Η μείωση του τεχνολογικού ελλείμματος θα απαιτούσε από τις ευρωπαϊκές εταιρείες να ακολουθήσουν μια διαφορετική προσέγγιση, βελτιώνοντας την τεχνολογική εμπειρία των διοικητικών τους συμβουλίων, επιταχύνοντας τις επενδύσεις τους σε R&D προς εξεύρεση νέων επιχειρηματικών μοντέλων και αξιοποιώντας παράλληλα το πλεονέκτημά τους σε θέματα ανάπτυξης δεξιοτήτων.
Σύμφωνα με τη μελέτη της Accenture "Innovate or Fade", τα προβλεπόμενα πρόσθετα έσοδα για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αντιπροσωπεύουν αύξηση έως 12% των εσόδων του 2023 και έως 13% των εσόδων του 2024.
Η μελέτη, η οποία περιλαμβάνει ανάλυση της τεχνολογικής εμπειρίας των διοικητικών συμβουλίων σε ~2.000 από τις μεγαλύτερες εταιρείες στον κόσμο, διαπίστωσε ότι:
- Μόνο το 14,4% των μελών διοικητικών συμβουλίων των ευρωπαϊκών εταιρειών που αναλύθηκαν διαθέτει τεχνολογική εμπειρία, σε σύγκριση με το 21,6% στις εταιρείες της Βόρειας Αμερικής.
- Οι εταιρείες στην Ολλανδία, την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη τεχνολογική εμπειρία στα διοικητικά συμβούλια (19,1%, 18,9% και 18,8% αντίστοιχα), ενώ η Νορβηγία (6,2%), η Αυστρία (6,1%) και η Πορτογαλία (4,5%) τη χαμηλότερη.
- Μόνο το 11% των CEOs αυτών των ευρωπαϊκών εταιρειών διαθέτει τεχνολογική εμπειρία, σε σύγκριση με το 17% των CEOs στη Βόρεια Αμερική.
- To 33% των ευρωπαϊκών εταιρειών δε διαθέτει κανένα μέλος στο διοικητικό συμβούλιο με τεχνολογική εμπειρία, σε σύγκριση με μόλις το 19% στη Βόρεια Αμερική.
Σε ένα μακροοικονομικό περιβάλλον γεμάτο προκλήσεις, όπου οι εταιρείες πρέπει να επανεφευρίσκονται διαρκώς για να επιτύχουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα και ανάπτυξη, η τεχνολογική εμπειρία και τεχνογνωσία σε επίπεδο διοικητικών συμβουλίων δεν ήταν ποτέ πιο ουσιαστική.
Ο Jean-Marc Ollagnier, CEO της Accenture για την Ευρώπη, δήλωσε: «Τα διοικητικά συμβούλια και οι CEOs συνήθιζαν να χαράζουν πρώτα την επιχειρηματική στρατηγική και στη συνέχεια να αξιολογούν το πώς η τεχνολογία θα μπορούσε να την υποστηρίξει. Πλέον, είναι ζωτικής σημασίας να ενσωματώνουν την τεχνολογία από την αρχή όταν αναπτύσσουν νέα προϊόντα, υπηρεσίες ή επιχειρηματικά μοντέλα, διαφορετικά οι εταιρείες κινδυνεύουν να χάσουν δισεκατομμύρια πρόσθετα έσοδα.
Ενδεικτικά, όσον αφορά την εφαρμογή της παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης, το βασικό ζητούμενο για τις διοικητικές ομάδες είναι πώς ενσωματώνουν αυτήν την τεχνολογία προκειμένου να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα και την ανάπτυξή τους, με υπεύθυνο τρόπο – συνεπώς, η τεχνολογική τεχνογνωσία στα ανώτερα κλιμάκια είναι κρίσιμης σημασίας. Η βελτίωση του «technology quotient» στα διοικητικά συμβούλια και τη διοικητική ομάδα αποτελεί κλειδί επιτυχίας όσον αφορά τη λήψη σωστών αποφάσεων για το πώς η τεχνολογία μπορεί να ωθήσει τον οργανισμό προς το μέλλον.
Η βαθιά γνώση σε τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη, τα δίκτυα επόμενης γενιάς, το edge computing και τα ψηφιακά δίδυμα, θα είναι επίσης μείζονος σημασίας για τη βιομηχανική επανεφεύρεση, την οποία προωθούν πολλές κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη».
Παρά το χάσμα τεχνολογικής εμπειρίας σε επίπεδο διοικητικών συμβουλίων, η μελέτη διαπίστωσε ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες επικεντρώνονται περισσότερο στην αναβάθμιση των τεχνολογικών δεξιοτήτων των ανθρώπων τους από τις αντίστοιχες των ΗΠΑ: το 28% των ερωτηθέντων ανέφερε ότι διαχειρίζεται ένα τεχνολογικό πρόγραμμα σε όλο το εύρος της επιχείρησης σε σχέση με μόλις 18% των εταιρειών στις ΗΠΑ. Αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει το λόγο για τον οποίο οι ευρωπαϊκές εταιρείες φαίνεται να ανησυχούν λιγότερο για την έλλειψη τεχνολογικών δεξιοτήτων σε σύγκριση με τις εταιρείες των ΗΠΑ.
Επιτάχυνση του R&D για μελλοντική ανάπτυξη
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι ευρωπαϊκές εταιρείες διαθέτουν μικρότερο ποσοστό από τα έσοδά τους σε επενδύσεις έρευνας και ανάπτυξης σε σύγκριση με εταιρείες στη Βόρεια Αμερική και την Ασία (APAC).
Επιπρόσθετα, αυτό το χάσμα διευρύνεται: το 2017, οι ευρωπαϊκές εταιρείες που αναλύθηκαν για τη μελέτη υστερούσαν από τις αντίστοιχες εταιρείες στη Β. Αμερική κατά 70 μονάδες βάσης όσον αφορά τις επενδύσεις R&D ως ποσοστό του κύκλου εργασιών τους. Μέχρι το 2022, αυτό το χάσμα είχε διπλασιαστεί στις 140 μονάδες βάσης, το οποίο αντιστοιχεί σε $147 δισ. το 2022.
Οι ευρωπαϊκές εταιρείες είναι επίσης λιγότερο πιθανό να καταθέσουν διπλώματα ευρεσιτεχνίας που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη σε σύγκριση με τις αντίστοιχες σε Αμερική και Ασία. Συγκεκριμένα, η Accenture διαπίστωσε ότι μόνο το 60% των ευρωπαϊκών εταιρειών έχουν καταθέσει διπλώματα ευρεσιτεχνίας σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη, σε σύγκριση με το 77% των εταιρειών στη Βόρεια Αμερική και το 89% των εταιρειών στην Ασία. Ακόμα λιγότερες εταιρείες (34%) έχουν καταθέσει διπλώματα ευρεσιτεχνίας στη παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη, σε σύγκριση με το 60% στη Βόρεια Αμερική και το 73% στην Ασία.
Σύμφωνα με τον Jean-Marc Ollagnier: «Οι επενδύσεις σε τεχνολογική έρευνα και ανάπτυξη είναι ζωτικής σημασίας για την οικοδόμηση μελλοντικής ανάπτυξης, μέσω νέων προϊόντων, υπηρεσιών και επιχειρηματικών μοντέλων. Για παράδειγμα, για την εφαρμογή μοντέλων κυκλικής οικονομίας, οι εταιρείες μπορούν να αξιολογήσουν πώς τεχνολογίες όπως το blockchain μπορούν να διασφαλίσουν την ιχνηλασιμότητα των υλικών και να ενισχύσουν τη διαφάνεια στη διαδικασία ανακύκλωσης, βοηθώντας στην ανάπτυξη εμπιστοσύνης από τους καταναλωτές για την επαναχρησιμοποίηση των προϊόντων.
Η τεχνολογία μπορεί επίσης να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην επιτάχυνση του R&D. Ενδεικτικά, το υπολογιστικό νέφος, η τεχνητή νοημοσύνη και η κβαντική τεχνολογία μπορούν να βοηθήσουν στην επιτάχυνση της ανακάλυψης φαρμάκων και στη δημιουργία πιο βιώσιμων υλικών στη χημική βιομηχανία. Σε κάθε περίπτωση, λιγότερη σημασία έχει το απόλυτο ποσό που επενδύεται σε R&D, αλλά το ποσοστό σε σχέση με τον κύκλο εργασιών και κυρίως ο τρόπος χρήσης του».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr