«Γεώργιος Χαρίσης»
Ο Γεώργιος Χαρίσης καταγόταν από την Κοζάνη. Σπούδασε στο σχολείο της πατρίδας του και έγινε γραμματικός του Ιωάννη Καυταντζόγλου. Το 1792 δεν ήταν ακόμη πλούσιος. Αργότερα όμως παντρεύτηκε την κόρη του εργοδότη του, την Αικατερίνη. Χάρη στην έφεση που διέθετε στην ομιλία ξένων γλωσσών, το 1797 πέτυχε να ονομασθεί διερμηνέας του πρωσικού προξενείου και να εξασφαλίσει την ευρωπαϊκή προστασία. Η συνήθεια του να εγγράφεται συνδρομητής σε εκδόσεις του εξωτερικού μας επιτρέπει να αντιληφθούμε το γεγονός ότι έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη για τη μόρφωση.
Στα 1820 διέθετε πλέον αυστριακή υπηκοότητα και είχε ορισθεί ως εκτελεστής της διαθήκης του πεθερού του. Το 1821 κατάφερε να αποφύγει την εξόντωση και μετοίκησε με την οικογένειά του στη Μασσαλία της Γαλλίας. Αργότερα, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη. Εν έτη 1840 βρισκόταν ακόμα εν ζωή, διέθετε μεγάλη οικεία στη συνοικία της Μητροπόλεως ενώ παρέμενε αυστριακός υπήκοος.
Ο Γεώργιος και η Αικατερίνη Χαρίση απέκτησαν έξι παιδιά: την Πουλχερία, τον Ιωάννη, την Μαρία (Μαριόγκα), τον Θεαγένη, την Ταρσή και τον Δημήτριο. Είναι πολύ πιθανό όμως ότι υπήρξαν και άλλοι απόγονοι του ζεύγους Χαρίση, καθότι στη διαθήκη του Ιωάννη Καυταντζόγλου αναφέρονται τα ονόματα «Μηλέα» και «Ρούζια» ως κόρες της Αικατερίνης.
«Θεαγένης Χαρίσης»
Ο Θεαγένης Χαρίσης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη μεταξύ των ετών 1806-1810 ως το τέταρτο παιδί από τα έξι της οικογενείας του και απεβίωσε πριν το 1866. Παντρεύτηκε την Πολυξένη, κόρη του εμπόρου Βολονάκη, αλλά πέθανε άτεκνος. Ο θάνατος του συνέβη πρόωρα και σχετικά αιφνίδια. Ο Θεαγένης ασθένησε και μετέβη στη Βιέννη για έρευνα της ασθένειάς του. Η συγκλονιστική περιπέτεια της υγείας του είχε ως αποτέλεσμα να πάρει την απόφαση να ενισχύσει σημαντικότατα τον τομέα της υγείας στη χώρα μας.
Ως επιχειρηματίας, το 1851 διέθετε κεφάλαιο 250.000 φράγκων. Αντικείμενο των επιχειρήσεών του ήταν να εξάγει δημητριακά, βαμβάκι και μαλλί στην Τεργέστη, στη Γένοβα και στη Μασσαλία. Επίσης έστελνε καλαμπόκι στο Λονδίνο το οποίο προοριζόταν για την Ιρλανδία. Μαζί με τον οίκο «Παυλίδη» κατείχαν ένα μεταξουργείο, η παραγωγή του οποίου εξαγόταν στο Λονδίνο, στη Βιέννη και κυρίως στη Μασσαλία. Λαμβάνοντας υπόψη τη μόνιμη διαμονή του αδελφού του, Δημήτριου Χαρίση, στη Μασσαλία, είναι πρόδηλο ότι λειτουργούσε ένα πολύ επιτυχημένο οικογενειακό εμπορικό δίκτυο ανάμεσα τους. Ο εμπορικός οίκος Χαρίση υπήρξε προστατευόμενος της Αυστρίας και απολάμβανε ιδιαίτερων προνομίων.
Παράλληλα όμως με τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, ο Θεαγένης επέδειξε σπουδαίο κοινωνικό έργο. Ως έφορος και ταμίας των σχολείων προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες, ενώ σπούδασε με δικά του έξοδα πολλούς άπορους μαθητές. Σαν μαικήνας προωθούσε άξιους νέους και κάλυπτε τις δαπάνες τους για σπουδές στην ιατρική και αλλού. Διετέλεσε επίσης μέλος της κοινοτικής επιτροπής για τη συγκέντρωση πόρων υπέρ των Εκπαιδευτηρίων και προσφέρθηκε να διαθέτει το ένα τοις χιλίοις του κύκλου εργασιών του υπέρ αυτών.
Αναμφίβολα όμως, το μεγαλύτερο του επίτευγμα ήταν η χρηματοδότηση με 75.000 φράγκα για την ανοικοδόμηση του νοσοκομείου «Ελληνικό» και την προικοδότησή του με άλλα 25.000 φράγκα. Το κτίριο του Ελληνικού Νοσοκομείου βρισκόταν σε άθλια κατάσταση. Το νοσοκομείο αυτό βρισκόταν περίπου στη συμβολή των οδών Μητροπόλεως και Βογατσικού, στο οικόπεδο που καταλαμβάνει σήμερα το μητροπολιτικό μέγαρο. Λειτουργούσε εκεί από το 17ο αιώνα, ίσως και παλαιότερα. Με το εν λόγω κληροδότημα ανοικοδομήθηκε το κτίριο, κάηκε όμως αργότερα στην πυρκαγιά του 1890.
Ο Θεαγένης επανίδρυσε το Νοσοκομείο με διαθήκη που δεν γνωρίζουμε πότε και που ακριβώς τη συνέταξε. Η διαθήκη αγνοείται μέχρι σήμερα, η απώλειά της όμως ανάγεται στα τέλη του 19ου αιώνα, πιθανότατα λόγω της πυρκαγιάς που κατέκαυσε το Νοσοκομείο. Παρ’ όλα αυτά είναι γνωστές κάποιες διατάξεις της διαθήκης από άλλες πληροφοριακές πηγές που αναφέρονται εμμέσως σε αυτήν. Για παράδειγμα, στο πρώτο άρθρο του Κανονισμού της διαθήκης, ο Θεαγένης όριζε ρητά πως τέσσερα από τα κρεβάτια του νοσοκομείου θα προορίζονταν για Αυστριακούς υπηκόους. Αυτό φανερώνει τους στενούς δεσμούς που συνδέανε τον Θεαγένη με τη Βιέννη αλλά μπορεί να ερμηνευτεί και ως τρόπος ανταπόδοσης της ιατρικής περίθαλψης που ο ίδιος δέχθηκε εκεί πριν εκδημήσει.
Σήμερα στο όνομα του Θεαγένους Χαρίση αφιερώνεται δρόμος κοντά στο ομώνυμο αντικαρκινικό ίδρυμα Θεαγένειο.
«Δημήτριος Χαρίσης»
Σύμφωνα με την επιτύμβια επιγραφή, που διασώζεται στο κοιμητήριο της Ευαγγελίστριας στη Θεσσαλονίκη, ο Δημήτριος Χαρίσης «εγεννήθη εν Θεσσαλονίκη κατά Μάιον 1814, απέθανε εν Μασσαλία 1 Οκτωβρίου 1887». Ο Δημήτριος Χαρίσης επειδή παρέμεινε άγαμος ένιωθε παρά την ηλικία του σαν το μικρό παιδί που επιζητά διακαώς τους γονείς του. Για αυτό παρακαλεί τους εκτελεστές της διαθήκης του να μεταφέρουν το σκήνωμά του στη Θεσσαλονίκη και να το αποθέσουν στον ίδιο τάφο των γονέων του. Έτσι κατά την επιθυμία του ο Δημήτριος ενταφιάστηκε στη γενέτειρά του σε οικογενειακό τάφο.
Σε ηλικία μόλις επτά ετών ο μικρός Δημήτρης ακολούθησε την οικογένεια του στη Μασσαλία, από όπου επανήλθε στη Θεσσαλονίκη το 1832 σε ηλικία δεκαοχτώ ετών. Αργότερα όμως ξενιτεύτηκε πάλι στη Μασσαλία όπου έστησε το «στρατηγείο» του εμπορικού οίκου Χαρίση. Η αγαστή σύμπνοια με τον αδελφό του είχε ως αποτέλεσμα την απόκτηση μεγάλης περιουσίας, την οποία χρησιμοποίησε με τον πλέον θαυμαστό τρόπο.
Από διάφορες πηγές, ο Δημήτριος παρουσιάζεται ως ένας άνθρωπος ευγενικός, πρόσωπο με εκτίμηση, εμπιστοσύνη και σεβασμό στην Εκκλησία. Με τη διαθήκη του ίδρυσε γηροκομείο στη Θεσσαλονίκη, υπό τον όρο να ανεγερθεί στο οικόπεδο της παλαιάς πατρικής οικίας του. Το οικογενειακό κτίριο, που στέγαζε ως το 1890 το βρετανικό προξενείο, είχε καεί στην πυρκαγιά του έτους εκείνου. Βρισκόταν ανάμεσα στις σημερινές οδούς Μητροπόλεως – Λασσάνη – Προξένου Κορομηλά – Μητροπολίτου Ιωσήφ.
Η ίδρυση του Χαρίσειου Γηροκομείου γέμισε ένα κενό στο φιλανθρωπικό έργο της Θεσσαλονίκης. Στην περίοδο που αναφερόμαστε, δεν υπήρχαν συντάξεις. Από τη στιγμή που οι άνθρωποι αδυνατούσαν να εργαστούν και δεν διέθεταν κάποιο άλλο εισόδημα, η ζωή τους γινόταν προβληματική. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως την ίδια περίοδο σκεπτόταν και προγραμμάτιζε την ίδρυση γηροκομείου ο άλλος μεγάλος ευεργέτης της Θεσσαλονίκης, ο Ιωάννης Παπάφης.
Από το 1968 το Χαρίσειο Γηροκομείο λειτουργεί στη Μαλακοπή Θεσσαλονίκης στις παρυφές του Κέδρηνου λόφου και περιθάλπει περίπου 200 άπορους υπερήλικες. Εκτός όμως από τους εσωτερικούς τροφίμους, το Χαρίσειο προσφέρει επί καθημερινής βάσεως τροφή και φροντίδα σε τουλάχιστον άλλους 50 γέροντες.
του Χρήστου Μποτάτου*
.
* Επιχειρηματίας, αντιπρόεδρος Δ.Σ. της DMN A.E., κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στο Μάνατζμεντ και στη Στρατηγική Επιχειρήσεων από το LSE.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr