθμίσει την εκθετικά αυξανόμενη ζήτηση νερού και την αντίστοιχη κατανάλωση. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε στο σημείο αυτό ότι η χώρα μας δέχεται περίπου 35.000.000 τουρίστες κάθε έτος, (ήτοι 3,5 φορές ο πληθυσμός της χώρας!), εκ των οποίων η συντριπτική πλειοψηφία αφικνείται τους 4-5 θερμότερους μήνες του έτους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Συνεπώς η απάντηση στο ερώτημα είναι ότι ναι, δυστυχώς θα έχουμε παρόμοια προβλήματα με πέρυσι, όχι μόνον το φετινό καλοκαίρι, αλλά και τα επόμενα καλοκαίρια, σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τις βροχές και τα χιόνια του χειμώνα», σημειώνει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Υπάρχει λύση;
Η επιστημονική κοινότητα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ολοένα και περισσότερο για το ζήτημα των αποθεμάτων νερού τόσο στη χώρα μας όσο και παγκοσμίως. Όπως τονίζει ο κ. Εμμανουλούδης «ενώ τα συνολικά αποθέματα νερού παραμένουν σταθερά, ο πληθυσμός της γης αυξάνεται συνεχώς -και τον τελευταίο αιώνα με εξαιρετικά ταχείς ρυθμούς- ενώ βέβαια δραματική είναι και η αύξηση των αναγκών και των χρήσεων του νερού σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη».
«Οι ανωτέρω απλές διαπιστώσεις αρκούν από μόνες τους για να διαπιστώσει κανείς ότι τα πράγματα είναι εξαιρετικά δυσοίωνα για το μέλλον. Στην ερώτηση εάν μπορούμε να κάνουμε κάτι για να επιβραδύνουμε ή να βελτιώσουμε τη δύσκολη αυτή πραγματικότητα, η απάντηση είναι απλή. Με δεδομένο ότι υπάρχουν τεχνικές και τεχνολογίες εξαιρετικά προηγμένες σήμερα για την κατασκευή τεχνικών έργων υδρομάστευσης και ταμίευσης κυρίως του επιφανειακού νερού, είναι αδιανόητο ιδιαίτερα στις περιοχές που δέχονται μεγάλη πίεση κατανάλωσης, είτε λόγω αύξησης πληθυσμού είτε λόγω τουρισμού ή εξαιτίας της γεωργίας και της βιομηχανίας, να αφήνεται το νερό αυτό να απορρέει ανεκμετάλλευτο στη θάλασσα» σημειώνει.
Ακόμη, προσθέτει ότι αν και το προαναφερθέν έγκειται στη βούληση κυβερνήσεων και τοπικής αυτοδιοίκησης, η εξοικονόμηση νερού σε νοικοκυριά και λοιπούς υδατοκαταναλωτές (εστίαση και ξενοδοχεία), έγκειται στην ατομική πρωτοβουλία, γεγονός το οποίο ο καθένας από εμάς πρέπει με αφορμή και τη σημερινή μέρα, να σκεφτεί σοβαρά, για ένα πιο βιώσιμο μέλλον της παρούσας αλλά και των επερχόμενων γενιών».
Από την πλευρά της η κ. Φελώνη εξηγεί ότι ο προβληματισμός που υπάρχει στην επιστημονική κοινότητα έγκειται στο γεγονός ότι οι κοινωνίες είναι πιο εκτεθειμένες σε ακραία φαινόμενα. «Απ’ τη μία πλευρά έχουμε τις περισσότερες και εντονότερες πλημμύρες. Ο αστικός μας χώρος δεν έχει την ικανότητα να διοχετεύσει αυτούς τους όγκους νερού. Και απ’ την άλλη έχεις αρκετά συχνά φαινόμενα ξηρασίας. Και μάλιστα πολλές φορές είναι και ακραία. Αυτό έχει επιπτώσεις στη διαθεσιμότητα. Και με τις υφιστάμενες υποδομές, εάν όντως επαληθευτούν αυτές οι ανησυχίες, δεν θα μπορούμε να εξυπηρετήσουμε τον πληθυσμό μας».
Όπως εξηγεί, υπάρχει ανάγκη για νέες υποδομές, αλλά αυτό θα αποδώσει σε βάθος χρόνου και συμπληρώνει ότι αυτό που χρειάζεται να εξετάσουν είναι την ορθολογική διαχείριση του αγροτικού νερού. Παράλληλα, όπως σημειώνει, χρειάζεται να καλλιεργηθεί μία διαφορετική κουλτούρα στους πολίτες για το ζήτημα του νερού.
«Χρειάζεται να καλλιεργήσουμε σταδιακά μια διαφορετική κουλτούρα, εκ των πραγμάτων αυτή ξεκινάει από τα σχολεία. Αν δεν μπορέσεις να διαμορφώσεις μια καινούργια γενιά που θα σέβεται αυτόν τον πολύτιμο φυσικό πόρο, δεν θα το δεις μετά το αποτέλεσμα στα σπίτια», υπογραμμίζει ενώ αναφέρει ότι πρέπει να δοθεί έμφαση στην ενημέρωση και στην ευαισθητοποίηση των πολιτών. Ακόμη σημειώνει ότι αναγκαίο είναι και ένα εθνικό πρόγραμμα για το νερό στον τουρισμό, για τη διαχείριση του νερού στα τουριστικά καταλύματα και για την ενημέρωση των εισερχόμενων τουριστών στη χώρα.
Έμφαση στην ενημέρωση αλλά και πρωτοβουλίες από την Πολιτεία αποτελούν και για τον κ. Ζόραπα κάποιες επιμέρους λύσεις του ζητήματος. «Θα πρέπει κάπως να ενημερωθεί ο κόσμος ώστε να κάνουμε μια οικονομία, να παραταθεί το διάστημα αυτό επάρκειας των αποθεμάτων που είναι στους ταμιευτήρες αυτή τη στιγμή. Η ανησυχία νομίζω θα πρέπει να μπει πλέον σε ορίζοντα μακροπρόθεσμο. Υπάρχουν κάποιες τεχνικές που θα πρέπει να τις εξετάσει η Πολιτεία ώστε έμμεσα να αυξήσουμε την τροφοδοσία των υπόγειων νερών. Είναι λίγο αποσπασματικός ο τρόπος που γίνεται και θα πρέπει να ληφθούν κάποιες πρωτοβουλίες για κάτι πιο ολοκληρωμένο », επισημαίνει.