Το θέμα είναι ενδιαφέρον και το Reporter έθεσε στον κ. Ζανιά ορισμένες εύλογες ερωτήσεις σε μια προσπάθεια να διαπιστωθεί που οφείλεται η σημερινή απαξίωση της αποταμίευσης αλλά και τι μπορεί να γίνει για να αυξηθεί.
Αναλυτικά η συνέντευξη στον Γρηγόρη Νικολόπουλο
- Γιατί θεωρείτε τόσο σημαντική την αποταμίευση για την οικονομία σήμερα;
Οι διαφωνίες ανάμεσα σε οικονομολόγους είναι σχετικά συνήθεις. Ένα θέμα όμως πάνω στο οποίο δεν φαίνεται να διαφωνούν, είναι η ύπαρξη μιας στενής σχέσης ανάμεσα στην αποταμίευση και τη μακροχρόνια ανάπτυξη μιας χώρας. Και αυτό γιατί η αποταμίευση αφορά στην αποφυγή διάθεσης στην κατανάλωση ενός τμήματος του τρέχοντος εισοδήματος, προκειμένου να δημιουργηθούν πόροι οι οποίοι θα επενδυθούν, θα συσσωρεύσουν κεφάλαιο και θα ενισχύσουν εισοδήματα και κατανάλωση στο μέλλον.
Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει πως ζούμε σε μια εποχή όπου, ιδιαίτερα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχει ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων, δηλαδή διεθνών αποταμιευτικών πόρων, που θα μπορούσαν να στηρίξουν την εθνική ανάπτυξη. Το θέμα όμως είναι πως τα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια δεν είναι πάντα διαθέσιμα, ενίοτε έχουν υψηλό κόστος, ενώ αυξάνουν και το εξωτερικό χρέος. Στην περίπτωση της Ελλάδας, που έχει ήδη αρκετά υψηλό εξωτερικό χρέος, η ενίσχυση της εθνικής αποταμίευσης καθίσταται επιτακτική, ώστε να αποκλιμακωθεί σταδιακά ο εξωτερικός δανεισμός. Η σχετικά πρόσφατη κρίση χρέους στη χώρα μας έδειξε πως σε τέτοιες περιόδους υψηλής αβεβαιότητας, όχι μόνο ξένα κεφάλαια σταματούν να έρχονται αλλά, και αυτά που έχουν ήδη εισρεύσει στη χώρα, αρχίζουν να φεύγουν.
Συνεπώς, η χρηματοδότηση της χώρας από το εξωτερικό υφίσταται μόνον όταν απολαμβάνουμε της διεθνούς εμπιστοσύνης, ενώ μέσω της εθνικής αποταμίευσης η οικονομία θωρακίζεται σε έναν βαθμό και από πιθανές διαταραχές στις διεθνείς κεφαλαιαγορές. Δυστυχώς όμως, βάσει των στοιχείων του 2023, το ποσοστό της εθνικής αποταμίευσης στην Ελλάδα ήταν μόλις στο 8,7% του ΑΕΠ έναντι 24,8% στην Ευρωζώνη.
- Όταν το 60% του πληθυσμού αισθάνεται φτωχό και το σύνολο σχεδόν υποστηρίζει ότι το εισόδημα του δεν αρκεί για την κάλυψη των βασικών καταναλωτικών αναγκών, τι περιθώρια αποταμίευσης έχει;
Σε σημαντικό βαθμό η φτώχεια είναι σχετικός παράγοντας και εξαρτάται και από τις ανάγκες που ο καθένας μπορεί να θεωρεί ως βασικές. Δηλαδή, υπάρχουν αυτοί που είναι πραγματικά φτωχοί και αυτοί που αισθάνονται φτωχοί. Ενώ σύμφωνα με τον Keynes η αποταμίευση αποτελεί συνάρτηση του εισοδήματος, με την έννοια πως όσο μεγαλύτερο είναι το εισόδημα τόσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό του που αποταμιεύουμε, αποτελεί επίσης συνάρτηση και διάφορων υποκειμενικών και πολιτισμικών παραγόντων.
Είναι πολύ χαρακτηριστική μια πρόσφατη εμπειρία μου την Διεθνή Ημέρα Αποταμίευσης κατά την οποία, λόγω της κληρονομιάς του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου στη Eurobank, επισκέπτομαι κάθε χρόνο ένα Δημοτικό σχολείο, μιλάω με τα παιδιά και τους μοιράζω κουμπαράδες. Φέτος επισκέφτηκα ένα ορεινό χωριό στην Ήπειρο. Στη συνηθισμένη μου ερώτηση προς τα παιδιά ηλικίας 6-12 ετών αν έχουν κουμπαράδες και πόσα χρήματα έχουν αποταμιευμένα, με έκπληξη άκουσα νούμερα 900- 1000 ευρώ το καθένα. Εκδηλώνοντας την έκπληξή μου για αυτά τα ποσά, τα οποία είναι πολλαπλάσια σε σχέση με σχολεία που έχω επισκεφτεί σε άλλες περιοχές, παρενέβη ο Διευθυντής του σχολείου λέγοντάς μου: «μην ξεχνάτε πως βρισκόσαστε στην Ήπειρο όπου ο κόσμος συνηθίζει να αποταμιεύει».
Η Ήπειρος λοιπόν έχει την κουλτούρα της αποταμίευσης παρόλο που είναι μια από τις πιο φτωχές περιοχές της χώρας ή μάλλον της Ευρώπης, βάσει στατιστικών. Παρόμοια ήταν η κατάσταση και σε άλλες περιοχές της χώρας σε πιο μακρινές δεκαετίες, πριν την ένταξη στο Ευρώ, όταν η χώρα μας ήταν αρκετά φτωχότερη. Σήμερα όμως τα νοικοκυριά μας έχουν τη μικρότερη καθαρή αποταμίευση σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο, η οποία μάλιστα είναι και αρνητική, με την όποια αποταμίευση να γίνεται από τις επιχειρήσεις. Η Ελλάδα, μαζί με τη Ρουμανία, ήταν οι μόνες χώρες της ΕΕ27 με αρνητικό ποσοστό αποταμίευσης για τα νοικοκυριά (-1.9% το 2023, με την Ευρωζώνη στο 14,1%). Άλλες χώρες με αντίστοιχο επίπεδο πραγματικού εισοδήματος, όπως η Σλοβακία, η Λετονία και η Κροατία είχαν ρυθμούς καθαρής αποταμίευσης της τάξης του 5%-8%. Μικρότερους μεν από το μέσο όρο της Ευρωζώνης, αλλά θετικούς και πολύ μεγαλύτερους από αυτόν της Ελλάδας. Θεωρώ πολύ πιθανόν ο λόγος για αυτή την αρνητική πρωτιά να βρίσκεται στο ότι συνεχίζουμε να έχουμε αρκετές ή πολλές από τις παλιές καταναλωτικές συνήθειες παρά το ότι μετά την κρίση έχουμε αρκετά μικρότερα εισοδήματα. Με μια έννοια, θα μπορούσαμε επίσης να υποστηρίξουμε πως τα ελληνικά νοικοκυριά δείχνουν μια «αδιαφορία» για το μέλλον, το οποίο παραπέμπει περισσότερο σε θέματα κουλτούρας.
Η συμπεριφορά των ελληνικών νοικοκυριών χαρακτηρίζεται από την υψηλή ροπή προς κατανάλωση εδώ και δεκαετίες. Επιπλέον, έχουμε συνηθίσει να καλύπτουμε επιπρόσθετες ανάγκες κι επιθυμίες μας μέσω δανεισμού και όχι μέσω αποταμιευμένων πόρων. Συνεπώς η αύξηση της αποταμίευσης είναι εφικτή αλλά προϋποθέτει μια συμπεριφορική αλλαγή ώστε να συγκρατηθεί η κατανάλωση, που σήμερα βρίσκεται στο 69% του ΑΕΠ, η υψηλότερη στην ΕΕ27. Σημαντικό ρόλο σε αυτό μπορεί να παίξει η αύξηση του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού. Ο ρόλος του τραπεζικού αλλά και του εκπαιδευτικού συστήματος είναι κρίσιμος για την καλλιέργεια αποταμιευτικής κουλτούρας για τα νοικοκυριά ώστε, καθώς θα αυξάνεται το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, να ενισχύονται σταδιακά και οι ροές αποταμίευσής τους.
- Για ποιο λόγο ένας πολίτης να αποταμιεύσει έστω και κάποιο ελάχιστο ποσό, όταν το επιτόκιο ταμιευτηρίου είναι μηδενικό; Δεν πρέπει να υπάρχει κάποια ανταπόδοση στην αποταμίευση;
Στο παράδειγμα από το Δημοτικό σχολείο της Ηπείρου που ανέφερα νωρίτερα, η μεγαλύτερη αποταμίευση των παιδιών, με παρότρυνση των γονιών τους βέβαια, δεν έχει επηρεαστεί από κάποιο επιτόκιο, για τον απλό λόγο πως τα χρήματα στους κουμπαράδες δεν τοκίζονται. Βέβαια, και το επιτόκιο αποτελεί έναν από τους παράγοντες που επηρεάζουν την αποταμίευση, όχι ίσης σημασίας όμως, πιστεύω, με την κουλτούρα της αποταμίευσης και το διαθέσιμο εισόδημα. Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα είναι πως η ονομασία ως λογαριασμών ταμιευτηρίου, πιθανόν να έχει παραμείνει από την εποχή, κάποιες δεκαετίες πριν, που το ταμιευτήριο αποτελούσε μια από τις ελάχιστες μορφές αποταμίευσης. Οι λογαριασμοί αυτοί έχουν χαμηλά επιτόκια αλλά μεγάλη ευελιξία στη χρήση των καταθέσεων.
Σήμερα όμως κάποιος που επιθυμεί να αποταμιεύσει μπορεί να το κάνει και με νέους εναλλακτικούς τρόπους, π.χ. με προθεσμιακούς λογαριασμούς στις τράπεζες που προσφέρουν υψηλότερο επιτόκιο, με την αγορά ασφαλιστικών προγραμμάτων ζωής, υγείας, συνταξιοδότησης, σπουδών των παιδιών, κλπ, τοποθετήσεις σε αμοιβαία κεφάλαια, έντοκα γραμμάτια του δημοσίου, ομόλογα, υβριδικά αμοιβαία κεφάλαια με εγγυημένο το αρχικό κεφάλαιο κλπ. Ο τρόπος της αποταμίευσης που επιλέγεται εξαρτάται ουσιαστικά από τον σκοπό της αποταμίευσης (π.χ. σπουδές παιδιών) και το επίπεδο του ρίσκου που θέλει κάποιος να αναλάβει. Εκτιμώ πως κάποιο ποσό πρέπει να κρατείται, για συναλλακτικούς κυρίως σκοπούς, και σε λογαριασμούς όπως αυτοί του ταμιευτηρίου.
- Στο παρελθόν, όταν η αποταμίευση ήταν υψηλή δεν επιτρέπονταν τα προσωπικά δάνεια, ούτε για στέγαση, ούτε για καταναλωτικές αγορές και δεν υπήρχαν πιστωτικές κάρτες. Τότε αποταμίευες για να αγοράσεις πχ ένα ψυγείο, ένα αυτοκίνητο, ένα σπίτι. Τώρα για όλα αυτά υπάρχουν δάνεια, συνεπώς γιατί να αποταμιεύσεις αντί να δανειστείς και να αγοράσεις αυτά που χρειάζεσαι;
Μια σύντομη απάντηση είναι πως αν αυτό συνεχιστεί, τότε κάποια στιγμή το τρέχον εισόδημα θα εξαντλείται στην πληρωμή δόσεων δανείων που έχουμε ήδη πάρει και τα οποία έχουμε ήδη καταναλώσει. Δηλαδή, το εισόδημα δεν θα φτάνει όχι μόνο για αποταμίευση αλλά ούτε και για την κατανάλωση βασικών για την επιβίωση ειδών στην τρέχουσα περίοδο. Ο δανεισμός λειτουργεί αντίθετα με την αποταμίευση. Ενώ με την αποταμίευση ενισχύουμε το εισόδημά μας και την κατανάλωση στο μέλλον, με τον δανεισμό ενισχύουμε την κατανάλωση σήμερα περιορίζοντας το μελλοντικό μας διαθέσιμο εισόδημα. Έτσι, με υπέρμετρο δανεισμό οδηγούμαστε σε καταστάσεις όπως αυτή που ανέφερα καταλήγοντας, σχεδόν νομοτελειακά, σε καταστάσεις πτώχευσης.
Αυξημένη κατανάλωση και μέσω δανεισμού, συνέβη σε σημαντικό βαθμό με την έλευση του ευρώ, γιατί η μεγαλύτερη ίσως αλλαγή που έφερε η έλευσή του στην οικονομία και τη ζωή μας ήταν η κατάρρευση, κυριολεκτικά, των επιτοκίων. Θυμάμαι πως το 1994 που αγόρασα με στεγαστικό δάνειο το διαμέρισμα στο οποίο ζω, το επιτόκιο δανεισμού ήταν 24%. Μόνο λίγα χρόνια αργότερα το αντίστοιχο επιτόκιο κινείτο γύρω στο 2-3%. Αντίστοιχα κινήθηκαν και τα επιτόκια δανεισμού που χρηματοδοτούσαν καταναλωτικές δαπάνες. Αυτή η τεράστια μεταβολή, που συνοδεύτηκε και από κάποια χαλάρωση των κριτηρίων δανειοδότησης, οδήγησε σε μια έκρηξη στεγαστικών (με χαμηλά επιτόκια) και καταναλωτικών δανείων (με κάπως υψηλότερα επιτόκια) και χρήσης πιστωτικών καρτών (με ακόμη υψηλότερα επιτόκια). Έτσι εξέλειπαν για κάποιους και μερικοί από τους λόγους για να αποταμιεύει κανείς χρήματα (αγορά κάποιου διαρκούς αγαθού, διακοπές κλπ). Όλοι θα θυμόμαστε τα εορτοδάνεια, διακοποδάνεια κλπ. Ήταν η εποχή της επίπλαστης ευδαιμονίας. Κάποτε όμως έρχεται ο …λογαριασμός.
- Θεωρείτε ότι ο υπερδανεισμός των προηγούμενων δεκαετιών εμποδίζει την σημερινή αποταμιευτική δυνατότητα, αφού πρέπει να πληρωθούν τα δάνεια;
Ο υπερδανεισμός των πρώτων ετών του ευρώ δημιούργησε ένα μεγάλο απόθεμα δανείων. Ιδιαίτερα κάποια από αυτά, όπως τα στεγαστικά, είχαν μεγάλη διάρκεια και πολλά, ακόμη και καταναλωτικά δάνεια, εξυπηρετούνται μέχρι σήμερα λόγω και κάποιων αναδιαρθρώσεων που μπορεί να έγιναν κυρίως από αδυναμία πληρωμής κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ο συνδυασμός χαμηλότερων εισοδημάτων μετά την κρίση και των υψηλών δανειακών υποχρεώσεων που είχαν αναληφθεί κατά την προηγούμενη περίοδο συμπίεσαν πολύ τα διαθέσιμα εισοδήματα. Και με τέτοια εισοδήματα βέβαια αποταμιεύαμε σημαντικά ποσά κατά το παρελθόν ενώ σημαντικό απόθεμα δανείων, ίσως και υψηλότερο, έχουν και τα νοικοκυριά της Ευρώπης, τα οποία όμως συνεχίζουν να αποταμιεύουν σημαντικά ποσά. Συνεπώς, ενώ η αυξημένη κατανάλωση με δανεικά τα πρώτα χρόνια του ευρώ φαίνεται πως οδήγησε και σε ακόμη χαμηλότερα διαθέσιμα εισοδήματα, σήμερα δεν μπορεί να δικαιολογήσει την έλλειψη αποταμίευσης των ελληνικών νοικοκυριών.
Αυτό φαίνεται πως οφείλεται κυρίως στην έλλειψη σχετικής κουλτούρας, στην πιθανή προσπάθεια διατήρησης του προ κρίσης επιπέδου διαβίωσης και σε μια σχετική «αδιαφορία» για το μέλλον. Οι δε συνέπειες του υπερδανεισμού των πρώτων ετών του ευρώ, αναδεικνύει ακόμη περισσότερη την ανάγκη της αποταμίευσης, ώστε να μην βιώσουμε μελλοντικά εκ νέου παρόμοιες συνέπειες.
- Υπάρχει στις σκέψεις των τραπεζών η δημιουργία κάποιων αποταμιευτικών προϊόντων με απόδοση, ώστε να προσελκύσουν αποταμιευτές;
Έγινε αναφορά παραπάνω σε μια σειρά από εναλλακτικές επιλογές που υπάρχουν για την τοποθέτηση μέρους της ρευστότητας των νοικοκυριών την οποία δεν επιθυμούν να καταναλώσουν κατά την τρέχουσα περίοδο, πέραν της τοποθέτησης σε λογαριασμό ταμιευτηρίου. Κάποια από αυτά τα προϊόντα με δέσμευση των χρημάτων για κάποιο χρονικό διάστημα ή με πολύ μικρή ανάληψη ρίσκου μπορούν να έχουν καλύτερες αποδόσεις.
Δύο πιο πρόσφατες πρωτοβουλίες της τράπεζας αφορούν τη δημιουργία δυο ειδών λογαριασμών με σχετικά πιο προνομιακούς όρους. Αυτοί αφορούν τους λογαριασμούς «Αποταμιεύω τώρα» και «Μεγαλώνω», οι οποίοι εκτός από ένα καλύτερο επιτόκιο περιλαμβάνουν και μια σειρά από κληρώσεις για διάφορα δώρα και δωρεάν εμβάσματα για ένα χρονικό διάστημα ο πρώτος. Ο λογαριασμός «Μεγαλώνω» συνοδεύει το παιδί κατά τη διάρκεια της ζωής του και εξελίσσεται μαζί του μετατρεπόμενος σε λογαριασμό για ενήλικες καθώς και μισθοδοσίας.
- Ποιος ο ρόλος των ασφαλιστικών εταιρειών στην αποταμίευση και πώς θα μπορούσε να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα τους;
Οι ασφαλιστικές εταιρείες συμβάλλουν στην αποταμίευση έμμεσα και άμεσα. Τα αποταμιευτικά και τα συνταξιοδοτικά προγράμματά τους, παρέχουν εναλλακτικές τοποθετήσεις για την πλεονάζουσα ρευστότητα των νοικοκυριών, αυξάνοντας έτσι τα κίνητρα για αποταμίευση. Επιπλέον, εξομαλύνουν τις αποταμιεύσεις και περιορίζουν τη μεταβλητότητά τους (καθώς και της κατανάλωσης), επειδή τα ασφαλιστήρια συμβόλαια καλύπτουν μέρος τυχόν έκτακτων δαπανών, που διαφορετικά θα έπρεπε να καλυφθούν από έκτακτες και ίσως σημαντικές αποταμιεύσεις ή δανεισμό. Η ασφαλιστική αγορά βέβαια στην Ελλάδα δεν είναι τόσο αναπτυγμένη όσο σε άλλες χώρες της Ευρώπης, αλλά σταδιακά φαίνεται πως την αξιοποιούν ολοένα και περισσότεροι. Αναφορά νομίζω πως αξίζει να γίνει και στα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης, τα οποία δημιουργήθηκαν πρόσφατα και στα οποία μπορεί να αποταμιεύεται σχεδόν αυτόματα μέρος του μισθού των εργαζομένων με συμμετοχή και της επιχείρησης.
Η συνέντευξη πρωτοδημοσιεύθηκε στο Reporter Magazine Δεκεμβρίου 2024
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr