Η κακή αυτή επίδοση αφορά κάθε πτυχή της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης: από την ποιότητά της, μέχρι το ενδιαφέρον των πολιτών και των εργοδοτών, την ισότητα των ευκαιριών πρόσβασης, τα διαθέσιμα προγράμματα και τις σχετικές πολιτικές. Η χώρα κατατάσσεται δε τελευταία μεταξύ των χωρών της ΕΕ στην ίδια μελέτη. Επιπλέον, έρευνα του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (γνωστό ως CEDEFOP, με έδρα στη Θεσσαλονίκη) υπογραμμίζει ότι η συνεισφορά των θεσμών της ΕΚΕ στην Ελλάδα στις δεξιότητες του πληθυσμού είναι πενιχρή.
Η ίδια απαισιόδοξη εικόνα επαναλαμβάνεται και σε πολλές μελέτες που μετρούν το επίπεδο των δεξιοτήτων του πληθυσμού. Η Ελλάδα έρχεται πάλι τελευταία μεταξύ των χωρών της ΕΕ στον Ευρωπαϊκό Δείκτη Δεξιοτήτων (ESI), ο οποίος μετράει το κατά πόσο οι εργαζόμενοι σε μια χώρα διαθέτουν τις δεξιότητες που ζητάει η οικονομία. Η επίδοση της χώρας είναι μόλις 23 στα 100. Επίσης, η Ελλάδα κατατάσσεται 23η μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ στην ενότητα του Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI) που αφορά τις ψηφιακές δεξιότητες του πληθυσμού.
Πρόκειται για μια διπλή αποτυχία: στην κατάρτιση και την επιμόρφωση των εργαζομένων, αλλά και στις δεξιότητες που οι εργαζόμενοι ήδη έχουν (ή δεν έχουν). Φαίνεται το ένα πρόβλημα να τροφοδοτεί το άλλο.
Πού οφείλεται όμως αυτή η εικόνα; Η νέα μελέτη της διαΝΕΟσις, με συντονιστή τον Ομότιμο Καθηγητή Εκπαίδευσης Ενηλίκων στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Αλέξη Κόκκο, επιχειρεί να φωτίσει έναν παραμελημένο αλλά πολύ σημαντικό τομέα. Οι συγγραφείς "χαρτογραφούν" διεξοδικά το πλαίσιο λειτουργίας των αντίστοιχων θεσμών, μεταξύ άλλων των Κέντρων Διά Βίου Μάθησης, των ΙΕΚ, των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας, καθώς και των σχετικών δράσεων των ΑΕΙ, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των κολεγίων και των επιχειρήσεων.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr