Ειδικά η Ν.Δ. με την ανάδειξη της σημασίας του δημόσιου συστήματος φαίνεται να υιοθετεί πιο δυναμικά απόψεις για ενδυνάμωση του δημόσιου συστήματος. Βέβαια και στο προεκλογικό της πρόγραμμα ο δημόσιος χαρακτήρας του συστήματος δεν αμφοσβητείτο, ωστόσο πλέον η ανακούφιση από το δημοσιονομικό κορσέ και η στήριξη με πόρους της δημόσιας υγείας δίνει μια λαμπρή ευκαιρία.
«Η περίπτωση του κορονοϊού αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα για το πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ήπια περιστατικά, πώς μπορούμε να προσφέρουμε περισσότερες υπηρεσίες σε πρωτοβάθμιο επίπεδο, με τη χρήση κυρίως της τεχνολογίας, και πώς η παροχή υπηρεσιών υγείας είναι αποτελεσματικότερη, εφόσον η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας διαλειτουργήσει ουσιαστικά με τη δευτεροβάθμια. Πετυχαίνουμε και κάτι ακόμα. Το καλύτερο αποτέλεσμα με το μικρότερο κόστος, επειδή η χρήση των πόρων καθίσταται αποδοτική» ανέφερε σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ ο Υφυπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης που προσθέτει ότι ο δημόσιος χαρακτήρας του συστήματος υγείας είναι αδιαπραγμάτευτος.
«Ένα οργανωμένο και σύγχρονο σύστημα υγείας πρέπει να θέτει συγκεκριμένους στόχους και να βάζει προτεραιότητες. Η κρίση μάς δίνει την εμπειρία και τα εργαλεία, προκειμένου να επισπεύσουμε διαδικασίες και να επιταχύνουμε τις μεταρρυθμίσεις, ώστε να έχουμε το πιο σύγχρονο σύστημα υγείας που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες όλων των πολιτών. Επιπλέον, η κρίση κατέδειξε, σε όλους, ότι ο δημόσιος χαρακτήρας του συστήματος υγείας είναι για εμάς αδιαπραγμάτευτος. Διασφαλίζουμε την απρόσκοπτη πρόσβαση των πολιτών σε κάθε απαραίτητη υπηρεσία χωρίς επιβάρυνση» τονίζει ο υφυπουργός Υγείας.
Είναι προφανές ότι την επόμενη μέρα χρειάζονται κινήσεις ώστε να γίνει η σωστή προπαρασκευή κι η χώρα να αντιμετωπίζει υγειονομικές απειλές και κυρίως να εμπεδώνει αίσθημα ασφάλειας στους πολίτες, αίσθημα αναγκαίο για την οικονομική ευημερία.
Είναι επίσης προφανές ότι υπάρχει έντονα η ανάγκη για τέλος στις οριζόντιες πολιτικές που ακολουθήθηκαν και αποδείχτηκαν καταστροφικές. Σημειώνεται, ότι οι δημόσιες τρέχουσες δαπάνες υγείας διαμορφώνονται στο 4,7% του ΑΕΠ το 2018, έναντι 6,6% του ΑΕΠ στον ΟΟΣΑ, και 6,5% του ΑΕΠ το 2009. Στο πλαίσιο αυτό μέτρα όπως π.χ. η εξαίρεση εμβολίων από τον συνολικό προϋπολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης (συμβαίνει σε πολλές χώρες του ΟΟΣΑ) η αύξηση του προϋπολογισμού της Δημόσιας εξωνοσοκομειακής Φαρμακευτικής Δαπάνης σταδιακά στα 2,3 δις, με παράλληλο εξορθολογισμό του συστήματος υποχρεωτικών επιστροφών ώστε να διασφαλίζεται η πρόσβαση όλων σε καινοτόμα φάρμακα είναι κομβικά σημεία.
«Η υγειονομική κρίση μάς δίνει την ευκαιρία να βελτιώσουμε το σύστημα υγείας, να το κάνουμε πιο αποτελεσματικό, πιο αποδοτικό, πιο σύγχρονο. Σε μικρό χρονικό διάστημα καταφέραμε και ξεπεράσαμε στρεβλώσεις, καλύψαμε ελλείψεις, δημιουργήσαμε νέες υπηρεσίες. Ειδικότερα, δημιουργήσαμε νέες Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, εκσυγχρονίσαμε και ανανεώσαμε εξοπλισμό, στελεχώσαμε με το απαραίτητο προσωπικό κρίσιμους τομείς του συστήματος. Και συνεχίζουμε να το κάνουμε» ανέφερε ο κ. Κοντοζαμάνης σημειώνοντας ότι ο ρόλος της ιδιωτικής υγείας είναι παραπληρωματικός της δημόσιας υγείας.
«Είναι γεγονός ότι το βάρος μίας υγειονομικής κρίσης το σηκώνουν τα κρατικά συστήματα υγείας. Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζουμε το γεγονός ότι, σε ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας συνυπάρχει τόσο ο κρατικός τομέας, όσο και ο ιδιωτικός. Και πως στη μάχη πρέπει να συμμετέχουν όλοι. Και συμμετέχουν. Όχι μόνο οι γιατροί αλλά το σύνολο των επαγγελματιών υγείας. Κανείς δεν περισσεύει. Επίσης, ο ιδιωτικός τομέας συμμετέχει με τις δομές που διαθέτει υπό το κύρος του Κράτους, χωρίς κόστος για τον πολίτη» ανέφερε ο κ. Κοντοζαμάνης.
Κόντρα για την ΠΦΥ
Την επόμενη μέρα πάντως το χτίσιμο μια επαρκούς δομής ΠΦΥ είναι σημαντική για την επόμενη μέρα.
«Η περίπτωση του κορονοϊού αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα για το πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ήπια περιστατικά, πώς μπορούμε να προσφέρουμε περισσότερες υπηρεσίες σε πρωτοβάθμιο επίπεδο, με τη χρήση κυρίως της τεχνολογίας, και πώς η παροχή υπηρεσιών υγείας είναι αποτελεσματικότερη, εφόσον η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας διαλειτουργήσει ουσιαστικά με τη δευτεροβάθμια. Πετυχαίνουμε και κάτι ακόμα. Το καλύτερο αποτέλεσμα με το μικρότερο κόστος, επειδή η χρήση των πόρων καθίσταται αποδοτική» ανέφερε σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ ο Υφυπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης.
Ωστόσο ο πρώην υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός αλλά και επικεφαλής του Τομέα Υγείας ασκεί έντονη κριτική στις κινήσεις της κυβέρνησης κάνοντας για ευκαιριακή προσέγγιση της δημόσιας υγείας αλλά και ελλιπή στήριξη της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Όπως έχει αναφέρει το σχέδιο της κυβέρνησης «ενσωματώνει κάποιες ιδέες και προτάσεις που έχουν κατατεθεί δημόσια από πανεπιστημιακούς, επαγγελματίες υγείας της ΠΦΥ και από το «Παρατηρητήριο Υγείας» του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά είναι κατώτερο των περιστάσεων γιατί επιμένει στην λογική της έκτακτης και ευκαιριακής χρήσης των δημόσιων δομών ΠΦΥ και των ανθρώπων τους και όχι στην αναβάθμιση του ρόλου της ΠΦΥ στο ΕΣΥ, ειδικά σε μια περίοδο απειλής για τη Δημόσια Υγεία.»
Μάλιστα εστιάζει σε δύο πολύ προβληματικά σημεία στην πρόταση του Υπουργείου Υγείας:
«1. Συνεχίζονται οι χωρίς σχέδιο μετακινήσεις γενικών γιατρών κυρίως από Κέντρα Υγείας και Περιφερειακά Ιατρεία σε νοσοκομεία, ενώ για πρώτη φορά προβλέπεται ότι και προσωπικό των ΤΟΜΥ θα μετακινηθεί σε ΚΥ. Οι μετακινήσεις του ιατρικού προσωπικού από την ΠΦΥ σ’ αυτή τη φάση και με αυτό τον τρόπο (πρωινό ωράριο) δεν προσφέρουν καμιά ουσιαστική ανακούφιση στα επαρχιακά νοσοκομεία που πιέζονται από την καθημερινή 24ωρη εφημερία και τη νοσηλεία περιστατικών με κοροναϊό. Αντίθετα αδυνατίζουν πολύ το μέτωπο της αντιμετώπισης της πανδημίας στην κοινότητα μέσω των δημόσιων δομών ΠΦΥ και δεν αξιοποιούν στο έπακρο το ανθρώπινο δυναμικό της ΠΦΥ στο «φυσικό του χώρο».
2. Οι αρκετά ικανοποιητικές αμοιβές ιδιωτών γιατρών για παροχή υπηρεσιών στα νοσοκομεία σ’ αυτή τη φάση, πρέπει για λόγους στοιχειώδους ισοτιμίας σε σχέση με τους γιατρούς του ΕΣΥ και τους επικουρικούς γιατρούς που δίνουν τη μάχη στην «πρώτη γραμμή», να συνοδευτούν με σαφέστατη πολιτική δέσμευση της κυβέρνησης για αναβάθμιση του ειδικού ιατρικού μισθολογίου αλλά και των αμοιβών των νοσηλευτών - λοιπού προσωπικού, αμέσως μετά την εκτόνωση της υγειονομικής κρίσης. Αλλιώς τα «χειροκροτήματα» και τα «ευχαριστώ» θα είναι εντελώς υποκριτικά.
Θεωρούμε ότι η κυβέρνηση δεν αξιοποιεί πλήρως την ΠΦΥ για λόγους ιδεοληπτικούς. Γιατί ήταν η ΝΔ που επί κυβέρνησης Σαμαρά έδιωξε 2.500 ειδικευμένους γιατρούς από τα Πολυϊατρεία του ΙΚΑ και αποδιοργάνωσε την ΠΦΥ στα αστικά κέντρα. Και ήταν επίσης η ΝΔ που πολέμησε λυσσαλέα τη μεταρρύθμιση στην ΠΦΥ, το θεσμό του οικογενειακού και τις 127 Τοπικές Μονάδες Υγείας (ΤΟΜΥ) που δρομολόγησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Σύμφωνα με την αντίληψη της κυβέρνησης στο πεδίο της ΠΦΥ δεν πρέπει να έχουν τον κυρίαρχο ρόλο οι δημόσιες δομές αλλά ο ιδιωτικός τομέας.
Οι δημόσιες δομές ΠΦΥ, στον βαθμό που στηριχθούν με προσωπικό, εξοπλισμό και μέσα ατομικής προστασίας, μπορούν αυτή την περίοδο να ανταποκριθούν στις ανάγκες της πανδημίας, να δώσουν έμφαση στην υπόλοιπη νοσηρότητα του πληθυσμού ευθύνης τους, να οργανώσουν, σε συνεργασία με γιατρούς του ιδιωτικού τομέα (συμβεβλημένους με τον ΕΟΠΥΥ ή μη) καθώς και με προγράμματα των Δήμων όπως το «Βοήθεια στο Σπίτι», την κατ’ οίκον παρακολούθηση και φροντίδα χρόνιων ασθενών που σήμερα «μένουν σπίτι» χωρίς συστηματική κλινική εκτίμηση και εποπτεία. Τώρα είναι η ώρα να ενισχύσουμε την κουλτούρα της κοινοτικής και οικογενειακής φροντίδας, της εξωστρεφούς δράσης των δομών ΠΦΥ και της συνέργειας ΠΦΥ και Δημόσιας Υγείας.»
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr