Η 35χρονη έφτασε στο δικαστήριο φορώντας ξανά την ειδική λευκή μάσκα για τα εγκαύματα που έχει υποστεί και μίλησε για την επίθεση, τα όσα προηγήθηκαν, αλλά και τον εφιάλτη που ζει έκτοτε.
Μάλιστα, αυτή τη φορά παρούσα στην αίθουσα ήταν και η κατηγορούμενη Έφη Κακαράντζουλα, και όταν τα βλέμματα των δύο γυναικών διασταυρώθηκαν, η Ιωάννα της είπε: «Τι κοιτάς;».
Αρχικά, η 35χρονη περιέγραψε το σκηνικό της επίθεσης: «Σηκώθηκα για να πάω στη δουλειά μου και ήμουν στην είσοδο της πολυκατοικίας των γραφείων. Πάτησα το κουμπί του ασανσέρ και περίμενα να κατέβει. Κοιτούσα προς το κάτω περιμένοντας. Άκουσα κάποιους θορύβους. Δεν έδωσα σημασία. Σκέφτηκα ότι μπορεί να είναι η καθαρίστρια ή κάποιος άστεγος. Καθώς περίμενα το ασανσέρ εμφανίστηκε μπροστά μου μια γυναίκα, σήκωσα το βλέμμα και με κοίταξε στα μάτια. Μου έριξε το βιτριόλι που εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα τι ήταν και έφυγε τρέχοντας.Θέλω να σας πω ότι λούστηκα με αυτό το υγρό, το ένιωσα παντού πάνω μου. Ήταν παντού στο σώμα μου, λουσμένη και κατευθείαν μου ήρθε η μυρωδιά. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να τρέξω για κάποια βοήθεια. Θυμήθηκα ότι είχε φαρμακείο δίπλα και έτρεξα προς το φαρμακείο.Οι πόνοι ήταν φρικτοί, δεν έβλεπα καθόλου από το ένα μάτι. Μπήκα μέσα στο φαρμακείο ουρλιάζοντας οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι έλεγα, πανικοβλήθηκαν. Τους έλεγα δώστε μου λίγο νερό, πεθαίνω βοήθεια φώναζα. Πήγα στο νιπτήρα έριχνα νερό. Τα μαλλιά μου πέφτανε μέσα στο νιπτήρα. Έπιανα το πρόσωπό μου και καταλάβαινα ότι καιγόμουν, λιώνω. Φώναζα για βοήθεια, οι άνθρωποι τρόμαζαν. Καταλάβαινα ότι εκείνη τη στιγμή κάτι χάνω. …Κάλεσαν σε βοήθεια το 166. Μου είπαν να βγάλω τα ρούχα μου γιατί έλιωναν πάνω μου. Εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να μη χάσω τις αισθήσεις μου. Γιατί καταλάβαινα ότι μόνο εγώ μπορούσα να να σώσω τον εαυτό μου. Φώναζα θεέ μου βοήθησε με γιατί μόνο εσύ μπορείς».
«Σκέφτηκα να βάλω τέλος στη ζωή μου»
Έπειτα, αναφέρθηκε στο διάστημα μετά την επίθεση: «Θυμάμαι απλά να με βρέχουν και να ουρλιάζω, να πονάω, να ξανακοιμάμαι και να ξαναξυπνάω. Μου έκαναν τομές στο μάτι μου και στο αυτί. Αυτά, δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω για να μην πονάω.
Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομιστών στο Θριάσιο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεία στους διαδρόμους».
Και πρόσθεσε μην μπορώντας να συγκρατήσει τα δάκρυά της: «Μια κυρία αναφώνησε θεέ μου και κατάλαβα ότι το είπε για μένα κατάλαβα και ότι η κατάσταση δεν είναι καλή. Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα και απλά παρακαλούσα να επιβιώσω.Μέσα στο νοσοκομείο ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου, έκανα επτά χειρουργεία. Θυμάμαι ότι δεν άντεχα το φως γιατί τα μάτια μου ήταν τραυματισμένα, ακόμα και το φως του δωματίου ήταν επίπονο. Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου.
Για να αντέξω προσπαθούσα να κοροϊδέψω εαυτό μου. Ότι ζω ένα όνειρο. Το βράδυ μετά τις 9 αφού πέρασαν όλοι οι γιατροί έλεγα “Ιωάννα θα ξυπνήσεις”. Προσπαθούσα να με πείσω για να αντέξω ότι τα όνειρα μου είναι πραγματικά και η πραγματικότητα είναι ο εφιάλτης.Για όσα διάστημα ήμουν στο νοσοκομείο έλεγα στους αστυνομικούς ότι δεν έχω πειράξει κανένα. Προσπαθούσα να τους βοηθήσουν αλλά δε μπορούσα. Δεν πίστευα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τέτοιο κακό. Κάποια στιγμή λοιπόν μου είπαν ότι είχαν καταλήξει ποιος έκανε την επίθεση. Μου μιλούσαν για τη κατηγορούμενη και μου έλεγαν ότι εκείνη μου επιτέθηκε. Μαζί με αυτούς προσπαθούσα να και εγώ να καταλάβω και να τους βοηθήσω. Αν ισχύει τους έλεγα αυτό που μου λέτε ότι με παρακολουθεί εδώ και 1,5 χρόνο άρα ξέρει ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτόν τον σύντροφο που είχε. Δεν μπορούσαν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα. Δεν ήξερα αν ισχύουν όλα αυτά, γιατί το έκανε αυτή, τι μου έχει συμβεί δεν καταλάβαινα και δεν μπορούσαν να μου απαντήσουν.
Μετά τη προφυλάκισή της προσπάθησα να εστιάσω στις δυνάμεις για να μπορέσω να βγω από το νοσοκομείο και να βγάλω σε πέρας τα χειρουργεία που έπρεπε. Στα μισά των χειρουργείων ο οργανισμός μου δεν άντεξε. Ανέβαζα πυρετό είχα πάθει λοίμωξη. Οι γιατροί μου είπαν ότι κινδύνευσε η ζωή μου. Κόλλησα και δεύτερη λοίμωξη στο μάτι που κινδύνεψα για δεύτερη φορά να το χάσω. Κάποια στιγμή με τη βοήθεια των γιατρών τα ξεπεράσαμε».
«Ήθελε να με σκοτώσει»
Η Ιωάννα μίλησε και για το μίσος που έτρεφε η κατηγορούμενη για εκείνη: «Ήρθε η στιγμή που μου ανακοίνωσαν ότι θα πάρω εξιτήριο. Μου είπαν ότι επούλωσαν τα τραύματα που είχα ότι ξεκινάει ένας μαραθώνιος και ότι χρειάζονται πολλά χειρουργεία για να είμαι λειτουργική, να κουνάω τα χέρια μου, το λαιμό μου. Μου λέγανε ότι είναι ένας μαραθώνιος με διάρκεια. Κάποια στιγμή αφού επέστρεψα στο σπίτι μου η έρευνα συνεχιζόταν. Κάποια στιγμή οι αστυνομικοί με ενημέρωσαν για κάποια στοιχεία που βρίσκονταν στο υπολογιστή της και με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Είμαστε από διπλανά χωριά αλλά ποτέ δε κάναμε παρέα με την κατηγορούμενη, γνωριστήκαμε εδώ στην Αθήνα. Βρεθήκαμε σε κάποιες γιορτές γενέθλια στο σπίτι συγγενών μου και ανταλλάζαμε κάποιες κουβέντες. Μου είπαν για κάποιες κουβέντες που είχαν γίνει μεταξύ της ξαδέλφης μου και της κατηγορουμένης μετά την επίθεση. Οι αστυνομικοί με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι.
Μου ζητήθηκε αν μπορώ να μάθω τι είχε ειπωθεί μεταξύ τους. Κάλεσα τη ξαδέλφη μου στο τηλέφωνο και την ρώτησα τι έχουν πει. Την ρώτησα αν ισχύει και τι ακριβώς είχε ειπωθεί. Μου είπε ότι ισχύει ότι υπήρχε επικοινωνία μεταξύ τους, ότι δεν μου είπε για να μη με φέρει σε δύσκολη θέση. Μου είπε μεταξύ των συζητήσεων ότι είχαν μιλήσει και για μένα, όπως όλοι φίλοι και γνωστοί μιλούσαν για μένα. Τη ρωτούσε η κατηγορουμένη πως είμαι αν με είδε και πως ήταν τα μέτρα στο νοσοκομείο λόγω covid. Εκείνη της είπε ότι δεν μπορούσε να μπει στο νοσοκομείο και ότι είχε δει μόνο τη μητέρα μου στο προαύλιο. Επίσης μου ανέφερε ένα συγκεκριμένο περιστατικό που της είχε κάνει εντύπωση. Η κατηγορούμενη, όπως της είπε, έκανε ένα σχόλιο πολύ προσβλητικό για μένα. Της είπε η Εφη οκ αν δεν μπορεί να δουλέψει θα πάρει την αποζημίωση και θα ζήσει. Δεν έγινε κάτι. Αυτό θύμωσε τη ξαδέλφη μου.
Αυτό το περιστατικό σε συνδυασμό με τις αναζητήσεις που με ενημέρωσαν πως είχε κάνει μετά την επίθεση και σε συνδυασμό με άλλα τουλάχιστον 2 περιστατικά που έλαβαν χώρα στο νοσοκομείο – η μητέρα μου μου είπε ότι κάποιο ήλθαν στο νοσοκομείο να με δουν αλλά δεν τους επετράπη η είσοδος- όλα αυτά με έκαναν να πιστέψω ότι ήθελα πραγματικά να με σκοτώσει και δε σταμάτησε ούτε και μετά.
Όλα αυτά αν τα συνδυάσει κανείς και σύμφωνα με το συμπέρασμα των αστυνομικών ήταν να με σκοτώσει. Εμαθα εκ τω υστέρων ότι έγιναν άλλες τρεις απόπειρες. Άλλες δυο έξω από το σπίτι μου, την είδαν οι γείτονες να κουβαλάει κάτι ύποπτο πάνω της. Σύμφωνα με τα στοιχεία είχε γίνει μια ακόμη απόπειρα τη προηγούμενη ημέρα, η οποία απλά απετράπη διότι δε με πρόλαβε. Δε κατάφερε να με σκοτώσει. Επίσης, θέλω να επισημάνω ότι πάλι σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα με τρομάζει ότι είχε μια συμπεριφορά ανθρώπου – είχε αναστατωθεί όλος κόσμος για το ποιος το έκανε – και αυτή βγαίνει και διασκεδάζει και χορεύει πάνω στα τραπέζια. Αντί να πει τι πήγα και έκανα, ενθαρρύνεται ακόμη περισσότερο και αρχίζει και αναζητά τρόπους και όπλα. Δείχνει έναν άνθρωπο που αντί να φοβηθεί και να καλυφθεί ενθαρρύνεται ακόμα περισσότερο και αρχίζει και αναζητά τρόπους και όπλα και πληροφορίες για ενέσεις αέρα και δηλητήριο που δεν ανιχνεύεται. Και δεν ξέρω ακόμη ούτε τα κίνητρα ούτε ποιοι άλλοι γνώριζαν γιατί υπάρχουν και άλλοι. Σίγουρα ξέρω ότι δεν έχει μετανιώσει».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr