Τα αδέλφια Ζωσιµά κατάγονταν από το χωριό Γραµµένο των Ιωαννίνων και γεννήθηκαν κατά το δεύτερο ήµισυ του 18ου αιώνα. Ο πατέρας τους, Παναγιώτης Ζωσιµάς, ξεκίνησε ως έµπορος στη περιοχή των Ιωαννίνων, ενώ η µητέρα τους Μαργαρίτα, το γένος Τσουκαλά, ήταν γιαννιώτισσα αρχοντοπούλα. Λόγω της δουλειάς του, ο Παναγιώτης Ζωσιµάς αποφάσισε να ξενιτευτεί στη Νίζνα της Ρωσίας (η σηµερινή πόλη της Ουκρανίας Nizhyn) όπου ήκµαζε µεγάλη ελληνική κοινότητα, παίρνοντας µαζί του και τα µικρά του παιδιά. Αργότερα ο Ιωάννης, ο Αναστάσιος και ο Ζώης έµειναν µαζί του στη Νίζνα, ενώ οι υπόλοιποι τρεις µετέβησαν στο Λιβόρνο της Ιταλίας. Μοιρασµένη η οικογένεια σε δύο τόπους, αντάλλασσαν µεταξύ τους προϊόντα της Ευρώπης µε προϊόντα της Ρωσίας και τα διοχέτευαν στην εκάστοτε τοπική Αγορά. Τα αδέλφια δεν περιορίζονταν στο τι θα µετέφεραν κάθε φορά, προτιµούσαν ό,τι τους απέφερε µεγαλύτερο κέρδος. Ιδιαίτερα από το Λιβόρνο τα τρία αδέλφια εξήγαγαν στη Νίζνα µεγάλες ποσότητες µεταξωτών υφασµάτων, διάφορα µηχανήµατα, αλλά και ιταλικά προϊόντα.
Μετά από αρκετά χρόνια εµπορίου και µετά το θάνατο του πρεσβύτερου αδελφού τους, Ιωάννη, ο Νικόλαος ήρθε στη Νίζνα και ανέγειρε προς τιµήν του χαµένου αδελφού τους τον ελληνορθόδοξο ναό του Αγίου Ιωάννη. Τότε αποφάσισαν να µεταφέρουν το κέντρο των εµπορικών τους επιχειρήσεων στη Μόσχα της Ρωσίας και έχοντας ως έδρα τους πτέρυγα του µετοχίου της αθωνικής µονής των Ιβήρων στη Μόσχα, οι Ζωσιµάδες συνέχισαν να αναπτύσσουν έντονη εµπορική δραστηριότητα και να αποκοµίζουν σηµαντικά κέρδη.
Στην πορεία του χρόνου απεβίωσε και ο Ζώης Ζωσιµάς, τον οποίο τιµούσε µε επισκέψεις της η ρωσική αυτοκρατορία της Μόσχας καθώς και πρίγκιπες. Ο Μιχαήλ Ζωσιµάς προθύµως εδέχθη να αντιπροσωπεύσει την Ιόνιον Πολιτεία στην πόλη της Βενετίας. Εκεί δαπανούσε µεγάλα ποσά συνηγορώντας στα δίκαια του σκλαβωµένου έθνους και υποκινώντας το κίνηµα του φιλελληνισµού.
Τα αδέλφια Ζωσιµά δεν επεδίωκαν καµία πρόσκαιρη και µάταιη προσπάθεια επίδειξης του πλούτου τους. Ενώ φηµίζονταν ως άκρως φειδωλοί στις προσωπικές τους ζωές, αντίθετα στις αγαθοεργίες τους ήταν ακριβώς το αντίθετο. Όσο πλουσιότεροι γίνονταν, τόσο περισσότερο συναισθάνονταν ότι η συσσώρευση πλούτου δεν αποτελεί µέγα κατόρθωµα, αλλά µόνο η καλή χρήση αυτού, και ιδίως «η γιγνοµένη προς ωφέλεια της ανθρωπότητας». Στους Παράλληλους Βίους, ο Αναστάσιος Γούδας αναφέρει χαρακτηριστικά πως «∆εν έσπευσαν µέγαρα να οικοδοµήσουν, ούτε πολυτελείς άµαξες να αγοράσουν. Έχοντας την πατρίδα τους στο σκοτάδι βυθισµένη, αποφάσισαν όλο τον πλούτο τους να χρησιµοποιήσουν για τον φωτισµό και την απελευθέρωσή της». Στο απόγειο της επιχειρηµατικής τους επιτυχίας, ενόσω βρίσκονταν στη Μόσχα, δεν ανήγειραν καµία πολυτελή έπαυλη εκεί, καθώς ζούσαν όλοι µαζί στο µετόχι των Ιβήρων και πάντοτε υπό ενοίκιο.
Μετά το θάνατο του Θεοδοσίου (1793), άπαντες οι αδελφοί Ζωσιµάδες αποφάσισαν να µείνουν άγαµοι, προκειµένου να εξυπηρετήσουν καλύτερα τα συµφέροντα του Έθνους. Παρότι όλβιοι και αρτιµελείς, πήραν από κοινού αυτή την απόφαση επειδή σκόπευαν να κληροδοτήσουν τον διά κόπων και µόχθων κτηθέντα πλούτο τους υπέρ της πατρίδος µας, αλλά και ολόκληρης της ανθρωπότητας. Μυήθηκαν από νωρίς στη Φιλική Εταιρεία και ενίσχυσαν σηµαντικά τον αγώνα, τόσο στη Μολδοβλαχία όσο και στον ελληνικό χώρο. Χρηµατοδότησαν ελληνικές εκδόσεις της εποχής όπως έργα των Νικηφόρου Θεοτόκη, Κοσµά Μπαλάνου, Ευγενίου Βουλγάρεως κ.ά., ενώ από το 1806 και έπειτα στήριξαν οικονοµικά τον µεγαλύτερο ∆άσκαλο του Γένους, Αδαµάντιο Κοραή, για την έκδοση της Ελληνικής Βιβλιοθήκης. Η Ελληνική Βιβλιοθήκη, που εκδόθηκε µε δαπάνες των Ζωσιµάδων, ανέστησε ολόκληρο τον πνευµατικό θησαυρό µας και τον προσέφερε στο υπόδουλο Γένος.
Η πολύπλευρη αγαθοεργός δράση τους εκδηλώθηκε σε όλους τους τοµείς, αλλά κορυφώθηκε ιδιαίτερα στον χώρο της παιδείας. Με τα χρήµατά τους συντηρούσαν νοσοκοµεία, πτωχοκοµεία, σχολεία, εκκλησίες κ.λπ., ενώ ανήγειραν ορφανοτροφείο στην Πάτµο. ∆ιέθεσαν µεγάλα χρηµατικά ποσά για το σχολείο των Ιωαννίνων, ανοικοδόµησαν ναούς της πόλης, ενώ το 1828 ίδρυσαν στα Ιωάννινα τη Γενική Ελληνική Σχολή, που αργότερα µετονοµάστηκε σε Ζωσιµαία Σχολή. Απένειµαν βραβεία σε άριστους µαθητές, πολλούς εκ των οποίων απέστειλαν ως υπότροφους σε πανεπιστήµια της Ευρώπης.
Ίσως το µεγαλύτερο ευεργέτηµά τους ήταν το ότι στήριξαν οικονοµικά το µεταπελευθερωτικό κράτος, καθώς υπήρξαν µεγάλοι συµπαραστάτες της κυβέρνησης του Ιωάννη Καποδίστρια. Ο Νικόλαος Ζωσιµάς, µάλιστα, συγκαταλέγεται ανάµεσα στους πρώτους ιδρυτές της Εθνικής Τράπεζας, αφού βοήθησε στη δηµιουργία της, µετατρέποντας ξένα χρεόγραφά του στις πρώτες 250 ελληνικές µετοχές της.
Με πρωτοβουλία του Ζώη Ζωσιµά, η αδελφότητα των Ζωσιµάδων συνέστησε «Ταµείον Αρχαιολογικόν». Η ανυπολογίστου αξίας συλλογή 15.088 νοµισµάτων και µεταλλίων εδωρήθη στο ελληνικό κράτος και η συλλογή αυτή αποτέλεσε τον βασικό πυρήνα της µικρής, τότε, Εθνικής Συλλογής και µετέπειτα του Νοµισµατικού Μουσείου.
Τελευταίος της ζωσιµαίας αδελφότητας πέθανε ο Νικόλαος, στις 16 Φεβρουαρίου του 1842, αφήνοντας µε τη διαθήκη του περιουσία 250.000 ρουβλίων για την προικοδότηση απόρων κοριτσιών στη Νίζνα, παροχή βιβλίων σε απόρους, ενίσχυση φτωχών και για άλλους φιλανθρωπικούς σκοπούς. Συνολικά υπολογίζεται ότι οι Ζωσιµάδες κληροδότησαν πάνω από ένα εκατοµµύριο χάρτινα ρούβλια σε κοινωφελείς σκοπούς.
Οι Ζωσιµάδες ευεργέτησαν επίσης και τη Ρωσία, διότι προσέφεραν, πλην των άλλων, µεγάλα χρηµατικά ποσά στο πανεπιστήµιό της, στην ιατροχειρουργική Ακαδηµία και στο Γυµνάσιο της Μόσχας. Μόνο υπέρ της Ακαδηµίας της Μόσχας δαπάνησαν 127.000 ρούβλια.
Η πόλη των Ιωαννίνων και η τοπική Εκκλησία τιµά τη µνήµη των αδελφών Ζωσιµά µε πάνδηµο αρχιερατικό µνηµόσυνο που τελείται κάθε χρόνο στις 8 Νοεµβρίου, στον Μητροπολιτικό Ναό της πόλης.
*Χρήστος Μπουτάτος
Ο κ. Μπουτάτος είναι επιχειρηµατίας, Αντιπρόεδρος ∆.Σ. της DMN A.E., κάτοχος µεταπτυχιακού τίτλου στο Μάνατζµεντ και στη Στρατηγική Επιχειρήσεων από το LSE. Αρθρογραφεί σε ιστολόγιο της οικονοµικής εφηµερίδας Voria.gr.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr