Όπως σημειώνει «είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι κανείς εργαζόμενος δεν θα μείνει έξω από το νέο πλαίσιο εργασίας που διαμορφώνεται. Η αντιμετώπιση όλων των παραπάνω ζητημάτων είναι προϋπόθεση για τη διασφάλιση μιας δίκαιης και αξιοπρεπούς μετάβασης στον νέο - ψηφιακό - κόσμο της εργασίας που να εγγυάται ότι ο εργαζόμενος της σύγχρονης εποχής θα είναι ένας εργαζόμενος ασφαλής, επαρκώς καταρτισμένος, με αξιοπρεπείς αμοιβές και δικαιώματα».
Ο κ. Πούπκος προσθέτει ότι «η επαγγελματική κατάρτιση αποτελεί πραγματικά ένα σημαντικό εργαλείο καταπολέμησης της ανεργίας και ταυτόχρονα ποιοτικής ενδυνάμωσης της εργασίας προς την κατεύθυνση θέσεων εργασίας, βιώσιμων και καλά αμειβόμενων. Η ποιοτική επαγγελματική κατάρτιση που ανταποκρίνεται με επιτυχία στη συνεχή αλλαγή ειδικοτήτων και καλύπτει κενά σε δεξιότητες που μπορούν να προκύψουν από τις τεχνολογικές εξελίξεις ή την αυξανόμενη ζήτηση για «πράσινες» - για παράδειγμα - δεξιότητες, είναι, όσο ποτέ άλλοτε, απαραίτητη. Τυχόν, όμως, αναντιστοιχία των δεξιοτήτων με τις νέες θέσεις απασχόλησης που θα δημιουργηθούν, μπορεί να αυξήσει περαιτέρω την ανεργία στη χώρα.
Απαιτείται, βέβαια, η αξιοποίηση των μηχανισμών διάγνωσης αναγκών αγοράς εργασίας ώστε να καταστεί δυνατή η ταυτοποίηση πιθανού ελλείμματος προσόντων του ανθρώπινου δυναμικού, η σωστή πρόβλεψη για το άμεσο μέλλον και η διαμόρφωση συγκεκριμένων προτάσεων για τα περιεχόμενα των προγραμμάτων ανά πληθυσμό και γεωγραφική κατανομή» σημειώνει το στέλεχος της ΓΣΕΕ.
Προτάσεις
Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Πούπκος, αναφέρει ότι χρειάζονται να γίνουν τα εξής:
- Πρώτον, η επανίδρυση του συστήματος επαγγελματικής κατάρτισης, με συγκεκριμένες όμως προδιαγραφές ποιότητας στη διαχείριση και υλοποίηση των νέων προγραμμάτων. Με στόχο τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου, ποιοτικού συστήματος που θα συμβάλλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού.
- Δεύτερον, η αλλαγή της μια στρεβλής νοοτροπίας των επιχειρήσεων, που διστάζουν ή αποφεύγουν για λόγους κόστους να επενδύσουν στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων τους. Ουσιαστικά χρειάζεται να οδηγηθούμε στην αναγκαία, σημαντική αύξηση της συμμετοχής των εργαζομένων σε προγράμματα ανάπτυξης δεξιοτήτων.
«Αποτελεί κρίσιμη πρόκληση για τα συνδικάτα καθώς και για όλες τις προοδευτικές συλλογικότητες, να δοθεί σύντομα μια κατάλληλη και αποτελεσματική απάντηση στις σύγχρονες αυτές προκλήσεις. Χρειάζονται παρεμβάσεις, το κόστος των οποίων είναι χαμηλό, ειδικά αν αξιολογηθεί σε σχέση με το σύνολο των ευρωπαϊκών πόρων που αναμένεται να εισρεύσουν αλλά και με την αξιοποίηση των νέων ψηφιακών εργαλείων.
Αυτές μπορούν να επιτευχθούν ύστερα από ουσιαστικό κοινωνικό διάλογο και μέσω συλλογικών διαπραγματεύσεων, με συμμετοχή των συνδικάτων καθώς και των υπόλοιπων κοινωνικών εταίρων, στο σχεδιασμό και στην εφαρμογή της πολιτικής εκπαίδευσης και κατάρτισης» σημειώνει σχετικά.
Η εικόνα σήμερα
Όπως τονίζει «σύμφωνα με σχετική έρευνα του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ η χώρα μας κατέχει την 3η θέση στην ΕΕ των 28, με ποσοστό 33,9%, στην κάθετη αναντιστοιχία προσόντων και δεξιοτήτων σε εργαζόμενους αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δηλαδή στο ποσοστό αποφοίτων που η θέση εργασίας τους υπολείπεται του μορφωτικού τους επιπέδου.» Επίσης αναφέρει ότι «μόνο το 14% των Ελλήνων εργαζομένων καταρτίζονται από τις επιχειρήσεις τους και συμμετέχουν σε προγράμματα ανάπτυξης δεξιοτήτων, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να διαμορφώνεται στο 24%.» «Οι ελληνικές επιχειρήσεις αποφεύγουν να επενδύσουν στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων τους. Η συγκεκριμένη στρατηγική εντάσσεται στη μονοδιάστατη λογική της μείωσης του κόστους εργασίας και καταλήγει στην υποβάθμιση της ποιότητας της εργασίας και στη μείωση της παραγωγικότητας. Οι καταρτισμένοι βιώνουν τελικά την υποτίμηση των δεξιοτήτων τους και οι λιγότερο καταρτισμένοι εργαζόμενοι αδυνατούν να αποκτήσουν νέες» σημειώνει ο κ. Πούπκος που υπογραμμίζει ωστόσο ότι το σχέδιο ανάκαμψης της Ελλάδας και οι πόροι που θα εισρεύσουν στη χώρα δίνουν τη δυνατότητα στο ελληνικό κράτος να επενδύσει επαρκώς στην εκπαίδευση.
Αναφερόμενος στο σχέδιο για την επόμενη μέρα στο φόντο και των πόσων που θα εισρεύσουν από την ΕΕ σημειώνει ότι το όλο πλάνο «θα πρέπει να συμβάλλει στη διαμόρφωση μιας ρυθμισμένης αγοράς εργασίας, με προστασία της απασχόλησης και με αξιοπρεπείς εργασιακές σχέσεις και αμοιβές. Αυτό προϋποθέτει πολιτικές απασχόλησης με το βλέμμα στο μέλλον. Με το βλέμμα σε μια αγορά εργασίας που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της νέας ψηφιακής εποχής, της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και της πράσινης ανάπτυξης. Ο πρόσφατος εργασιακός νόμος που έφερε η Κυβέρνηση δεν κινείται προς αυτή την κατεύθυνση» τονίζει ο κ. Πούπκος και προσθέτει ότι «κανένα σχέδιο ανάταξης δεν θα έχει επιτυχία εάν δεν περιλαμβάνει πολιτικές που να συνδέουν με έναν αποτελεσματικό τρόπο την εκπαίδευση και την κατάρτιση με την οικονομία και με την απασχόληση. Στη σύγχρονη εποχή των σημαντικών μεταβάσεων και αλλαγών στα επαγγέλματα και στις ειδικότητες, καμία χώρα δεν μπορεί να θεωρείται σύγχρονη όταν ένα μεγάλο ποσοστό των εργαζομένων και των πολιτών της δεν διαθέτει τις βασικές ψηφιακές δεξιότητες ή εκείνες τις δεξιότητες που διευκολύνουν την προσπάθειά τους για αναζήτηση, διατήρηση και βελτίωση της θέσης εργασίας τους».
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr