Ο IARC είναι ένα ανεξάρτητο διεθνές ινστιτούτο ερευνών για τον καρκίνο αλλά και ένας εξειδικευμένος ερευνητικός φορέας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας που ιδρύθηκε το 1965. Κατατάσσει τις ουσίες που αξιολογεί ανάλογα με τη βαρύτητα των διαθέσιμων επιστημονικών αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με το εάν η ουσία είναι ικανή να προκαλέσει καρκίνο. Δηλαδή χαρακτηρίζει εάν μία ουσία αποτελεί «κίνδυνο», αλλά δεν υπολογίζει την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου από την έκθεση του ανθρώπου στην ουσία.
Η JEFCA είναι μια διεθνής επιστημονική επιτροπή εμπειρογνωμόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και της Διεθνούς Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας (η οποία συνεδριάζει από το 1956) και διενεργεί αξιολόγηση της επικινδυνότητας (δηλαδή εξετάζει όλες τις πιθανές επιπτώσεις στην υγεία και την πιθανότητα πρόκλησης βλάβης) λαμβάνοντας υπόψη τη διατροφική έκθεση στην ουσία.
Ο IARC και η JEFCA έχουν διαφορετικούς αλλά συμπληρωματικούς ρόλους στην αξιολόγηση χημικών ουσιών.
Ο ΕΦΕΤ διευκρινίζει στον καταναλωτή τα κάτωθι:
Τι είναι η ασπαρτάμη;
Η ασπαρτάμη είναι ένα δημοφιλές συνθετικό γλυκαντικό (περίπου 200 φορές γλυκύτερο από τη ζάχαρη) το οποίο χρησιμοποιείται σε μία ποικιλία τροφίμων και μη-αλκοολούχων ποτών όπως αναψυκτικά, επιδόρπια, γλυκά, τσίχλες, γιαούρτια, προϊόντα μειωμένων θερμίδων και προϊόντα ελέγχου βάρους, αλλά και ως επιτραπέζιο γλυκαντικό. Η παρουσία της στα τρόφιμα δηλώνεται στις ετικέτες των τροφίμων είτε με το όνομα (ασπαρτάμη) ή με τον αριθμό Ε 951.
Πως χαρακτηρίζει ο IARC την ασπαρτάμη;
O IARC κατέταξε την ασπαρτάμη ως πιθανή καρκινογόνα ουσία (κατηγορία 2Β) βάσει περιορισμένων αποδεικτικών στοιχείων (limited evidence) στον άνθρωπο.
Πως κατατάσσει ο IARC τους παράγοντες/ουσίες που αξιολογεί;
Ο IARC κατατάσσει τους παράγοντες/ουσίες που αξιολογεί σε μία κλίμακα 4 βαθμίδων ανάλογα με τη βαρύτητα των διαθέσιμων επιστημονικών αποδεικτικών στοιχείων:
Κατηγορία 1: Καρκινογόνος παράγοντας για τον άνθρωπο. Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει παράγοντες για τους οποίους υπάρχουν επαρκή στοιχεία (sufficient evidence) για πρόκληση καρκινογένεσης στον άνθρωπο. Δηλαδή υπάρχουν πειστικά αποδεικτικά στοιχεία (convincing evidence) ότι ο παράγοντας προκαλεί καρκίνο στον άνθρωπο. Η αξιολόγηση βασίζεται συνήθως σε αποτελέσματα επιδημιολογικών μελετών που δείχνουν ανάπτυξη καρκίνου σε άτομα που εκτίθενται στον παράγοντα ή σε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για καρκινογένεση σε πειραματόζωα τα οποία συνοδεύονται από ισχυρά στοιχεία σε ανθρώπους που αποδεικνύουν ότι ο παράγοντας παρουσιάζει ένα ή περισσότερα από τα αναγνωρισμένα βασικά χαρακτηριστικά των καρκινογόνων για τον άνθρωπο παραγόντων.
Κατηγορία 2: Η κατηγορία 2 περιλαμβάνει παράγοντες για τους οποίους υπάρχει ένα εύρος αποδεικτικών στοιχείων για καρκινογένεση σε ανθρώπους και πειραματόζωα. Για το λόγο αυτό υπάρχουν 2 υποκατηγορίες οι οποίες υποδεικνύουν διαφορετικά επίπεδα αποδεικτικών στοιχείων.
Κατηγορία 2Α: Ισχυρά Πιθανός (probable) καρκινογόνος παράγοντας για τον άνθρωπο. Η κατηγορία αυτή χρησιμοποιείται όταν υπάρχουν «περιορισμένα αποδεικτικά στοιχεία για καρκινογένεση» στον άνθρωπο τα οποία συνοδεύονται είτε από επαρκείς αποδείξεις καρκινογένεσης σε πειραματόζωα, είτε από ισχυρά στοιχεία σχετικά με το μηχανισμό δράσης (mechanistic evidence) του παράγοντα που να δείχνουν ότι ο παράγοντας παρουσιάζει βασικά χαρακτηριστικά καρκινογόνων στον άνθρωπο. «Περιορισμένα αποδεικτικά στοιχεία καρκινογένεσης» σημαίνει ότι έχει παρατηρηθεί θετική συσχέτιση μεταξύ της έκθεσης στον παράγοντα και τον καρκίνο, όμως δεν μπορούν να αποκλειστούν άλλες αιτίες/εξηγήσεις για τις συσχετίσεις αυτές. Σε αυτή την κατηγορία περιλαμβάνονται επίσης παράγοντες για τους οποίους δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία όσον αφορά στην καρκινογένεση στον άνθρωπο αλλά υπάρχουν επαρκή στοιχεία καρκινογένεσης σε πειραματόζωα καθώς και ισχυρά στοιχεία σχετικά με το μηχανισμό δράσης σε ανθρώπινα κύτταρα ή ιστούς.
Κατηγορία 2Β: Πιθανός (possibly) καρκινογόνος παράγοντας για τον άνθρωπο. Σε αυτή την κατηγορία συμπεριλαμβάνονται παράγοντες για τους οποίους υπάρχει μόνο μία από τις παρακάτω αξιολογήσεις:
Περιορισμένα στοιχεία καρκινογένεσης στον άνθρωπο αλλά και περιορισμένα ή ανεπαρκή αποδεικτικά στοιχεία καρκινογένεσης σε πειραματόζωα,
Πειστικά (επαρκή) στοιχεία καρκινογένεσης σε πειραματόζωα αλλά ανεπαρκή αποδεικτικά στοιχεία καρκινογένεσης στον άνθρωπο/
Ισχυρά στοιχεία που αφορούν στο μηχανισμό δράσης και τα οποία δείχνουν ότι ο παράγοντας παρουσιάζει ένα ή περισσότερα βασικά χαρακτηριστικά καρκινογόνων στον άνθρωπο.
Ομάδα 3: Μη ταξινομήσιμος παράγοντας ως προς την καρκινογένεση για τον άνθρωπο. Σε αυτή την κατηγορία περιλαμβάνονται παράγοντες όταν τα στοιχεία για καρκινογένεση στον άνθρωπο είναι ανεπαρκή, τα στοιχεία για καρκινογένεση σε πειραματόζωα είναι περιορισμένα ή ανεπαρκή, και τα στοιχεία σχετικά με τους μηχανισμούς δράσης είναι περιορισμένα ή ανεπαρκή. Περιορισμένα στοιχεία για καρκινογένεση σε πειραματόζωα σημαίνει ότι οι διαθέσιμες πληροφορίες υποδηλώνουν καρκινογόνο δράση αλλά δεν μπορεί να εξαχθεί ένα οριστικό συμπέρασμα στα πειραματόζωα.
Οι ταξινομήσεις των Μονογραφιών του IARC αντικατοπτρίζουν τη βαρύτητα του συνόλου των διαθέσιμων επιστημονικών αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με το εάν ένας παράγοντας μπορεί να προκαλέσει καρκίνο στον άνθρωπο, αλλά δεν υποδηλώνουν τον βαθμό επικινδυνότητας εμφάνισης καρκίνου σε συγκεκριμένο
επίπεδο έκθεσης ή με συγκεκριμένη οδό έκθεσης. Οι τρόποι έκθεσης, ο βαθμός επικινδυνότητας και οι τύποι καρκίνου που συνδέονται με τον εκάστοτε παράγοντα, μπορεί να είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ διαφορετικών παραγόντων. Επομένως δύο παράγοντες μπορεί να ταξινομηθούν ως κίνδυνοι στην ίδια κατηγορία (βάσει της διαθέσιμης επιστημονικής τεκμηρίωσης) αλλά η επικινδυνότητα (δηλ. η πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου) να διαφέρει μεταξύ τους. Ως παράδειγμα, υπάρχει κίνδυνος να πέσει ένα αεροπλάνο αλλά ο βαθμός επικινδυνότητας είναι εξαιρετικά χαμηλός.
Τονίζεται ότι ο IARC δεν έχει την αρμοδιότητα να κάνει συστάσεις που αφορούν στην υγεία. Επομένως ο IARC δεν συστήνει νομοθετικές ρυθμίσεις ή άλλου είδους παρεμβάσεις στη δημόσια υγεία, οι οποίες είναι αρμοδιότητα άλλων διεθνών οργανισμών και εθνικών φορέων.
Ποια είναι η επικινδυνότητα από την κατανάλωση ασπαρτάμης σύμφωνα με τη JEFCA;
Η JEFCA κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν πειστικά αποδεικτικά στοιχεία από μελέτες σε πειραματόζωα ή ανθρώπους ότι η ασπαρτάμη έχει δυσμενείς συνέπειες στην υγεία μετά την κατανάλωση της. Αυτό το συμπέρασμα υποστηρίζεται από το γεγονός ότι η ασπαρτάμη μεταβολίζεται στο έντερο παρέχοντας τρία συστατικά: ασπαρτικό οξύ, φαινυλανανίνη και μεθανόλη. Όλες αυτές οι ουσίες απορροφούνται φυσιολογικά από τον οργανισμό. Η ασπαρτάμη η ίδια, δεν εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος, ούτε συσσωρεύεται στο σώμα. Τα τρία προϊόντα μεταβολισμού της ασπαρτάμης υπάρχουν φυσικά και σε άλλα τρόφιμα που χρησιμοποιούνται από τον οργανισμό για διάφορες λειτουργίες με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Με βάση τα αποτελέσματα μελετών καρκινογένεσης σε πειραματόζωα, την απουσία στοιχείων γονοτοξικότητας και την έλλειψη στοιχείων σχετικά με έναν μηχανισμό με τον οποίο η από του στόματος έκθεση στην ασπαρτάμη θα μπορούσε να προκαλέσει καρκίνο, η επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν είναι δυνατό να διαπιστωθεί σχέση μεταξύ έκθεσης στην ασπαρτάμη σε πειραματόζωα και της εμφάνισης καρκίνου.
Όσον αφορά στις επιδημιολογικές μελέτες η επιτροπή JEFCA κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν έχει αποδειχθεί μια συνεπής (ξεκάθαρη) συσχέτιση μεταξύ κατανάλωσης ασπαρτάμης και κάποιου συγκεκριμένου τύπου καρκίνου. Όλες οι μελέτες είχαν περιορισμούς στο πώς εκτιμήθηκε η έκθεση (πρόσληψη) στην ασπαρτάμη, ενώ άλλες αιτίες όπως αντίστροφη αιτιότητα, τυχαιότητα, σφάλματα και επίδραση κοινωνικοοικονομικών παραγόντων ή κατανάλωση άλλων διατροφικών στοιχείων, θα μπορούσαν να εξηγήσουν τη συσχέτιση που παρατηρήθηκε.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr