Όπως αναφέρει, το πρώτο πεντάμηνο του 2017 το ποσοστό ανεργίας συνέχισε να αποκλιμακώνεται, σύμφωνα με τα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, και διαμορφώθηκε το Μάιο σε 21,7% (με βάση τα εποχικώς διορθωμένα στοιχεία), από 23,2% τον Ιανουάριο του 2017 και 23,4% τον Δεκέμβριο του 2016. Επιπλέον, με βάση τα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, το ισοζύγιο ροών μισθωτής απασχόλησης (προσλήψεις μείον αποχωρήσεις) του ιδιωτικού τομέα στο επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2017 ήταν θετικό και διαμορφώθηκε στο υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με τα επτάμηνα των προηγούμενων ετών.
Διατηρούνται συνεπώς οι κύριες τάσεις στην αγορά εργασίας την τελευταία τριετία οι οποίες οδήγησαν στην πτώση του ποσοστού ανεργίας κατά 6,2 εκατοστιαίες μονάδες του εργατικού δυναμικού σε σχέση με το υψηλότερο επίπεδο που είχε φθάσει τον Σεπτέμβριο του 2013 (27,9%). Συνισταμένη αυτών των τάσεων είναι η αύξηση της απασχόλησης παρά τη στασιμότητα της οικονομικής δραστηριότητας. Πιο συγκεκριμένα οι τάσεις αυτές μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ως ακολούθως:
(α) ο σταδιακός περιορισμός της διαρθρωτικής ανεργίας που είχε ενταθεί κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και αντανακλούνταν στην αναντιστοιχία μεταξύ των προσφερόμενων θέσεων εργασίας και των προσδοκιών όσων αναζητούσαν εργασία. Η μακρόχρονη αναζήτηση οδήγησε σε προσαρμογή των προσδοκιών σε σχετικά χαμηλότερες αμοιβές και σε ευέλικτες μορφές απασχόλησης ως συνέπεια των μεταρρυθμίσεων που έλαβαν χώρα τα προηγούμενα έτη. Είναι ενδεικτικό ότι οι νέες προσλήψεις στον ιδιωτικό τομέα (στοιχεία ΕΡΓΑΝΗ) που αφορούν συμβάσεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης υπερβαίνουν τις νέες συμβάσεις πλήρους απασχόλησης και διαμορφώνονται στο 52,1% του συνόλου των νέων προσλήψεων (επτάμηνο 2014: 46,8%).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η μερική απασχόληση βαίνει αύξουσα και αποτελούσε το10,5% του συνόλου των απασχολουμένων στο πρώτο τρίμηνο του 2017, έναντι 6,5% στο πρώτο τρίμηνο του 2010. Επιπλέον, οι αυτοαπασχολούμενοι (που αποτελούν περίπου το 30% του συνόλου των απασχολουμένων) διαμορφώθηκαν στις 1.120 χιλ. στο πρώτο τρίμηνο του 2017, από 1.345 χιλ. στο πρώτο τρίμηνο του 2010.
(β) η μείωση της κυκλικής ανεργίας ως αποτέλεσμα της εισόδου σε ανοδική φάση ορισμένων κλάδων της ελληνικής οικονομίας όπως ο τουρισμός και η βιομηχανία η οποία αποτυπώνεται στην αύξηση του αριθμού των τουριστών κατά 2,4% σε ετήσια βάση στο πεντάμηνο του 2017 και του δείκτη βιομηχανικής παραγωγής κατά 6,8% σε ετήσια βάση στο πεντάμηνο του 2017 αντιστοίχως.
Αποτυπώνεται η πορεία της απασχόλησης του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα καθώς και του δημόσιου τομέα και του κλάδου "εμπόριο-μεταφορές-τουρισμός" που αποτελούν κύριους κλάδους των υπηρεσιών. Τα ανωτέρω αποτελούν βασικούς κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας υπό την έννοια ότι απασχολούν το 83% του συνόλου των εργαζομένων. Όπως φαίνεται στο Γράφημα 2, ο κλάδος "εμπόριο-μεταφορές-τουρισμός" παρουσίασε τη μεγαλύτερη αύξηση στην απασχόληση (κατά 10% από το πρώτο τρίμηνο του 2013), λόγω κυρίως του τουρισμού και των μεταφορών και ακολουθεί η βιομηχανία, εξαιρουμένων των κατασκευών. Η αύξηση της απασχόλησης στη βιομηχανία και τον τουρισμό, δηλαδή στους εμπορεύσιμους κλάδους της οικονομίας αποτελεί θετική εξέλιξη, αποτυπώνοντας ενδεχομένως τις ενδείξεις για την στροφή του παραγωγικού μοντέλου της οικονομίας προς την παραγωγή εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών. Στον κλάδο των κατασκευών έχει μειωθεί σημαντικά η απασχόληση λόγω κυρίως της κατάρρευσης της οικοδομικής δραστηριότητας στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και της στασιμότητας των δημοσίων έργων ενώ είναι αξιοσημείωτη η αύξηση της απασχόλησης στον ευρύτερο δημόσιο τομέα της απασχόλησης στον ευρύτερο δημόσιο τομέα οίκηση και άμυνα, υγεία, εκπαίδευση) την τελευταία διετία.
Η απασχόληση στον πρωτογενή τομέα συνεχίζει την καθοδική της πορεία, ενώ η απασχόληση στο χρηματοοικονομικό σύστημα παρουσιάζει μικρή ανάκαμψη μετά τη μεγάλη καθίζηση των προηγουμένων ετών.
(γ) η μείωση του εργατικού δυναμικού τόσο σε απόλυτο αριθμό κατά 238,9 χιλιάδες άτομα στην περίοδο 2010 – Μάιος 2017 όσο και ως ποσοστό στον πληθυσμό (κατά 0,4 εκατοστιαίες μονάδες). Η μείωση αυτή συνδέεται με την αύξηση των ατόμων που απογοητεύτηκαν μετά από πολυετή αναζήτηση ικανοποιητικής θέσης απασχόλησης και είτε αποσύρθηκαν από την αγορά εργασίας είτε μετανάστευσαν στο εξωτερικό αποδυναμώνοντας το ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας. Ειδικότερα, όπως παρατηρείται στο Γράφημα 4, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, ο αριθμός των οικονομικά ενεργών που μεταναστεύουν ετησίως στο εξωτερικό παραμένει σε επίπεδα κατά πολύ υψηλότερα από ό,τι την προηγούμενη δεκαετία. Συνολικά στην περίοδο 2010-2015 ο αριθμός των Ελλήνων που μετανάστευσαν ανήλθε συνολικά σε 320 χιλ. άτομα.
Συνεπώς, οι κύριες προκλήσεις των επομένων ετών είναι η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης, ώστε να στηριχθεί το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, και η συγκράτηση και έπειτα η επιστροφή των Ελλήνων εργαζομένων, και ιδιαίτερα αυτών με υψηλή εξειδίκευση (brain drain), στο εξωτερικό.
Η επίτευξη των ανωτέρω στόχων προϋποθέτει: πρώτον, την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας ώστε η επερχόμενη ανάκαμψη να στηριχθεί στις παραγωγικές επενδύσεις και όχι μόνο στην καταναλωτική δαπάνη, και δεύτερον, τη μείωση του κόστους εργασίας που επετεύχθη με σημαντικό κοινωνικό κόστος και βελτίωσε την ανταγωνιστικότητα δημιουργώντας τις συνθήκες για την προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων να μην αντισταθμισθεί από την αύξηση του μη μισθολογικού κόστους μέσω των αυξημένων ασφαλιστικών εισφορών και φορολογικών συντελεστών.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr